- Η ζωή και το έργο του Ιερομάρτυρος και Ισαποστόλου Αγίου Κοσμά του Αιτωλού
- Οι Διδαχές του Αγίου Κοσμά - Α΄
- Οι Διδαχές του Αγίου Κοσμά - Η΄
- Οι Προφητείες του Αγίου Κοσμά
- Οι Διδαχές του Αγίου Κοσμά - Δ΄
- Η αληθινή συγχώρησις. Συγχώρησις ακόμη και εις αυτούς τους εχθρούς μας. Το παράδειγμα του Σαπρικίου και του Νικηφόρου (Αγίου Κοσμά Αιτωλού)
- Οι Διδαχές του Αγίου Κοσμά - Β’
- Οι Διδαχές του Αγίου Κοσμά - Ζ΄
- Οι Διδαχές του Αγίου Κοσμά - Γ΄
- Οι Διδαχές του Αγίου Κοσμά - Ε΄ & ΣΤ΄
Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: Βίος, Διδαχές, Προφητείες
Ενότητες
Φωτό & Βίντεο
Δημοφιλή Άρθρα
Εορτολόγιο (νέο ημ.)
23/11 Αμφιλόχιος, Επίσκοπος Ικονίου *
ΑΓΙΟΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΚΟΝΙΟΥ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Ο Άγιος Αμφιλόχιος, υπήρξε στενός φίλος του Μεγάλου Βασιλείου και του Γρηγορίου του Θεολόγου και διετέλεσε Επίσκοπος Ικονίου.Όταν διαβάζουμε τις Επιστολές μεταξύ των αγίων αυτών ανδρών, βλέπουμε - καλύτερα σ’ αυτές, παρά στα άλλα θεολογικά τους έργα - την καλωσύνη και την αγιότητα, την αγνή φιλία και την αγάπη που ενώνει τους ανθρώπους του Θεού. Ο Μέγας Βασίλειος γράφει σε μία του Επιστολή στον Άγιο Αμφιλόχιο: "πάσα ημέρα γράμματα έχουσα της θεοσεβείας σου εορτή ημίν εστί και εορτών μεγίστη".Μεγάλη εορτή και πανήγυρη ήταν, να παίρνη γράμμα ο Μέγας Βασίλειος από τον Άγιο Αμφιλόχιο.Και δεν είναι υπερβολή ούτε απλή φιλοφροσύνη, γιατί, καθώς λέει ένας αρχαίος εκκλησιαστικός συγγραφέας, στα συγγράμματα του...
Περισσότερα »
Εορτολόγιο (παλαιό ημ.)
10/11 Ολυμπάς, Ηρωδίων, Έραστος, Σωσίπατρος, Τέ
ΑΓΙΟΙ ΟΛΥΜΠΑΣ, ΗΡΩΔΙΩΝ, ΕΡΑΣΤΟΣ, ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΣ, ΤΕΡΤΙΟΣ ΚΑΙ ΚΟΥΑΡΤΟΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΕΚ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Μέσα στο νέφος των Μαρτύρων και μέσα στο ανώνυμο πλήθος των Αγίων, η Εκκλησία με στοργή κι ευγνωμοσύνη φύλαξε όσα μπόρεσε από τα ονόματά τους. Για τους ασεβείς λέει ο Θεός· "ου μη μνησθώ των ονομάτων αυτών", μα για τους αξίους, που είναι όλοι γραμμένοι στο βιβλίο του Θεού, η θεία Γραφή λέει ότι είναι "έντιμον το όνομα αυτών".Χρέος της λοιπόν το θεωρεί η Εκκλησία να τιμά και να μνημονεύη τους Αγίους με τα ονόματά τους και να τους εγκωμιάζη. Όποιος πιστεύει πως η Εκκλησία είναι μια μεγάλη οικογένεια εκείνων που έφυγαν και εκείνων που μένουν, καταλαβαίνει την ιερή σημασία της εκκλησιαστικής αυτής πράξεως, μα και την ενί...
Περισσότερα »
Newsletter
Δωρεά Στον Σύνδεσμό Μας
Η αληθινή συγχώρησις. Συγχώρησις ακόμη και εις αυτούς τους εχθρούς μας. Το παράδειγμα του Σαπρικίου και του Νικηφόρου (Αγίου Κοσμά Αιτωλού)
Παρασκευή, 9 Φεβρουαρίου 2024 - 8557 εμφανίσεις άρθρου
Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ
(ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ)
Πρώτη δημοσίευσις 11/09/2017
Σήμερον 9 Φεβρουαρίου εορτάζει ο Άγιος Νικηφόρος ο Μάρτυς.
Αξίζει να δούμε την ιστορία του, όπως μας την διηγείται ο Άγιος Κοσμάς.
Το παράδειγμα του Σαπρικίου και του Νικηφόρου
Και πρώτον, πρέπει αδελφοί μου, να προσέχετε εις όλα τα νοήματα του αγίου Ευαγγελίου, διότι είνε όλα διαμάντια, θησαυρός, χαρά, ευφροσύνη, ζωή αιώνιος, και περισσότερον εδώ εις τα Άχραντα Μυστήρια. Και πρώτον να στοχασθώμεν τι έκαμεν ο Χριστός μας. Δεν εφύλαξε μίσος και έχθρα να μη μεταλάβη τον Ιούδαν τον εχθρόν του, αλλ’ όπως εμετάλαβε και τούς ένδεκα μαθητάς, τούς φίλους του τούς καλούς, έτσι και τον Ιούδαν, τον εχθρόν του.
Κάποτε ήτο ένας άνθρωπος ονομαζόμενος Σαπρίκιος, ο οποίος ενήστευε πάντοτε, προσηύχετο, υπάνδρευε πτωχάς γυναίκας, έκτιζεν εκκλησίας, ποτέ του δεν έβλαψεν, αλλ’ αγαπούσε το δίκαιον. Ήτο και ένας άλλος ονομαζόμενος Νικηφόρος, ο οποίος ποτέ του καλόν δεν έκαμε, μάλιστα έκλεπτεν, αδικούσε τον κόσμον, επόρνευεν, όλα τα κακά τα είχε κάμει. Ήθελε δε να φονεύση και τον αδελφόν του Σαπρίκιον.
Μίαν ημέραν στέλλει ο βασιλεύς και παίρνει τον Σαπρίκιον και του λέγει:
"Να αρνηθής τον Χριστόν και να προσκυνήσης τα είδωλα".
Λέγει του ο Σαπρίκιος:
"Εγώ τον Χριστόν μου δεν τον αρνούμαι ποτέ".
Τον εβασάνισεν ο βασιλεύς δυνατά και ωσάν είδε πως δεν είνε τρόπος να νικήση την γνώμην του, απεφάσισε να τον θανατώση.
Παίρνοντάς τον λοιπόν ο δήμιος να τον υπάγη εις τον τόπον της καταδίκης, το έμαθεν ο Νικηφόρος και πηγαίνει εις τον δρόμον και λέγει του Σαπρικίου:
"Εγώ, αδελφέ, σου έπταισα· και έμαθα ότι θα σε θανατώσουν. Δια τούτο σε παρακαλώ, αδελφέ, να με συγχωρήσης· σου έσφαλα". Πάλιν κύπτει ο Νικηφόρος και τον παρακαλεί, του φιλεί τα πόδια. "Αδελφέ, λέγει, συγχώρησόν με δια τον Θεόν".
Αλλ’ ο αδελφός του δεν τον συγχωρεί. Έφθασαν και εις τον τόπον της καταδίκης. Τον παρεκάλει ο Νικηφόρος μετά δακρύων, και δεν τον εσυγχώρησε.
Του λέγει πάλιν ο Νικηφόρος:
"Ιδού, αδελφέ, τώρα θα σε κόψουν· διατί δεν με συγχωρείς; Εσύ θα κολασθής· εγώ σε συγχωρώ με όλην μου την καρδίαν".
Λέγει του ο Σαπρίκιος:
"Εγώ δεν σε συγχωρώ ποτέ"!
Και καθώς εσήκωσεν ο δήμιος το σπαθί να του κόψη το κεφάλι, βλέπων ο πανάγαθος Θεός την κακήν του γνώμην, σηκώνει την χάριν του, και ερωτά ο Σαπρίκιος τον στρατιώτην:
"Διατί θέλης να με φονεύσης;"
Λέγει του ο στρατιώτης:
"Και δεν το ηξεύρεις τώρα τόσον καιρόν; Διότι δεν προσκυνάς τα είδωλα".
Λέγει του ο Σαπρίκιος:
"Δια τούτο με βασανίζεις; Εγώ αρνούμαι τον Χριστόν και προσκυνώ τα είδωλα"!
Και ευθύς λέγοντας τον λόγον δεν τον εφόνευσεν, αλλ’ ηρνήθη τον Χριστόν και υπήγε με τον Διάβολον.
Βλέπων ο Νικηφόρος τούς Αγγέλους οπού έστεκαν με ένα στέφανον χρυσούν, λέγει εις τον δήμιον:
"Εγώ είμαι χριστιανός και πιστεύω εις τον Χριστόν μου".
Λέγει του Σαπρικίου:
"Συγχώρησόν με, αδελφέ, και ο Θεός συγχωρήσοι σε".
Και αμέσως έκοψεν ο στρατιώτης το κεφάλι του Νικηφόρου και παρέλαβον οι Άγγελοι την ψυχήν αυτού και την υπήγαν εις τον παράδεισον.
Δια τούτο και ημείς ευσεβείς χριστιανοί πρέπει να αγαπώμεν τούς εχθρούς μας και να τούς συγχωρώμεν· να τούς τρέφωμεν, να τούς ποτίζωμεν, να παρακαλούμεν τον Θεόν δια την ψυχήν των, και τότε να λέγωμεν εις τον Θεόν: Θεέ μου, σε παρακαλώ να με συγχωρήσης καθώς και εγώ συγχωρώ τούς εχθρούς μου. Ει δε και δεν συγχωρήσωμεν τούς εχθρούς μας, και το αίμά μας να χύσωμεν δια την αγάπην του Χριστού, εις την κόλασιν πηγαίνομεν.
Κάμνετε εδώ αφορισμούς; Να προσέχετε, χριστιανοί μου, ποτέ σας να μη κάμνετε, διότι ο αφορισμός είνε ξεχωρισμός από τον Θεόν, από τούς Αγγέλους, από τον παράδεισον, και παραδομός εις τον διάβολον, εις την κόλασιν. Δι’ εκείνον τον αδελφόν εσταυρώθη ο Χριστός να βγάλη από την κόλασιν, και συ δια μικρόν πράγμα τον αφορίζεις και τον βάνεις εις την κόλασιν να καίεται πάντοτε; Τόσον σκληροκάρδιος είσαι; Μα καλά στοχάσου· από τον καιρόν που εγεννήθης πόσες αμαρτίες έχεις πράξει με το μάτι ή με το αυτί ή με το στόμα ή με τον νουν; Αναμάρτητος νομίζεις είσαι; Το άγιον Ευαγγέλιον μας λέγει ότι μόνον ο Χριστός είνε αναμάρτητος, ημείς δε οι άνθρωποι είμεθα όλοι αμαρτωλοί. Ώστε να μη κάμνετε αφορισμούς.
Δια τούτο, χριστιανοί μου, αν θέλετε να σας συγχωρήση ο Θεός όλα σας τα αμαρτήματα και να σας γράψη δια τον παράδεισον, ειπέτε και η ευγενία σας δια τούς εχθρούς σας τρεις φοράς:
"Ο Θεός συγχωρήσοι και ελεήσοι αυτούς".
Αυτή, αδελφοί μου, η συγχώρησις έχει δύο ιδιώματα, ένα να φωτίζη και ένα να κατακαίη. Εγώ σας είπα να συγχωρήτε τούς εχθρούς σας δια ιδικόν σας καλόν. Εσύ πάλιν οπού αδίκησες τούς αδελφούς σου και ήκουσες οπού είπον να σε συγχωρήσουν, μη χαίρεσαι, αλλά μάλιστα να κλαις, διότι αυτή η συγχώρησίς σου έγινε φωτιά εις το κεφάλι σου, ανίσως και δεν επιστρέψης το άδικον οπίσω. Να κλαύσης και να παρακαλέσης να σε συγχωρήση ο Θεός δια τας ιδικάς σου αμαρτίας. Όλοι οι πνευματικοί, πατριάρχαι, αρχιερείς, όλος ο κόσμος να σε συγχωρήση, ασυγχώρητος είσαι. Αμή ποίος έχει την εξουσίαν να σε συγχωρήση; Εκείνος οπού τον αδίκησες. Και αν εξετάσωμεν καλά, πρέπει να δώσης εις το ένα τέσσαρα, καθώς λέγει το ιερόν Ευαγγέλιον, και τότε να λάβης συγχώρησιν. Έτυχε και δεν έχεις να πληρώσης; Πήγαινε και πώλησον τα πράγματά σου, και όσα πάρεις δόσε τα· και καλύτερα να είσαι σκλάβος εδώ εις το σώμα πέντε, δέκα χρόνους, και να πηγαίνης εις τον παράδεισον, παρά να είσαι ελεύθερος εδώ και αύριον να πηγαίνης εις την κόλασιν να καίεσαι πάντοτε.
Όθεν, αδελφοί μου, όσοι αδικήσατε Χριστιανούς ή Εβραίους ή Τούρκους, να δώσητε το άδικον οπίσω, διότι είνε κατηραμένον και δεν βλέπετε καμμίαν προκοπήν. Εκείνα τα άδικα τα τρώγετε δια να ζήτε· και εκείνα σας θανατώνουν, και ο Θεός σας βάνει εις την κόλασιν. Όποιος θέλει να δώση το άδικον οπίσω, ας σηκωθή να μου το ειπή, να βάλω όλους τούς χριστιανούς να τον συγχωρήσωσιν. Ένα πρόβατον κλεμμένον να βάλης εις 100 ιδικά σου, τα μαγαρίζει όλα· διότι είνε αφωρισμένον και κατηραμένον.
Σας παρακαλώ, χριστιανοί μου, να ειπήτε και δι’ εκείνους, οπού ήθελον δώσει τα άδικα οπίσω, τρεις φοράς:
"Ο Θεός συγχωρήσοι και ελεήσοι αυτούς".
__________________________________________________
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΟ ΙΔΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΕ ΠΟΛΥΤΟΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ
___________________________________________________
Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ (ΣΑΠΡΙΚΙΟΣ-ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ)
Καὶ πρῶτον, πρέπει ἀδελφοί μου, νὰ προσέχετε εἰς ὅλα τὰ νοήματα τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, διότι εἶνε ὅλα διαμάντια, θησαυρός, χαρά, εὐφροσύνη, ζωὴ αἰώνιος, καὶ περισσότερον ἐδῶ εἰς τὰ Ἄχραντα Μυστήρια. Καὶ πρῶτον νὰ στοχασθῶμεν τί ἔκαμεν ὁ Χριστός μας. Δὲν ἐφύλαξε μίσος καὶ ἔχθρα νὰ μὴ μεταλάβη τὸν Ἰούδαν τὸν ἐχθρόν του, ἀλλ᾿ ὅπως ἐμετάλαβε καὶ τοὺς ἕνδεκα μαθητάς, τοὺς φίλους του τοὺς καλούς, ἔτσι καὶ τὸν Ἰούδαν, τὸν ἐχθρόν του.
Ἦτο ἕνας ἄνθρωπος ὀνομαζόμενος Σαπρίκιος, ὁ ὁποῖος ἐνήστευε πάντοτε, προσηύχετο, ὑπάνδρευε πτωχὰς γυναίκας, ἔκτιζεν ἐκκλησίας, ποτέ του δὲν ἔβλαψεν, ἀλλ᾿ ἀγαποῦσε τὸ δίκαιον. Ἦτο καὶ ἕνας ἄλλος ὀνομαζόμενος Νικηφόρος, ὁ ὁποῖος ποτέ του καλὸν δὲν ἔκαμε, μάλιστα ἔκλεπτεν, ἀδικοῦσε τὸν κόσμον, ἐπόρνευεν, ὅλα τὰ κακὰ τὰ εἶχε κάμει. Ἤθελε δὲ νὰ φονεύση καὶ τὸν ἀδελφόν του Σαπρίκιον. Μίαν ἡμέραν στέλλει ὁ βασιλεὺς καὶ παίρνει τὸν Σαπρίκιον καὶ τοῦ λέγει: Νὰ ἀρνηθῆς τὸν Χριστὸν καὶ νὰ προσκυνήσῃς τὰ εἴδωλα. Λέγει του ὁ Σαπρίκιος: Ἐγὼ τὸν Χριστόν μου δὲν τὸν ἀρνοῦμαι ποτέ. Τὸν ἐβασάνισεν ὁ βασιλεὺς δυνατὰ καὶ ὡσὰν εἶδε πὼς δὲν εἶνε τρόπος νὰ νικήση τὴν γνώμην του, ἀπεφάσισε νὰ τὸν θανατώση. Παίρνοντάς τον λοιπὸν ὁ δήμιος νὰ τὸν ὑπάγη εἰς τὸν τόπον τῆς καταδίκης, τὸ ἔμαθεν ὁ Νικηφόρος καὶ πηγαίνει εἰς τὸν δρόμον καὶ λέγει τοῦ Σαπρικίου: Ἐγώ, ἀδελφέ, σοῦ ἔπταισα· καὶ ἔμαθα ὅτι θὰ σὲ θανατώσουν. Διὰ τοῦτο σὲ παρακαλῶ, ἀδελφέ, νὰ μὲ συγχωρήσῃς· σοῦ ἔσφαλα. Πάλιν κύπτει ὁ Νικηφόρος καὶ τὸν παρακαλεῖ, τοῦ φιλεῖ τὰ πόδια. Ἀδελφέ, λέγει, συγχώρησόν με διὰ τὸν Θεόν. Ἀλλ᾿ ὁ ἀδελφός του δὲν τὸν συγχωρεῖ. Ἔφθασαν καὶ εἰς τὸν τόπον τῆς καταδίκης. Τὸν παρεκάλει ὁ Νικηφόρος μετὰ δακρύων, καὶ δὲν τὸν ἐσυγχώρησε. Τοῦ λέγει πάλιν ὁ Νικηφόρος: Ἰδού, ἀδελφέ, τώρα θὰ σὲ κόψουν· διατὶ δὲν μὲ συγχωρεῖς; Ἐσὺ θὰ κολασθῆς· ἐγὼ σὲ συγχωρῶ μὲ ὅλην μου τὴν καρδίαν. Λέγει του ὁ Σαπρίκιος: Ἐγὼ δὲν σὲ συγχωρῶ ποτέ! Καὶ καθὼς ἐσήκωσεν ὁ δήμιος τὸ σπαθὶ νὰ τοῦ κόψη τὸ κεφάλι, βλέπων ὁ πανάγαθος Θεὸς τὴν κακήν του γνώμην, σηκώνει τὴν χάριν του, καὶ ἐρωτᾶ ὁ Σαπρίκιος τὸν στρατιώτην: Διατὶ θέλης νὰ μὲ φονεύσῃς; Λέγει του ὁ στρατιώτης: Καὶ δὲν τὸ ἠξεύρεις τώρα τόσον καιρόν; Διότι δὲν προσκυνᾶς τὰ εἴδωλα. Λέγει του ὁ Σαπρίκιος: Διὰ τοῦτο μὲ βασανίζεις; Ἐγὼ ἀρνοῦμαι τὸν Χριστὸν καὶ προσκυνῶ τὰ εἴδωλα! Καὶ εὐθὺς λέγοντας τὸν λόγον δὲν τὸν ἐφόνευσεν, ἀλλ᾿ ἠρνήθη τὸν Χριστὸν καὶ ὑπῆγε μὲ τὸν διάβολον. Βλέπων ὁ Νικηφόρος τοὺς Ἀγγέλους ὁποὺ ἔστεκαν μὲ ἕνα στέφανον χρυσοῦν, λέγει εἰς τὸν δήμιον: Ἐγὼ εἶμαι χριστιανὸς καὶ πιστεύω εἰς τὸν Χριστόν μου. Λέγει τοῦ Σαπρικίου: Συγχώρησόν με, ἀδελφέ, καὶ ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι σε. Καὶ ἀμέσως ἔκοψεν ὁ στρατιώτης τὸ κεφάλι τοῦ Νικηφόρου καὶ παρέλαβον οἱ Ἄγγελοι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ καὶ τὴν ὑπῆγαν εἰς τὸν παράδεισον.
Διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς εὐσεβεῖς χριστιανοὶ πρέπει νὰ ἀγαπῶμεν τοὺς ἐχθρούς μας καὶ νὰ τοὺς συγχωρῶμεν· νὰ τοὺς τρέφωμεν, νὰ τοὺς ποτίζωμεν, νὰ παρακαλοῦμεν τὸν Θεὸν διὰ τὴν ψυχήν των, καὶ τότε νὰ λέγωμεν εἰς τὸν Θεόν: Θεέ μου, σὲ παρακαλῶ νὰ μὲ συγχωρήσῃς καθὼς καὶ ἐγὼ συγχωρῶ τοὺς ἐχθρούς μου. Εἰ δὲ καὶ δὲν συγχωρήσωμεν τοὺς ἐχθρούς μας, καὶ τὸ αἷμά μας νὰ χύσωμεν διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνομεν (42).
Κάμνετε ἐδῶ ἀφορισμούς; Νὰ προσέχετε, χριστιανοί μου, ποτέ σας νὰ μὴ κάμνετε, διότι ὁ ἀφορισμὸς εἶνε ξεχωρισμὸς ἀπὸ τὸν Θεόν, ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους, ἀπὸ τὸν παράδεισον, καὶ παραδομὸς εἰς τὸν διάβολον, εἰς τὴν κόλασιν. Δι᾿ ἐκεῖνον τὸν ἀδελφὸν ἐσταυρώθη ὁ Χριστὸς νὰ βγάλη ἀπὸ τὴν κόλασιν, καὶ σὺ διὰ μικρὸν πράγμα τὸν ἀφορίζεις καὶ τὸν βάνεις εἰς τὴν κόλασιν νὰ καίεται πάντοτε; Τόσον σκληροκάρδιος εἶσαι; Μὰ καλὰ στοχάσου· ἀπὸ τὸν καιρὸν ποὺ ἐγεννήθης πόσες ἁμαρτίες ἔχεις πράξει μὲ τὸ μάτι ἢ μὲ τὸ αὐτὶ ἢ μὲ τὸ στόμα ἢ μὲ τὸν νοῦν; Ἀναμάρτητος νομίζεις εἶσαι; Τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον μᾶς λέγει ὅτι μόνον ὁ Χριστὸς εἶνε ἀναμάρτητος, ἡμεῖς δὲ οἱ ἄνθρωποι εἴμεθα ὅλοι ἁμαρτωλοί. Ὥστε νὰ μὴ κάμνετε ἀφορισμούς.
Διὰ τοῦτο, χριστιανοί μου, ἂν θέλετε νὰ σᾶς συγχωρήσῃ ὁ Θεὸς ὅλα σας τὰ ἁμαρτήματα καὶ νὰ σᾶς γράψη διὰ τὸν παράδεισον, εἰπέτε καὶ ἡ εὐγένιά σας διὰ τοὺς ἐχθρούς σας τρεῖς φοράς: Ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι καὶ ἐλεῆσοι αὐτούς. Αὐτή, ἀδελφοί μου, ἡ συγχώρησις ἔχει δυὸ ἰδιώματα, ἕνα νὰ φωτίζῃ καὶ ἕνα νὰ κατακαίῃ. Ἐγὼ σᾶς εἶπα νὰ συγχωρῆτε τοὺς ἐχθρούς σας διὰ ἰδικόν σας καλόν. Ἐσὺ πάλιν ὁποὺ ἀδίκησες τοὺς ἀδελφούς σου καὶ ἤκουσες ὁποὺ εἶπον νὰ σὲ συγχωρήσουν, μὴ χαίρεσαι, ἀλλὰ μάλιστα νὰ κλαῖς, διότι αὐτὴ ἡ συγχώρησίς σου ἔγινε φωτιὰ εἰς τὸ κεφάλι σου, ἀνίσως καὶ δὲν ἐπιστρέψης τὸ ἄδικον ὀπίσω. Νὰ κλαύσῃς καὶ νὰ παρακαλέσῃς νὰ σὲ συγχωρήσῃ ὁ Θεὸς διὰ τὰς ἰδικάς σου ἁμαρτίας. Ὅλοι οἱ πνευματικοί, πατριάρχαι, ἀρχιερεῖς, ὅλος ὁ κόσμος νὰ σὲ συγχωρήσῃ, ἀσυγχώρητος εἶσαι. Ἀμὴ ποῖος ἔχει τὴν ἐξουσίαν νὰ σὲ συγχωρήσῃ; Ἐκεῖνος ὁποὺ τὸν ἀδίκησες. Καὶ ἂν ἐξετάσωμεν καλά, πρέπει νὰ δώσῃς εἰς τὸ ἕνα τέσσαρα, καθὼς λέγει τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, καὶ τότε νὰ λάβης συγχώρησιν. Ἔτυχε καὶ δὲν ἔχεις νὰ πληρώσῃς; Πήγαινε καὶ πώλησον τὰ πράγματά σου, καὶ ὅσα πάρεις δόσε τα· καὶ καλύτερα νὰ εἶσαι σκλάβος ἐδῶ εἰς τὸ σῶμα πέντε, δέκα χρόνους, καὶ νὰ πηγαίνης εἰς τὸν παράδεισον, παρὰ νὰ εἶσαι ἐλεύθερος ἐδῶ καὶ αὔριον νὰ πηγαίνης εἰς τὴν κόλασιν νὰ καίεσαι πάντοτε.
Ὅθεν, ἀδελφοί μου, ὅσοι ἀδικήσατε Χριστιανοὺς ἢ Ἑβραίους ἢ Τούρκους, νὰ δώσητε τὸ ἄδικον ὀπίσω, διότι εἶνε κατηραμένον καὶ δὲν βλέπετε καμμίαν προκοπήν. Ἐκεῖνα τὰ ἄδικα τὰ τρώγετε διὰ νὰ ζῆτε· καὶ ἐκεῖνα σᾶς θανατώνουν, καὶ ὁ Θεὸς σᾶς βάνει εἰς τὴν κόλασιν. Ὅποιος θέλει νὰ δώση τὸ ἄδικον ὀπίσω, ἂς σηκωθῆ νὰ μοῦ τὸ εἰπῆ, νὰ βάλω ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ τὸν συγχωρήσωσιν. Ἕνα πρόβατον κλεμμένον νὰ βάλης εἰς 100 ἰδικά σου, τὰ μαγαρίζει ὅλα· διότι εἶνε ἀφωρισμένον καὶ κατηραμένον. Σᾶς παρακαλῶ, χριστιανοί μου, νὰ εἰπῆτε καὶ δι᾿ ἐκείνους, ὁποὺ ἤθελον δώσει τὰ ἄδικα ὀπίσω, τρεῖς φοράς: Ὁ Θεὸς συγχωρήσοι καὶ ἐλεήσοι αὐτούς.
(Αγίου Κοσμά Αιτωλού, Διδαχή Δ΄.
Βιβλίον «ΠΑΤΡΟΚΟΣΜΑΣ» σελ. 109)