Τεύχος 27
Ενότητες
Φωτό & Βίντεο
Δημοφιλή Άρθρα
Εορτολόγιο (νέο ημ.)
21/11 Τα Εισόδια της Θεοτόκου *
ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΛΙΓΑ ΤΙΝΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ Νους ανθρώπινος δεν μπορεί να συλλάβη το έργο της θείας οικονομίας, τι έκαμε δηλαδή και τι κάνει η αγάπη και η σοφία του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου.Το έργο αυτό πραγματοποιήθηκε από τον Σωτήρα Κύριο στον κόσμο, παραδίδεται από την Εκκλησία και κηρύσσεται στη θεία Γραφή από τους Ευαγγελιστάς και τους Αποστόλους, και οι πιστοί το δέχονται "διά της πίστεως", όχι σαν ιστορική γνώση και σαν φυσική ανακάλυψη, αλλά σαν Αποκάλυψη Θεού και ιερή Παράδοση της Εκκλησίας.Μέσα σ’ έναν τέτοιο κόσμο θείας Αποκαλύψεως και ιερής Παραδόσεως της Εκκλησίας, που τον θεωρούμε και τον ζούμε "διά της πίστεως" τοποθετείται η σημερινή εορτή των Εισοδίων της Υπεραγίας Θεοτόκου."Αγνείας γαρ έχει υπόθεσιν και του κοινού γένους ...
Περισσότερα »
Εορτολόγιο (παλαιό ημ.)
8/11 Η Σύναξις των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ *
Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΩΝ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΑΒΡΙΗΛ ΟΛΙΓΑ ΤΙΝΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ Σήμερα η Εκκλησία τελεί Σύναξη (=συνάθροιση-συγκέντρωση) «εις τιμήν και μνήμην των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ και των λοιπών Ασωμάτων και Ουρανίων Δυνάμεων».Ανάμεσα στον Θεό και στον άνθρωπο είναι οι Άγγελοι, που δημιουργήθηκαν από τον Θεό πριν από τον κόσμο και τον άνθρωπο, καθώς λέει η θεία Γραφή·"ότε εγενήθησαν άστρα, ήνεσάν με εν φωνή μεγάλη πάντες άγγελοί μου". Το έργο των αγίων Αγγέλων είναι να υπηρετούν στη σωτηρία των ανθρώπων, όπως πάλι μας το λέει η θεία Γραφή·"...εις διακονίαν αποστελλόμενα δια τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν". Στην Αγία Γραφή συναντούμε τρεις Αρχαγγέλους με τα ονόματά τους, τον Μιχαήλ, τον Γαβριήλ και τον Ραφαήλ, που εκτελούν διακονία για τη ...
Περισσότερα »
Newsletter
Δωρεά Στον Σύνδεσμό Μας
Παροιμιώδεις Λέξεις και Φράσεις
ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ
"Αλλού ο παππάς, αλλού τα ράσα"
Ήταν μία φορά ένας παππάς που είχε ένα κτηματάκι μακριά
από την ενορία του και πήγαινε μόνος του και το όργωνε. Όταν πήγαινε λοιπόν, και άρχιζε το όργωμα, άφηνε τα ράσα του στην εκκλησία, για να μη σκονιστούν, φόραγε τα ρούχα τα παλιά του και πήγαινε στο κτήμα. Όταν τελείωνε τη δουλειά στο κτήμα, γύριζε στην εκκλησία και ξανάβαζε τα ράσα του.
Οι ενορίτες, που έβλεπαν να κρέμονται τα ράσα στο στασίδι, έλεγαν: "αλλού ο παππάς και αλλού τα ράσα του".
Την έκφραση αυτή τη συναντάμε σε πολλές συλλογές. (Ν. Πολίτη "Παροιμίες" Α’ τομ., σελ. 570 - Πυργου παρά Π. Λιναρδάκη - Κεφαλληνίας παρά Σ. Παγώνη κλπ.).
"Κάνε τα αδύνατα δυνατά"
Όταν προσπαθούμε να εξαντλήσουμε μια προσπάθεια, για να πετύχουμε κάποιο σκοπό. ("Τα αδύνατα παρ’ ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστιν" Λουκ. ιη’
, 27).Την έκφραση "τα αδύνατα δυνατά" τη βρίσκουμε και στον Ισοκράτη ("Προς Δημόνικον" 7). Λεει ο Ισοκράτης, ότι "η κτήσις της αρετής", εκτός του ότι είναι "κρείττων του πλούτου" (ανώτερη από τον πλούτο) και "χρησιμοτέρα της ευγενείας" (της ευγενικής καταγωγής), "δύναται να καταστήσει τα αδύνατα, δια τούς άλλους, δυνατά εις τούς ασκούντας την αρετήν
".
"Τρία πουλάκια κάθοταν
"Όταν θέλουμε να πούμε πως κάποιος δεν προσέχει αυτόν που μιλάει και μετά μπαίνει στη συζήτηση, λέγοντας άλλα αντ’ άλλων, συνηθίζουμε τη φράση αυτή. Και τούτο γιατί τα "τρία πουλάκια" του δημοτικού μας τραγουδιού κοίταγαν καθένα και σε άλλη διεύθυνση: "Τρία πουλάκια κάθονταν στου Διάκου το ταμπούρι· το ’να κοιτάει τη Λειβαδιά και τ’ άλλο το Ζητούνι· το τρίτο το καλύτερο μοιρολογάει και λέει
...".Αυτή η εξήγηση με την ειρωνική αντιστροφή έγινε στο πέρασμα του χρόνου από το λαο, όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις
.
"Τα φόρτωσε στον κόκορα"-"Κανει τον κόκορα"
Κοινές φράσεις λαϊκές. "Τα φόρτωσε στον κόκορα" δηλαδή, εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια για πιο πέρα, κι επειδή ο κόκορας φημίζεται για ελαφρόμυαλος, έτσι έχασε κάθε ελπίδα. Μερικοί θέλουν να λένε ότι ίσως να προέρχεται η φράση από τις κοκορομαχίες. Δηλαδή, έβαλε η έχασε όλα τα χρήματά του, περιουσία του, σε στοιχήματα πάνω στον κόκορα. Όσο για το "κάνει τον κόκορα" θέλει να πει πως κάνει τον "κάργα-τον νταη, τον παλληκαρά" μια και ο κόκορας όλο επιτίθεται, με το τίποτα. Ο λαός συνηθίζει να λέει τούς ψευτοπαλληκαράδες, τούς κουτσαβάκηδες κοκόρους. (Κοκορας και κόκορος = ο αλέκτωρ, ο πετεινός, ο αλεκτρύων
).
"Γιάννης κερνά και Γιάννης πίνει"
Ανάμεσα στα παλληκάρια του Θ. Κολοκοτρώνη, ξεχώριζε ένας Τριπολιτσιώτης-ο Γιάννης Θυμιούλας-που είχε καταπληκτικές διαστάσεις: Ήταν δύο μέτρα ψηλός, παχύς και με το ένα του χέρι μπορούσε να σηκώσει άλογο. Ο Θυμιούλας έτρωγε στην καθισιά του ολόκληρο αρνί, αλλά πάλι σηκωνόταν πεινασμένος. Έπινε όμως πολύ. Παρόλα αυτά ήταν εξαιρετικά ευκίνητος, δε λογάριαζε τον κίνδυνο κι όταν έβγαινε στο πεδίο της μάχης, ο εχθρός μόνο που τον έβλεπε, έφευγε πάντα. Πολλοί καπεταναίοι, μάλιστα, όταν ήθελαν να κάνουν καμιά τολμηρή επιχείρηση, ζητούσαν από τον Κολοκοτρώνη να τούς τον... δανείσει. Καποτε ωστόσο, ο Θυμιούλας, μαζί με άλλους πέντε συντρόφους του, πολιορκήθηκαν στη σπηλιά ενός βουνού. Και η πολιορκία κράτησε κάπου τρεις μέρες. Στο διάστημα αυτό, είχαν τελειώσει τα λιγοστά τρόφιμα που είχαν μαζί τους οι αρματωλοί και ο Θυμιούλας άρχισε να υποφέρει αφάνταστα.
Στο τέλος, βλέποντας ότι θα πέθαινε από την πείνα, αποφάσισε να κάνει μία ηρωϊκή εξόρμηση, που ισοδυναμούσε με αυτοκτονία. Άρπαξε το χατζάρι του, βγήκε από τη σπηλιά και με απίστευτη ταχύτητα, άρχισε να τρέχει ανάμεσα στούς πολιορκητές, χτυπώντας δεξιά και αριστερά. Ο εχθρός σάστισε, τρόμαξε και το ’βαλε στα πόδια. Έτσι, γλίτωσαν όλοι τους. Ο Θυμιούλας κατέβηκε τότε σ’ ένα ελληνικό χωριό, έσφαξε τρία αρνιά και τα σούβλισε. Ύστερα παράγγειλε και του έφεραν ένα "εικοσάρικο" βαρελάκι κρασί κι έπεσε με τα μούτρα στο φαγοπότι. Φυσικά, όποιος χριστιανός περνούσε από κει, τον φώναζε, για να τον κεράσει. Πανω στην ώρα, έφτασε και ο Θ. Κολοκοτρώνης και ρώτησε να μάθει, τι συμβαίνει.
-Γιάννης κερνά και Γιάννης πίνει! απάντησε ο Προεστός του χωριού. Και όπως λένε, αυτή η φράση, αν και παλιότερη, έμεινε από αυτό το περιστατικό.
"Έγινε Λούης"
Η φράση αυτή βγήκε από τον πρώτο Ολυμπιονίκη στο μαραθώνιο δρόμο, το Μαρουσιώτη Σπύρο Λούη, που έτρεξε τόσο γρήγορα στο αγώνισμα αυτό, στούς πρώτους Ολυμπιακούς αγώνες που έγιναν στην Αθήνα το 1896, ώστε όχι μόνο ήρθε πρώτος, αλλά έφερε και για την εποχή του, έναν περίφημο χρόνο.
Και από τότε όταν κάποιος τρέχει πολύ γρήγορα, η χάνεται ξαφνικά από μπροστά μας λέμε "έγινε Λούης" η "άντε, γίνε Λούης" όταν θέλουμε να διώξουμε κάποιο ευγενικά η χαριτολογώντας από το χώρο μας
.
"Βγήκε από τα ρούχα του"
Όταν ο Ιούλιος Καίσαρας θύμωνε με κάποιον, προτού τον μαλώσει, έλεγε τρεις φορές απ’ έξω το λατινικό αλφάβητο. Έτσι, όταν τελείωνε, τα νεύρα του ήταν ήσυχα και μπορούσε να μιλήσει με ηρεμία. Καποτε, που κάποιος φίλος του τον ειρωνεύτηκε άσχημα γι’ αυτό, ο Ιούλιος Καίσαρας σήκωσε το χέρι του και τον χτύπησε στο πρόσωπο. Ο φίλος του, που δεν περίμενε κάτι τέτοιο, τον ρώτησε για ποιο λόγο του φέρθηκε τόσο βάρβαρα.
- Απλούστατα, αποκρίθηκε εκείνος, γιατί δεν είπα τρεις φορές το αλφάβητό μου κι έτσι δεν μπόρεσα να κρατήσω τα νεύρα μου.
Αλλά και οι αρχαίοι Έλληνες χαρακτήριζαν το θυμό με διάφορες εκφράσεις. Έλεγαν: "Ουδέν οργής ειδικώτερον", "θυμού κράτει" * κι ένα σωρό άλλα.
Ο φιλόσοφος Αθηνόδωρος πάλι, όταν γέρασε κάι θέλησε ν’ αποσυρθεί από την αυλή του αυτοκράτορα Αυγούστου, του είπε καθώς τον αποχαιρετούσε: "Ενθυμού, Καίσαρ, ίνα θυμωμένος ων, μη λέγης η πράττης τι η διακεκριμένως επαναλάβης όλα τα γράμματα του αλφαβήτου". Τοτε όμως ο Κλαύδιος - πρωτοξάδελφος του Αυγούστου, αγράμματος - που άκουσε τη συμβουλή, ρώτησε τον Αθηνόδωρο, τι έπρεπε να κάνει, όταν αυτός θύμωνε, αφού δεν ήξερε να πει το αλφάβητο.
- Εσύ, απάντησε ο φιλόσοφος, αφού δεν ξέρεις γράμματα, να κάνεις κάτι άλλο: Να βγαίνεις απ’ τα ρούχα σου και να παίρνεις ένα παγωμένο λουτρό.
Η φράση: "να βγαίνεις απ’ τα ρούχα σου" έκανε τόση εντύπωση τότε, ώστε όπου πήγαινε κανείς και όπου στεκόταν, την άκουγε. Αλλά και στην εποχή μας, όταν κάποιος θυμώνει περισσότερο απ’ όσο πρέπει, λέμε ότι "βγήκε από τα ρούχα του
".*
Η Μυθολογία λέει, πως κάποτε ο Κιθαιρώνας, όταν ήταν άνθρωπος, συναντήθηκε με την Οργή, που του έμαθε τι αποτελέσματα έχει ο θυμός... Από τότε ο οξύθυμος νέος δεν έκανε τίποτ’ άλλο παρά να τσακώνεται με τ’ αγρίμια. Μια μέρα, μάλιστα, μάλωσε και με την ίδια την Οργή, οπότε αυτή βγάζει απότομα το τσεμπέρι της, τραβά μια τρίχα από τα μαλλιά της και του την πετάει. Η κάθε τρίχα όμως των μαλλιών της ήταν κι ένα φίδι, και τούτη δω, τυλίχτηκε στο λαιμό του Κιθαιρώνα και τον έπνιξε. Γι’ αυτό από τότε λέει ο κόσμος για τον κάθε οξύθυμο, πως τον "πνίγει ο θυμός του". Έτσι οι αρχαίοι πρόγονοί μας έλεγαν: "Θυμού κράτει" δηλ. Κυριάρχησε το θυμό σου. Πνίξε τον εσύ στις αρχές του.
"Άϊντε να κουρεύεσαι"-"Άστον να κουρεύεται"
("Έασον αυτόν χαίρειν", έλεγαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας
Στα Βυζαντινά χρόνια ήταν συνηθισμένο το θέαμα της διαπόμπευσης. Οι Βυζαντινοί το είχαν ένα από τα πρώτα τους θεάματα να πηγαίνουν στις πλατείες και στούς δρόμους, για να παρακολουθήσουν μία διαπόμπευση. Οι τιμωρούμενοι, ήταν οι κλέφτες, οι δειλοί, οι μέθυσοι, οι αντάρτες, οι μοιχοί, αλλά και πολλές φορές πρόσωπα εξέχοντα. Η πρώτη δουλειά ήταν να κουρέψουν αυτόν που πρόκειτο να διαπομπευθεί. Ήταν, δηλαδή, μεγάλη προσβολή τότε να κουρέψεις κάποιον, έτσι όπως αργότερα στα χρόνια της Επανάστασης του ’21, ήταν βρισιά ν’ απειλήσεις κάποιον ότι θα του ξυρίσεις το μουστάκι.
Είναι εύκολο, τώρα, να εξηγήσουμε τις φράσεις: "άστον να κουρεύεται" και σύμφωνα με τη λαϊκή φρασεολογία είναι τόσο "σκάρτος", ώστε του αξίζει να κουρευτεί. Καμμιά φορά ακούμε και τη λέξη: "κουρέματά σου". Το ρήμα "κουρεύω" στούς Βυζαντινούς, λεγόταν και "κουράζω". Είναι δε συνηθισμένη η φράση: "τον τάδε εκούρασαν μοναχόν". Επειδή, λοιπόν, για τον καταδικαζόμενο στη διαπόμπευση και "κουράν", το γεγονός δημιουργούσε ένα ψυχικό και σωματικό κάματο, γιατί πολλές φορές τον χτυπούσαν κιόλας, έμεινε στα χρόνια το "κουράζω", σαν συνώνυμο με το "καταπονώ
".
"
Τραγική ειρωνία"Είναι φράση σχετική με την παράσταση της αρχαίας τραγωδίας.
Εκφράζει την αντίθεση ανάμεσα σ’ εκείνο που λεγόταν η επιδιωκόταν στο αρχαίο δράμα από ένα πρόσωπο και τη γνωστή στο θεατή πραγματικότητα. (Έτσι λ.χ. στον "Οιδίποδα Τυραννο" στο Σοφοκλή, όπου ο ευτυχισμένος ως τότε βασιλιάς, ετοιμάζει την καταστροφή του με τον ακράτητο πόθο του, να μάθει την αλήθεια για την καταγωγή του).
"
Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα αλλιώς"Η φράση αυτή ξεκίνησε από παροιμία, αλλά έγινε παροιμιακή από το παρακάτω περιστατικό.
Στούς χρόνους του Όθωνα, υπήρχε ένας γνωστός κουρελιάρης τύπος: Ο Μανώλης Μπατίνος. Δεν υπήρχε κανείς στην Αθήνα που να μην τον γνωρίζει, μα και να μην τον συμπαθεί. Οι κάτοικοι του έδιναν συχνά κανένα παντελόνι η κανένα σακάκι, αλλά αυτός δεν καταδεχόταν να τα πάρει, γιατί δεν ήταν ζητιάνος. Ήταν... ποιητής, ρήτορας και φιλόσοφος.
Στεκόταν σε μία πλατεία και αράδιαζε ο,τι του κατέβαινε. Καποτε, λοιπόν, έτυχε να περάσει από εκεί ο Ιωάννης Κωλέττης. Ο Μανώλης τον πλησίασε και τον ρώτησε, αν είχε το δικαίωμα να βγάλει λόγο στη... Βουλή. Ο Κωλλέτης του είπε ότι θα του έδινε ευχαρίστως άδεια, αν πετούσε από πάνω του τα παλιόρουχα που φορούσε κι έβαζε άλλα της ανθρωπιάς. Την άλλη μέρα ο Μανώλης παρουσιάστηκε στην πλατεία με τα ίδια ρούχα, αλλά φορούσε τα μέσα έξω. Ο κόσμος τον κοιτούσε έκπληκτος. Και τότε άκουσε αυτούς τούς στίχους από το στόμα του Μανώλη Μπατίνου
:"Άλλαξε η Αθήνα όψη
σαν μαχαίρι δίχως κόψη
,πήρε κάτι απ’ την Ευρώπη
και ξεφούσκωσε σαν τόπι
.Άλλαξαν χαζοί και κούφοι
και μας κάναν κλωτσοσκούφι.
Άλλαξε κι ο Μανωλιός
κι έβαλε τα ρούχα αλλιώς".
"Αγρόν ηγόρασε"
Είναι φράση από μία παραβολή του Ιησού Χριστού, όπου ένας από τούς καλεσμένους σε δείπνο δεν ήρθε, με τη δικαιολογία πως: "αγρόν ηγόρασα και έχω ανάγκην εξελθείν και ιδείν αυτόν" (Λουκ. ιδ’, 18). Λεγεται για κάποιον που δεν προσέχει τις συμβουλές, που δεν δίνει σημασία σε όσα του λένε η που δεν καταλαβαίνει όσα γίνονται γύρω του. Σχετική είναι και η φράση: "Περα βρέχει
".