- Το Χάραγμα και η Σφραγίδα του Αντιχρίστου
- Υπάρχει Μετάνοια μετά το Σφράγισμα του Αντιχρίστου;
Χάραγμα-Σφραγίδα του Αντιχρίστου
Ενότητες
Φωτό & Βίντεο
Δημοφιλή Άρθρα
Εορτολόγιο (νέο ημ.)
1/2 Προεόρτια της Υπαπαντής *
ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ Παραμονή της Υπαπαντής του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Ἀπολυτίκιον.Ἦχος α’. Χορός Ἀγγελικός.Οὐράνιος χορός, οὐρανίων ἁψίδων, προκύψας ἐπί γῆς, καί φερόμενον βλέπων, ὡς βρέφος ὑπομάζιον, πρός ναόν τόν πρωτότοκον, πάσης κτίσεως, ὑπό Μητρός ἀπειράνδρου, προεόρτιον, νῦν σύν ἡμῖν μελῳδοῦσι, φρικτῶς ἐξιστάμενοι. Κοντάκιον.Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.Εν αγκάλαις δέξασθαι καθάπερ βρέφος, Συμεών επείγεται, τον νομοδότην και Θεόν, ω και βοήσει γηθόμενος, απόλυσόν με, σε γαρ είδον Δέσποτα. Μεγαλυνάριον.Χαίρει ο πρεσβύτατος Συμεών, εγγίζοντα βλέπων, τον Δεσπότην εν τω Ναώ, όθεν επ...
Περισσότερα »
Εορτολόγιο (παλαιό ημ.)
19/1 Μάρκος ο Ευγενικός, Επίσκοπος *
ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΕΦΕΣΣΟΥ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ "Μάρκος ουχ υπέγραψε, λοιπόν εποιήσαμεν ουδέν". Ο Μάρκος δεν υπέγραψε, λοιπόν δεν κάναμε τίποτα. Μια παροιμιώδης φράση του Πάπα Ρώμης, όταν ο Μάρκος ο Ευγενικός δεν έβαλε την υπογραφή του στο πρωτόκολλο για την ένωση των Εκκλησιών, ενώ είχαν υπογράψει όλοι οι άλλοι "ορθόδοξοι" Επίσκοποι. Ο υπέρμαχος αυτός της Ορθοδοξίας γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1392. Γονείς είχε τον διάκονο Γεώργιο και τη Μαρία, πού ήταν κόρη κάποιου γιατρού Λουκά ονομαζόμενου. Ο Μάρκος είχε πολλά χαρίσματα και αναδείχθηκε έξοχος στις θεολογικές και άλλες σπουδές.Δίδασκε στο φροντιστήριο του πατέρα του, και αργότερα, μετά τον θάνατο αυτού, τον διαδέχθ...
Περισσότερα »
Newsletter
Δωρεά Στον Σύνδεσμό Μας
Υπάρχει Μετάνοια μετά το Σφράγισμα του Αντιχρίστου;
Τετάρτη, 2 Απριλίου 2014 - 14254 εμφανίσεις άρθρου
ΥΠΑΡΧΕΙ ή ΟΧΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ
ΜΕΤΑ ΤΟ ΧΑΡΑΓΜΑ-ΣΦΡΑΓΙΣΜΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ;
«Οὐκ ἐλήλυθα καλέσαι δικαίους, ἀλλά ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν». Λουκ. ε’, 32)
«Καί ἐάν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ, ἐάν δέ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡσεί ἔριον λευκανῶ...». (Ἡσαΐας α’, 18)
«Οὗ δέ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις». (Ρωμ. ε’, 20)
Ὅπως ἔχουμε γράψει καί ἀποδείξει ἐδῶ καί πολλά χρόνια, μέ πολλά στοιχεῖα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ζοῦμε στήν ἐποχή τοῦ Ἀντιχρίστου. Σύντομα δέ θά χρισθεῖ παγκόσμιος βασιλιάς καί μεσσίας στόν Ναό τοῦ Σολομῶντος καί θά κυβερνήσει ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα γιά 3,5 ἔτη. Στό διάστημα τῆς κυριαρχίας του, ὅπως γράφει ἡ Ἀποκάλυψις, θά ἐπιβάλλει τό Χάραγμα-Σφράγισμά του μέ τόν ἐπάρατο ἀριθμό του, «666». (Ἀποκ. ΙΓ΄)
Δυστυχῶς, δέν εἶναι ὀλίγοι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι εἴτε ἀπό ἄγνοια, εἴτε ἀπό «ζῆλο οὐ κατ΄ ἐπίγνωσιν», εἴτε ἀπό πλάνη, εἴτε ἐσκεμένα, εἴτε διά ἄλλους λόγους ἰδικούς τους, πιστεύουν καί κηρύττουν, ὅτι ὅσοι τελικά -ΠΟΛΥ ΚΑΚΩΣ ΒΕΒΑΙΑ- λάβουν τό ΣΦΡΑΓΙΣΜΑ ἤ ΧΑΡΑΓΜΑ τοῦ Ἀντιχρίστου, δέν θά μπορέσουν νά μετανοήσουν, σέ καμμία περίπτωση καί μέ κανέναν τρόπον. Οὔτε δέ ὁ Θεός θά μπορέσει νά τούς συγχωρέσει, ἀκόμη καί ἐάν οἱ ἴδιοι θά θελήσουν νά μετανοήσουν! Μάλιστα μέσα σέ αὐτούς εἶναι, δυστυχῶς, καί πάρα πολλοί κληρικοί, μοναχοί και θεολόγοι.
Ἐπειδή λοιπόν, ἐπικρατεῖ τεράστια σύγχυση καί πλάνη δυστυχῶς καί γιά τό θέμα, αὐτό, ἐάν δηλαδή ὑπάρχει μετάνοια ἤ ὄχι μετά τό Σφράγισμα τοῦ Ἀντιχρίστου, ἄς δοῦμε, μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ποιά εἶναι ἡ Ἀλήθεια.
Ἡ μεγάλη πλάνη τοῦ Διαβόλου καί Ἀντιχρίστου
Εἶναι ἀπίστευτο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πῶς τελικά ὁ Διάβολος καταφέρνει τόσο εὔκολα καί τόσα περίτεχνα νά διαστρέφει τήν Ἀλήθεια καί τήν πραγματικότητα, ἀκόμη καί στά πιό βέβαια καί αὐτονόητα πράγματα τῆς Πίστεώς μας.
Ἀπορῶ δέ τά μέγιστα, πῶς μπορεῖ νά ὑπάρχουν εὐσεβεῖς πιστοί καί μάλιστα κληρικοί καί μοναχοί, οἱ ὁποῖοι νά μήν μποροῦν νά κατανοήσουν μία ἀπό τίς πρώτες καί θεμελιώδεις ἀρχές τῆς Πίστεῶς μας, πού εἶναι γιά μέν τούς ἀνθρώπους ἡ Μετάνοια, γιά δέ τόν Θεόν ἡ Συγχώρηση σέ ὁποιαδήποτε ἁμαρτία.
Πῶς εἶναι δυνατόν ἀπό τήν μία νά λένε καί νά κηρύττουν ὅτι ὁ Θεός εἶναι «Ἀγάπη» εἶναι πολυεύσπλαγχνος, πολυέλεος καί θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν», καί ὅτι κάθε φορά πού μετανοεῖ κάποιος ἁμαρτωλός «χαρά μεγάλη γίνεται εἰς τόν οὐρανόν» καί ὁ Θεός σφάζει τόν «μόσχον τόν σιτευτόν» ὅπως στήν περίπτωση τοῦ Ἀσώτου υἱοῦ τοῦ Εὐαγγελίου, καί ἀπό τήν ἄλλη (φρῖξον ἥλιε!!!) νά λένε ὅτι ναί, καλά μέν ὅλα αὐτά, ἔτσι πράγματι εἶναι, ἀλλά ὑπάρχει μία ἁμαρτία, πού ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά συγχωρήσει, καί αὐτή εἶναι τό Σφράγισμα τοῦ Ἀντιχρίστου.
Δηλαδή, ἐάν συμβαίνει αὐτό, τότε ὁ Θεός ἡττᾶται ἀπό τό πλάσμα του, τόν ἐκπεσόντα Ἑωσφόρον, ἀφοῦ δέν δύναται νά ἐξουδετερώσει κάποιο ἀπό τά ἐπιτεύγματα τοῦ Διαβόλου, δηλαδή μία ἁμαρτία.
Ἡ λυτρωτική θυσία τοῦ Χριστοῦ, ὑπάρχει, κατώτερη τῆς κολαστικῆς δυνάμεως τοῦ Διαβόλου.
Ἡ ἁμαρτία τοῦ Σφραγίσματος, καθίσταται, ἀνώτερη ἀπό τήν Μετάνοια καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Διάβολος, παρουσιάζεται, ἀνώτερος ἀπό τόν Θεόν.
Καί τελικά αὐτό (ἡ ἁμαρτία) πού κατά τούς Ἁγίους καί Θεοφόρους Πατέρες μας δέν ὑπάρχει, εἶναι δηλαδή “μή ὄν” ἀφοῦ δέν ἔχει δημιουργηθεῖ ἀπό τόν Θεόν καί εἶναι ἡ ἔλλειψη τοῦ καλοῦ καί ἀγαθοῦ, ὅπως ἀκριβῶς καί ἡ σκιά μέ τόν ἥλιον, νικάει τόν Μόνον πού πραγματικά ὑπάρχει, τόν Θεόν, πού εἶναι «ὁ ὦν, ὁ ἦν, καί ὁ ἐρχόμενος» καί πού τά πάντα ἀκόμη καί τούς ἀγγέλους καί ἄρα καί τόν ἑωσφόρον, «ἐκ τοῦ μή ὄντος εἰς τό εἶναι παρήγαγε».
Ὁποῖος παραλογισμός! Ὁποῖα πλάνη!! Ὁποῖα βλασφημία!!!
Πῶς θά μποροῦσε βέβαια νά εἶναι διαφορετικά τά πράγματα, ἀφοῦ ἕνα ἀπό τά μεγάλα καί καθοριστικά «Σημεῖα τῶν Καιρῶν» θά εἶναι ἡ Σύγχυση καί ἡ Πλάνη πού θά ἐπικρατήσει σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους τῆς γῆς, ὅταν θά ἔλθει ὁ Ἀντίχριστος ὁ ὁποῖος θά πλανήσει ἀκόμη καί τούς ἐκλεκτούς. (Ματθ. κδ΄, 23-27).
Ἄς πάρουμε ὅμως τά πράγματα μέ τήν σειρά τους, γιά νά δοῦμε ἐάν τελικά ὑπάρχει ἤ δέν ὑπάρχει Μετάνοια μετά τό Σφράγισμα.
Τά ψευτοεπιχειρήματα καί οἱ ἰσχυρισμοί τους
Ποῦ ὅμως "στηρίζονται" ὅλοι αὐτοί πού ὑποστηρίζουν ὅτι δέν ὑπάρχει μετάνοια μετά τό Σφράγισμα;
Στήν Ἀποκάλυψη καί τούς Ἁγίους Πατέρες μᾶς λένε. Εἶναι ὅμως ἔτσι;
Ἄς δοῦμε τά δῆθεν ἐπιχειρήματά τους:
α) «...Καί ἄλλος ἄγγελος τρίτος ἠκολούθησε αὐτοῖς λέγων ἐν φωνῇ μεγάλῃ· εἴ τίς προσκυνεῖ τό θηρίον καί τήν εἰκόνα αὐτοῦ καί λαμβάνει χάραγμα ἐπί τοῦ μετώπου αὐτοῦ ἐπί τήν χεῖρα αὐτοῦ, καί αὐτός πίεται ἐκ τοῦ οἴνου τοῦ θυμοῦ τοῦ Θεοῦ... καί βασανισθήσεται ἐν πυρί καί θείῳ ἐνώπιον τοῦ ἀρνίου. Καί ὁ καπνός τοῦ βασανισμοῦ αὐτῶν εἰς αἰῶνας αἰώνων ἀναβαίνει, καί οὐκ ἔχουσι ἀνάπαυσιν ἡμέρας καί νυκτός οἱ προσκυνοῦντες τό θηρίον καί τήν εἰκόνα αὐτοῦ, καί εἴ τις λαμβάνει τό χάραγμα τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ». (Ἀποκ. ιδ’, 9-10).
Καί πάλιν:
β) «Καί ἀπῆλθεν ὁ πρῶτος (ἄγγελος) καί ἐξέχεεν τήν φιάλην αὐτοῦ εἰς τήν γῆν· καί ἐγένετο ἕλκος κακόν καί πονηρόν ἐπί τούς ἀνθρώπους τούς ἔχοντας τό χάραγμα τοῦ θηρίου καί τούς προσκυνοῦντας τῇ εἰκόνι αὐτοῦ». (Αποκ. ις’, 2).
γ) Ὅλοι δέ οἱ διά τῶν φιαλῶν τιμωρηθέντες «οὐ μετενόησαν» ! (Ἀποκ. ις’, 10-12).
δ) Στόν Ἅγιο Ἱππόλυτο: «...καί ἀπό τότε (πού ἐσφραγίσθη) οὐχ ἕξει ἐξουσίαν σφραγίσαι τι τῶν μελῶν αὐτοῦ, ἀλλά τῷ πλάνῳ προστεθήσεται καί αὐτῷ δουλεύσει καί μετάνοια ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν, ἀλλά ὁ τοιοῦτος ἀπώλετο καί ἀπό Θεοῦ καί ἀπό ἀνθρώπων» . (Β.Ε.Π. 6, 287).
ε) Στόν Ἅγιο Ἐφραίμ πού λέγει: «Πάντες δέ οἱ λαβόντες τήν σφραγῖδα τοῦ ἀντιχρίστου καί προσκυνήσαντες αὐτῷ, ὡς Θεῷ τῷ ἀγαθῷ οὐκ ἔχουσι τινά μερίδα ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Χριστοῦ· ἀλλά μετά τοῦ Δράκοντος βληθήσονται ἐν τῇ γεένῃ».
ς) Στόν Ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό: «Καί καλύτερα νά τυραννισθοῦν καί νά θανατωθοῦν παρά νά τόν πιστεύσουν και νά βουλωθοῦν (=σφραγισθοῦν) ...ἄθλιος καί ταλαίπωρος ὅποιος πλανεθῆ καί τόν πιστεύση καί βουλωθῆ· ἐκεῖνος ἔχει νά καίεται πάντοτε εἰς τήν αἰώνιαν κόλασιν μαζί μέ τόν Ἀντίχριστον». (Ἰ. Μενούνου, Διδαχές ἔκδ. Δ’, σ. 113).
ζ) Στόν Ἄνθιμο Ἱεροσολύμων: «Πρός δέ τούτοις καί ἡ τοῦ αἰσθητοῦ ἡλίου καυματώδης πληγή, καί αἱ ἀνομβρίαι καί λιμοί καί λοιμοί μαστίζουσιν αὐτούς ἀνιαρῶς, ἵνα μετανοήσωσι καί ἐξιλάσωνται. Προγινώσκει δέ τούτους ὁ Θεός οὐ μόνον μή μετανοήσαντας, μηδέ ἀναπέμψοντας δόξαν τῷ Θεῷ, ἀλλά μᾶλλον καί βλασφημήσοντας τό ὄνομα αὐτοῦ· διό κατά παραχωρημένον χρόνον ἐξήνεγκε τό ρῆμα τό: "οὐ μετενόησαν"».
Οἱ ἀπαντήσεις μας στά ἐπιχειρήματά τους
Ὅπως εὐκόλως βλέπει κανείς, τό μόνον χωρίο ἀπό τά ἀνωτέρω πού ρητά καί κατηγορηματικά λέγει ὅτι, δέν ὑπάρχει μετάνοια μετά τό Σφράγισμα, εἶναι αὐτό τοῦ Ἁγίου Ἱππολύτου πού λέγει «οὐκ ἔστι μετάνοια».
Ὅλα τά ἄλλα ὅπως βλέπουμε εἶναι γενικά καί ἀόριστα καί μιλᾶνε τετελεσμένα γιά ὅσους θά παραλάβουν τό Σφράγισμα ὅτι θά τιμωρηθοῦν καί θά κολαστοῦν, ἐννοεῖται ἐάν δέν μετανοήσουν.
Δέν λένε ὅμως πουθενά ὅλα αὐτά τά χωρία καί τά κείμενα ὅτι, ὅσοι θά παραλάβουν τό Σφράγισμα, ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΜΕΤΑΝΟΗΣΟΥΝ ἤ ὅτι ἀκόμη καί ἐάν μετανοήσουν ΔΕΝ ΘΑ ΣΥΓΧΩΡΗΘΟΥΝ, ἀλλά θά τιμωρηθοῦν καί θά κολαστοῦν αἰώνια.
Ἐδῶ τό πνεῦμα τῶν Ἁγίων μας εἶναι ἄλλο.
Εἶναι τό ἴδιο ἀκριβῶς μέ τό ὅταν ἀναφέρονται καί σέ ἄλλα παρόμοια καί μεγάλα ἁμαρτήματα. Τά ἴδια ἀκριβῶς λόγια καί νοήματα θά δοῦμε καί ὅταν μιλᾶνε γιά ἄλλα ἁμαρτήματα, τά ὁποῖα ὑποδουλώνουν τόν νοῦ καί τήν ψυχή τοῦ κάθε ἀνθρώπου καί τόν καθιστοῦν ὑποχείριο τοῦ Διαβόλου καί τῆς ἁμαρτίας καί "ἐν δυνάμει" ἀνίσχυρο καί μή ἱκανό στό νά μετανοήσει.
Αὐτό ὅμως ἰσχύει γιά ὅλες τίς ἁμαρτίες καί ὅλα τά πάθη, γι’ αὐτό καί λέγει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὅτι σ’ ἐκεῖνο πού κανείς νικᾶται σ’ἐκεῖνο καί ὑποδουλώνεται. «ᾧ γάρ τις ἥττηται, τούτῳ καί δεδούλωται» (Β’ Πέτρου β’, 19)
Παρόλα αὐτά ὅμως, ὅλοι αὐτοί οἱ ἁμαρτωλοί, "ἐν δυνάμει" μποροῦν νά μετανοήσουν, ὅπως καί ἔχουν μετανοήσει πλῆθος ἁμαρτωλῶν πού μάλιστα στήν συνέχεια ἔγιναν καί Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅπως π.χ. ἡ Ὁσία Μαρία Αἰγυπτία, ὁ Ἱερός Αὐγουστῖνος, ὁ Μωϋσῆς ὁ Αἰθίοπας καί πολλοί ἄλλοι.
Ἐάν λοιπόν ἴσχυε κάτι τέτοιο καί τά κείμενα αὐτά ἐννοοῦν ὅτι δέν ὑπάρχει μετάνοια, θά πρέπει κατά ἀντιστοιχία νά βγάλουμε τό συμπέρασμα καί νά σκεφθοῦμε, μέ τήν λογική τή δική τους, ὅτι ἐπειδή τό Εὐαγγέλιο ἀναφέρεται σ’ ἕναν ἁμαρτωλό, στόν ὁποῖον ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν του ἔρχεται καί κατοικεῖ μέσα του ἕνα δαιμόνιο, φέρνοντας μαζί του καί ἄλλα ἑπτά, θά πρέπει νά ὑποθέσουμε λοιπόν καί ἐδῶ ὅτι, οὔτε καί σ’ αὐτήν τήν περίπτωση ὑπάρχει μετάνοια.
Καί ἐπειδή πάλιν ἡ Γραφή ἀναφέρει ὅτι, «οὐκ οἴδατε ὅτι ἄδικοι βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι; μή πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοί οὔτε μαλακοί οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ κληρονομήσουσι». (A’ Κορ. στ’, 9-10) νά ὑποθέσουμε καί πάλι ὅτι κανείς ἀπ’ ὅλους αὐτούς δέν θά μπορέσει νά σωθεῖ, ἀκόμη καί ἐάν μετανοήσει, ἀφοῦ τό Εὐαγγέλιο ἀναφέρει ὅτι ὅλοι αὐτοί οἱ ἁμαρτωλοί «βασιλείαν Θεοῦ δέν θά κληρονομήσουν».
Τί ἀστεῖα καί πλανεμένα πράγματα!
Εἴδατε, ἐάν κανείς δέν προσέξει καί ἑρμηνεύει αὐθαίρετα καί κατά τό δοκοῦν τά λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, σέ τί παρερμηνεῖες καί πλάνες μπορεῖ νά ὁδηγηθεῖ;
Ὅσο δέ ἀφορᾶ τό κείμενο τοῦ Ἁγίου Ἱππολύτου, δέν εἶναι γνήσιο, ἀλλά ἀμφιβαλλόμενο, ὅπως εὐκόλως βλέπει κανείς μέσα στήν Πατρολογία.
Ἐάν κανείς ἀνατρέξει στόν ἴδιο Ἅγιο, στόν ἴδιο τόμο τῆς Πατρολογίας (Β.Ε.Π. 6, 197-222) καί στό γνήσιο ἔργο του, μέ τό ἴδιο θέμα καί ἀντικείμενο, θά διαπιστώσει ὅτι δέν ἀναφέρει πουθενά αὐτή τήν φράση, ὅτι δηλαδή μετά τό Σφράγισμα δέν ὑπάρχει Μετάνοια.
Πῶς εἶναι ἄλλωστε δυνατόν, ὁ ἴδιος Ἅγιος σέ δύο ὑποτίθεται δικά του ἔργα μέ τό ἴδιο θέμα, στό μέν ἕνα νά λέγει ὅτι δέν ὑπάρχει μετάνοια, στό δέ ἄλλο νά τό ἀποσιωπᾶ.
Ἀλλά ἀκόμη καί ἐάν ὑποθέταμε, ὅτι εἶναι πράγματι δικό του αὐτό τό ἔργο καί ὄντως γράφει αὐτό πού λένε, ὅτι δηλαδή δέν ὑπάρχει "μετάνοια", τί μ’ αὐτό;
Ἐπειδή τό λέγει ἕνας Ἅγιος σημαίνει ὅτι εἶναι πάντοτε καί ὀρθό;
Ὡς γνωστόν στήν Ὀρθοδοξία μας, μόνον ὁ Θεός εἶναι ἀλάθητος καί θεόπνευστος καί οὐδείς ἐκ τῶν Ἁγίων μας, ὅσο μεγάλος καί ἐάν εἶναι, θεωρεῖται ἀλάθητος ἤ θεόπνευστος.
Γι’ αὐτό καί οἱ ἴδιοι οἱ Ἅγιοί μας, μᾶς τονίζουν ὅτι ἐπειδή μόνον ὁ Θεός καί ὁ λόγος Του μέσα στήν Ἁγία Γραφή εἶναι ἀλάθητος καί θεόπνευστος, ὅταν θά μᾶς ἐνδιαφέρει κάποιο θέμα, ποτέ δέν θά κοιτᾶμε τήν γνώμη ἑνός μόνον Ἁγίου, ἀλλά τό σύνολο τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τήν συμφωνία τους, γιά τό συγκεκριμένο αὐτό θέμα. Τό «concensus patrum».
Ἐάν δέν ὑπάρχει μετάνοια, οἱ Ἑβραῖοι πῶς θά μετανοήσουν
Ἀλλά, ἄς ὑποθέσουμε, ὅτι ὅλα ὅσα ἰσχυρίζονται εἶναι ἀκριβῶς ἔτσι καί εἶναι ἡ μόνη ἀλήθεια. Ἐνῶ ὅλα αὐτά πού λέμε ἐμεῖς δέν εἶναι ὀρθά.
Τότε μπορεῖ νά μᾶς ἀπαντήσει κάποιος, ἐάν μπορεῖ, στό ἑξῆς.
Σύμφωνα μέ ὅλους αὐτούς, ἐάν πάρει κανείς τό Σφράγισμα δέν ὑπάρχει μετάνοια. Ἔτσι δέν λένε; Μάλιστα πολύ καλά.
Σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Ἁγίους μας ὁ Ἀντίχριστος θά βασιλεύσει ἑπτά περίπου χρόνια. Τρισήμισυ καλά πού θά ὑποκρίνεται καί 3,5 πού θά δείξει τό πραγματικό του πρόσωπο καί θά ξεκινήσει τούς διωγμούς σέ ὅσους δέν ἔλαβαν τό Χάραγμα του καί δέν τόν προσκύνησαν.
Σύμφωνοι καί μέχρι ἐδῶ; Σύμφωνοι. Πολύ καλά.
Οἱ πρῶτοι πού θά δεχθοῦν καί θά προσκυνήσουν τόν Αντίχριστον ὡς μεσσία καί σωτήρα τους θά εἶναι οἱ Ἑβραῖοι ἤ ὄχι; Βέβαια. Ἄρα καί οἱ πρῶτοι πού θά λάβουν τήν Σφραγῖδα καί τό Χάραγμά του θά εἶναι ὁ Ἰουδαϊκός λαός. Ἔτσι;
Βεβαίως κανείς δέν ἀμφιβάλλει.
Καί τό ΤΕΡΑΣΤΙΟ ἐρώτημα πού προκύπτει, γιά ὅλους αὐτούς καί θά πρεπει νά μᾶς ἀπαντήσουν εἶναι ὅτι, ἀφοῦ μετά τό Σφράγισμα δέν μπορεῖ κανείς νά μετανοήσει, τότε πῶς θά μπορέσει νά μετανοήσει ὄχι ἕνας ἤ δύο ἤ πέντε σφραγισμένοι, ἀλλά ὁλόκληρος ὁ Ἑβραϊκός λαός, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῆς Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων μας;
Ὁ Παῦλος εἶναι σαφής ὅτι, στό τέλος τοῦ κόσμου «πᾶς Ἰσραήλ σωθήσεται» (Ρωμ. ια΄, 26).
Ὁ δέ Προφήτης Δανιήλ εἶναι κατηγορηματικός καί σαφέστατος στό πότε ἀκριβῶς θά μετανοήσει ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ.
Μετά ἀπό τά 3,5 χρόνια τῆς μεγάλης θλίψεως τοῦ Ἀντιχρίστου, δηλαδή λίγο πρίν τήν Δευτέρα Παρουσία. (Δανιήλ ιβ΄, 1-12).
Μά πῶς ὅμως θά γίνει αὐτό, ἀφοῦ ὅλοι ἐσεῖς ἰσχυρίζεστε ὅτι ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ;
Αὐτοί πῶς θά μετανοήσουν, πῶς θά μπορέσουν νά σωθοῦν, πῶς θά συγχωρεθοῦν ἀπό τό Θεόν;
Ἤ μήπως γι’ αὐτούς δέν ἰσχύει αὐτό ἐπειδή δέν εἶναι κἄν Χριστιανοί καί δέν συντελεῖται ἄρνηση, ἀφοῦ εἶναι ἤδη ἀρνητές;
Τότε ἀκόμη χειρότερα, ἀφοῦ μπορεῖ νά μετανοήσει κάποιος Σφραγισμένος πού δέν ὑπῆρξε ποτέ Χριστιανός, ἐνῶ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ νά μετανοήσει κάποιος Χριστιανός, πού κάποια στιγμή τῆς ζωῆς του γιά "χ" λόγους ἔπαψε νά εἶναι Χριστιανός.
Ὡραία λογική καί ὡραία δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ.
Τότε, ἐάν ἦταν ἔτσι τά γεγονότα, θά ἦταν καλύτερα νά μήν εἴμαστε Χριστιανοί, ἀφοῦ κάποια πράγματα εἶναι πολύ καλύτερα ἐάν δέν εἶσαι... Ἅπαγε τῆς βλασφημίας!
Μπορεῖ λοιπόν κανείς νά ἀπαντήσει σέ ὅλα αὐτά;
Δέν νομίζω. Ἀφοῦ ὅτι καί ἐάν ποῦνε δέν θά μπορέσουνε νά ἀποδείξουν, οὔτε ὅτι δέν θά σφραγιστοῦν οἱ Ἑβραῖοι μέ τό σύμβολο-σφραγίδα τοῦ μεσσία τους, οὔτε ὅτι δέν θά μετανοήσουν, ἀφοῦ ἡ Γραφή εἶναι σαφέσταστη καί στό θεμα αὐτό.
Καί βέβαια θά πρέπει ἀκόμη νά μᾶς ἀπαντήσουν καί σέ κάτι ἄλλο, ὅλοι αὐτοί οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι δέν ὑπάρχει Μετάνοια, ἄν αὐτό θά ἰσχύει μόνον γιά ὅσους πάρουν τό Χάραγμα ἑκούσια καί ἐν γνώσει τους ἤ καί γιά ὅσους Σφραγιστοῦν ἐν ἀγνοία τους.
Γιατί σίγουρα θά ὑπάρξουν καί πολλοί τέτοιοι σέ ὅλη τήν γῆ.
Τί θά γίνει ἄραγε μέ ὅλους αὐτούς;...
Τί ἀκριβῶς εἶναι τό Σφράγισμα;
Γιά νά κατανοήσουμε ὅμως τό θέμα καλύτερα καί νά δοῦμε ἐάν μπορεῖ νά ὑπάρξει μετάνοια ἤ ὄχι, ἄς δοῦμε τί ἀκριβῶς εἶναι Σφράγισμα καί τί σημαίνει ἡ ἀποδοχή του ἀπό κάποιον πιστό;
Σφράγισμα εἶναι ἡ ἑκούσια ἀποδοχή τοῦ Χαράγματος τοῦ Ἀντιχρίστου, καί σημαίνει ὅτι προδίδουμε τήν Πίστη μας, ἀρνούμαστε τόν Χριστό καί συντασσόμεθα μέ τόν Διάβολον καί τόν Ἀντίχριστον.
Ἡ σφραγίς τοῦ Ἀντιχρίστου, λέγει ὁ Ἅγιος Ἱππόλυτος, σημαίνει:
«Ἀρνοῦμαι, φησίν, τόν ποιητήν οὐρανοῦ τε καί γῆς, ἀρνοῦμαι τό βάπτισμα, ἀρνοῦμαι τήν λατρείαν μου καί σοί προστίθεμαι καί σέ πιστεύω».
Ἄρα λοιπόν, οὐσιαστικά, τό Σφράγισμα δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ΑΡΝΗΣΗ τῆς Πίστεως καί τοῦ Χριστοῦ μας.
Πῶς ὅμως ἀντιμετώπιζε τήν ἄρνηση κάποιων πιστῶν, σέ παρόμοιες καταστάσεις, ἡ Ἁγία Ἐκκλησία μας;
Τούς δεχόταν ξανά πίσω, κοντά Της, ἤ ὄχι;
Τούς συγχωροῦσε καί τούς ἔδινε ἄφεση ἁμαρτιῶν, ἐάν μετανοοῦσαν, ἤ ὄχι;
Τούς κοινωνοῦσε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων, ἤ ὄχι;
Ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας σχετικά μέ τήν ἄρνηση τῆς Πίστεως
Ἐάν ἀνατρέξουμε στούς τρεῖς πρώτους αἰῶνες, πού οἱ εἰδωλολάτρες ἐξεδίωκαν καί ἐβασάνιζαν τούς Χριστιανούς ἤ καί στήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, θά δοῦμε ὅτι τότε, κάποιοι χριστιανοί, γιά τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο λόγο ἠρνοῦντο τήν Πίστη τους καί ἐπρόδιδον τόν Χριστό γιά νά γλυτώσουν τά βασανιστήρια, τήν ζωή τους, τήν οἰκογένειά τους, τήν περιουσία τους ἤ ἐπειδή κάποια στιγμή, μετά ἀπό πολλά βασανιστήρια, δέν ἄντεχαν καί ὑπέκυπταν ἤ καί γιά ἄλλους λόγους. Πολλοί ἀπ’ αὐτούς, στή συνέχεια, μετανοοῦσαν γιά τό μεγάλο αὐτό ἁμάρτημά τους καί ἀποφάσιζαν νά μαρτυρήσουν, γιά νά ξεπλύνουν τήν προδοσία τους μέ τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου τους. Ἄλλοι ὅμως, πού δέν εἶχαν τό σθένος, τή δύναμη καί τήν πίστη νά μαρτυρήσουν, ἐπέστρεφαν στήν Ἐκκλησία μετανοημένοι, ζητώντας τήν συγχώρηση.
Ἡ Ἐκκλησία μας, ποτέ δέν ἀπέρριπτε ὅλους αὐτούς πού μετανοοῦσαν εἰλικρινά. Οὔτε τούς ἀπέπεμπε. Οὔτε καί τούς ἔλεγε, ὅτι τώρα πλέον εἶναι πολύ ἀργά καί δέν ὑπάρχει μετάνοια καί ὅτι ὁ Χριστός δέν τούς δέχεται καί δέν μποροῦν νά μετανοήσουν ἤ δέν ἔχουν δικαίωμα νά μετανοήσουν, ἐπειδή ἀρνήθηκαν τήν Πίστη τους καί τόν Χριστό.
Ἀλλά τούς δεχόταν, σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου μας «τόν ἐρχόμενον πρός με οὐ μή ἐκβάλλω ἔξω» καί ἀφοῦ τούς ἐξομολογοῦσε καί ἔβλεπε τήν πνευματική καί ψυχική κατάσταση τοῦ καθενός, καθώς καί τήν εἰλικρινῆ μετάνοια, ἐάν εἶχε δηλαδή συναίσθηση τοῦ τί ἔπραξε, ἐάν ἦταν συντετριμμένος, ἐάν ἀρνήθηκε χωρίς πίεση καί ἰδιαίτερο λόγο, ἐάν ἀρνήθηκε πρίν ξεκινήσουν τά βασανιστήρια ἤ ἀμέσως μετά ἤ πολύ ἀργότερα καί ἄλλα πολλά, τοῦ ἔδινε κάποιον κανόνα, ἀνάλογα μέ ὅλα τά ἀνωτέρω.
Καί σέ ἄλλους μέν ἔλεγε, νά κάνουν τόν τάδε κανόνα, σέ ἄλλους τόν δεῖνα καί σέ ἄλλους κάποιον ἄλλο. Σέ ἄλλους ἔλεγε, νά στερηθοῦν τήν θεῖα κοινωνία γιά δύο χρόνια, σέ ἄλλους γιά τρία, σέ ἄλλους γιά τέσσερα, ἕξι, δέκα καί σέ ἄλλους ἐφ’ ὅρου ζωῆς.
Ὁ ΙΑ’ Κανόνας τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου
Ἄς δοῦμε, τί ἀναφέρει στόν ΙΑ’ Κανόνα της ἡ Πρώτη Ἁγία Οἰκουμενική Σύνοδος, γιά τό θέμα τῆς ἀρνήσεως.
«Περὶ τῶν παραβάντων χωρὶς ἀνάγκης, ἤ χωρὶς ἀφαιρέσεως ὑπαρχόντων, ἤ χωρὶς κινδύνου, ἤ τινὸς τοιούτου, ὅ γέγονεν ἐπὶ τῆς τυραννίδος Λικινίου, ἔδοξε τῇ Συνόδῳ, εἰ καὶ ἀνάξιοι ἦσαν φιλανθρωπίας, ὅμως χρηστεύσασθει εἰς αὐτούς. Ὅσοι οὖν γνησίως μεταμέλονταν, τρία ἔτη ἐν ἀκροωμένοις ποιήσουσιν ὡς πιστοί, καὶ ἑπτὰ ἔτη ὑποπεσοῦνται. Δύω δὲ ἔτη χωρὶς προσφορᾶς κοινωνήσουσι τῷ λαῷ τῶν προσευχῶν».
Ἑρμηνεύοντας ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, τόν ἀνωτέρω Κανόνα, λέγει τά ἑξῆς:
«Ἄλλοι μὲν Κανόνες περὶ τῶν ἐκ βίας πολλῆς, καὶ ἀνάγκης μεγάλης ἀρνουμένων τὴν πίστιν διαλαμβάνουσιν, ὁ δὲ παρὼν Κανών περὶ τῶν χωρὶς ἀνάγκης ἀρνουμένων διαλαμβάνει, λέγων. Ἐκεῖνοι ὁποῦ παρέβησαν τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν χωρὶς ἀνάγκην τινά, ἤ κίνδυνον, ἤ στέρησιν τῶν ὑπαρχόντων αὐτῶν, ὁποῖοι ἐστάθησαν οἱ ὄντες εἰς τοὺς χρόνους τοῦ τυράννου Λικινίου, οὗτοι, λέγω, ἀγκαλὰ καὶ νὰ ἦσαν ἀνάξιοι φιλανθρωπίας καὶ συγκαταβάσεως, ἐφάνη ὅμως εἰς τὴν Σύνοδον νὰ δείξῃ ἔλεος εἰς αὐτούς. Λοιπὸν ὅσοι ἀληθῶς καὶ ἀπὸ καρδίας, ἀλλ οὐχὶ νόθως καὶ ψευδῶς μετανοοῦν διὰ τὴν ἁμαρτίαν ὁποῦ ἔκαμαν, οὗτοι τρεῖς μὲν χρόνους θέλουν κάμει εἰς τοὺς ἀκροωμένους. Ἤτοι θέλουν στέκωνται εἰς τὸν Νάρθηκα ἐν ταῖς ὡραίαις, καὶ Βασιλικαῖς πύλαις τοῦ ναοῦ, καὶ τῆς ἐκκλησίας, διὰ νὰ ἀκροάζωνται μὲν τάς θείας Γραφάς, ἕως ὅτου νὰ εἰπῇ ὁ Διάκονος ὅσοι κατηχούμενοι προέλθετε, μετὰ ταῦτα δὲ νὰ ἐξέρχωνται. Δύω δὲ χρόνους θέλουν ὑποπίπτει, ἤτοι θέλουν ἐμβαίνει μέσα εἰς τὸν ναόν, καὶ νὰ στέκωνται μὲν πρὸς τὸ ὄπισθεν μέρος τοῦ ἄμβωνος, νὰ ἐξέρχωνται δὲ καὶ αὐτοὶ μαζὺ μὲ τοὺς κατηχουμένους, ὅταν ὁ Διάκονος λέγῃ, τό, ὅσοι κατηχούμενοι προέλθετε. Δύω δὲ χρόνους θέλουν συγκοινωνήσει εἰς τὴν προσευχὴν μαζὺ μὲ τὸν λαόν. Ἤτοι θέλουν στέκωνται μαζὺ μὲ τοὺς πιστοὺς νὰ προσεύχωνται, καὶ νὰ μὴν εὐγαίνουν μὲ τοὺς κατηχουμένους, χωρὶς ὅμως νὰ μεταλαμβάνουν τὰ θεῖα Μυστήρια, ἕως ὁποῦ νὰ τελειώσουν οἱ δύω χρόνοι...
...Ὅσοι δὲ ἀρνήθησαν διατὶ μόνον τοὺς ἐφοβέρισαν οἱ τύραννοι ὅτι ἔχουν νὰ τοὺς βασανίσουν, ταὐτὸν εἰπεῖν χωρὶς ἀνάγκης, οὗτοι ἕξι χρόνους τῶν θείων Μυστηρίων κωλύονται, κατὰ τὸν ς’ τῆς ἐν Ἀγκύρα. Οἱ δὲ ἀρνηθέντες ἀφ’ ἑαυτῶν, χωρὶς νὰ πάθουν κἀνένα δεινόν, ἀλλὰ ἀπὸ μόνην δειλίαν καὶ φόβον, οὗτοι τέσσαρα ἔτη δείξαντες καρπὸν ἄξιον μετανοίας, θέλουν ἐκ τούτου ὠφεληθῇ, κατὰ τὸν Γ’ τοῦ Πέτρου. Κατὰ δὲ τὸν Β’ τοῦ Νύσσης, ὃς τις ἀφ’ ἑαυτοῦ ἀρνηθῇ τὸν Χριστόν, οὗτος χρόνον τῆς μετανοίας ἔχει ὅλην του τὴν ζωήν, χωρὶς νὰ συμπροσευχηθῇ μὲ τοὺς πιστοὺς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ, ἤ τελείως νὰ κοινωνήσῃ τὰ Θεία μυστήρια. Ἀπαραλλάκτως καὶ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ Βασίλειος τὰ αὐτὰ διατάσσεται ἐν τῷ ΙΓ’ Κανόνι, λέγων, ὅτι ὁ ἀρνησάμενος τὸν Χριστόν, εἰς ὅλην του τὴν ζωὴν χρεωστεῖ νὰ ᾖναι εἰς τοὺς προσκλαίοντας, ἤτοι νὰ στέκῃ ἔξω καὶ αὐτοῦ τοῦ Νάρθηκος εἰς τὰ προπύλαια τοῦ ναοῦ, νὰ δέεται τοῦ λαοῦ ὁποῦ ἐμβαίνουν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ἵνα παρακαλοῦν τὸν Κύριον διὰ λόγου του.
Πλὴν ἐπάνω εἰς ὅλα ταῦτα, πρέπει ὁ Ἀρχιερεύς, καὶ ὁ πνευματικὸς πατὴρ νὰ ἐξετάζῃ τὴν προαίρεσιν τῶν τοιούτων ἀρνουμένων, καὶ τὸ εἶδος καὶ τὴν διάθεσιν τῆς μετανοίας των. Διότι, ὅσοι μὲν μὲ φόβον Θεοῦ μετανοοῦν, καὶ μὲ δάκρυα, καὶ κατάνυξιν τὸν Θεὸν ἱλεώνουσι, καὶ ὑπομένουσι κακουχίας, καὶ ἀγαθοεργίας κάμνουσιν, ἐλεημοσύνας θετέον, καὶ ἄλλας ἀρετάς, καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν, ἀληθῶς καὶ γνησίως, καὶ ὄχι ἐπιπλάστως, καὶ κατὰ τὸ φαινόμενον μόνον μετανοοῦν, οὗτοι, λέγω, ἀφ’ οὗ πληρώσωσι τοὺς ῥηθέντες τρεῖς χρόνους μετὰ τῶν ἀκροωμένων, δικαίως ἄς συμπροσεύχωνται μὲ τοὺς πιστούς, καὶ τῆς ἐκκλησίας ἄς μὴ ἐξέρχωνται. Κοντὰ δὲ εἰς τὴν συγκατάβασιν ταύτην, εἶναι ἄδεια εἰς τὸν Ἀρχιερέα νὰ δείξῃ εἰς αὐτοὺς ἀκόμη περισσοτέραν φιλανθρωπίαν καὶ ἔλεος. Ὅσοι δὲ ἀδιαφόρως καὶ ἀμελῶς μετανοοῦν, καὶ νομίζουν πὼς εἶναι ἀρκετὸν εἰς μετάνοιαν τὸ νὰ ἐμβαίνουσι μὲν κατὰ τὸ φαινόμενον εἰς τὴν ἐκκλησίαν μετὰ τῶν ὑποπιπτόντων, νὰ ἐξέρχωνται δὲ πάλιν μὲ τοὺς κατηχουμένους, οὗτοι, λέγω, ἄς πληροῦσι καὶ τοὺς τρεῖς χρόνους τῆς ἀκροάσεως, καὶ τοὺς δέκα χρόνους τῆς ὑποπτώσεως ὁλοκλήρους».
(Ἁγίου Νικοδήμου, Ἱερόν Πηδάλιον σελ. 137-140)
Ὑπάρχει ἁμαρτία πού μπορεῖ νά νικήσει
τήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ;
Βλέπουμε λοιπόν ὅτι ἡ Ἐκκλησία καί οἱ ἅγιοι Πατέρες μας, ὅλους τούς ἀρνητάς, ναί μέν, τούς «τιμωροῦσε» παιδαγωγικά μέ διαφόρους «κανόνες», ἀλλά σέ καμμία περίπτωση δέν τούς ἔδιωχνε καί δέν τούς ἔλεγε ὅτι τώρα, ὅλα ἔχουν τελειώσει καί δέν ὑπάρχει πλέον μετάνοια γιά σᾶς.
Καί πῶς βέβαια θά μποροῦσε νά πεῖ κάτι τέτοιο, τήν στιγμή πού ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι «ὁ αἴρων τάς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου» καί εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχήν Θεός τοῦ ἐλέους καί τῆς ἀγάπης καί ἦλθε διά νά σώσει τούς ἁμαρτωλούς ἀπό κάθε ἁμαρτία, μικρή ἤ μεγάλη, λίγες ἤ πολλές.
Τή στιγμή πού ὁ ἴδιος, μᾶς ἄφησε ἱερή παρακαταθήκη, ὅτι ὄχι μόνον ἑπτάκις θά πρέπει νά συγχωροῦμε τούς ἀδελφούς μας, ἀλλά, «Ἑβδομηκοντάκις ἑπτά». Δηλαδή ἀμέτρητες φορές, ἄπειρες, πάντοτε, γιά νά μπορεῖ καί Ἐκεῖνος, ὅπως μᾶς δίδαξε στό «Πάτερ ἡμῶν», νά μᾶς συγχωρεῖ ὅταν τοῦ τό ζητήσουμε, «...καί ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν...».
Τή στιγμή πού ὁ ἴδιος μᾶς ἔδειξε μέ τό παράδειγμά Του καί τίς πράξεις Του, μέσα ἀπό τόν Ἄσωτο υἱό τῆς παραβολῆς, τήν πόρνη, τόν τελώνη, τόν ληστή, τόν Πέτρον πού Τόν ἀρνήθηκε, καί ἄλλους ἀμέτρητους, ὅτι, ὅσες πολλές ἁμαρτίες κι ἄν ἔχουμε, ἐάν μετανοήσουμε καί ἔλθουμε κοντά Του, ἐκεῖνος μᾶς δέχεται πάντα μέ πολύ χαρά, ἀγάπη καί στοργή, ἀφοῦ «ὁ υἱός μου νεκρός ἦν καί ἀνέζησε, ἀπολωλώς ἦν καί εὑρέθη», δίδοντάς μας καινούργια ροῦχα καί ὑποδήματα, σφάζοντάς μας τόν μόσχο τόν σιτευτόν καί φορώντας μας τό δακτυλίδι τοῦ ἀρραβῶνος τῆς μελλούσης ζωῆς διότι, πολύ «χαρά ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι», ὅπως ἀκριβῶς μᾶς λέγει ὁ Εὐαγγελιστής, στήν Παραβολή τοῦ Ἀσώτου (Λουκ. ιε’, 7 καί 24).
Ὑπάρχει ἄραγε ἁμαρτία, ὅσο μεγάλη καί φοβερή καί ἐάν εἶναι, πού δέν μπορεῖ νά συγχωρήσει ὁ Θεός μας;
Ὑπάρχει ἄραγε ἁμαρτία, πού μπορεῖ νά νικήσει τό ἔλεος καί τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ μας; Τήν Παντοδυναμία Του; Τήν Ἀγάπη Του;
Ὑπάρχει ἄραγε ἁμαρτία, πού νά κλείνει, ἅπαξ διά παντός παρ’ ὅλο πού ἔχουμε μετανοήσει, τήν πόρτα τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ μας;
Καμμία μά καμμία ἁμαρτία, ὅσο μεγάλη κι ἄν εἶναι καί ὅσες πολλές κι ἄν εἶναι καί ὅσα χρόνια κι ἄν «δούλευε» κανείς σ’ αὐτές, δέν μποροῦν νά νικήσουν τό ἔλεος καί τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ μας.
Ἀκόμη κι ἄν μαζέψουμε, ὅλες τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων, ὅλου τοῦ κόσμου καί ὅλων τῶν ἐποχῶν καί τίς συγκεντρώσουμε, ὑποθετικά, σ’ ἕναν ἄνθρωπο, καί πάλι, δέν θά μποροῦσαν νά νικήσουν τό ἔλεος καί τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ μας, ἐάν μετανοοῦσε πραγματικά ὁ συγκεκριμένος ἄνθρωπος καί ζητοῦσε τό ἔλεος καί τήν συγχώρησή Του.
Λέγει, ὁ μεγάλος καί σπουδαῖος ρήτορας τῆς ἐκκλησίας μας, ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:
«Τέτοιος εἶναι ὁ ἰατρός μας. Μόνον ἄς αἰσθανθῶμεν τά τραύματα, καί ἄν ἀκόμη φθάσωμεν εἰς τό ἔσχατον σημεῖον τῆς κακίας, πολλάς ὁδούς σωτηρίας ἀνοίγει εἰς ἐμᾶς... ἀλλά καί ἄν ἀκόμη ἔλθωμεν εἰς ἐκεῖνο τό βάθος τῶν κακῶν εἰς τό ὁποῖον κατέπεσεν ὁ ἄσωτος, πού κατεσπατάλησε τήν πατρικήν κληρονομίαν καί ἔτρωγε ξυλοκέρατα, καί μετανοήσωμεν, σωζόμεθα ὁπωσδήποτε. Καί ἄν ὀφείλωμεν ἀμέτρητα τάλαντα καί προσπέσωμεν εἰς τόν Θεόν καί δέν κρατήσωμεν κακίαν διά κανένα, ὅλα μᾶς συγχωροῦνται....μόνον νά θελήσωμεν ἀγαπητοί, διότι εἶναι φιλάνθρωπος ὁ Θεός». (Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου ΕΠΕ 18Α΄62)
Ἄρα λοιπόν, πῶς μπορεῖ νά ἰσχυριστεῖ κανείς, ὅτι, ἐάν κάποιος λάβει τό σφράγισμα, δέν ὑπάρχει μετάνοια;
Μά, λένε ὁρισμένοι, αὐτή ἡ περίπτωση διαφέρει. Τό σφράγισμα αὐτό, δέν εἶναι μία συνηθισμένη ἄρνηση, εἶναι κάτι διαφορετικό, εἶναι κάτι πολύ πιό φοβερό.
Πόσο διαφορετικό καί φοβερό καί τρομακτικό καί μεγάλο μπορεῖ νά εἶναι, ἀπό ὁποιαδήποτε ἄλλη ἁμαρτία καί ἄρνηση;
Δέν μπορῶ νά τό κατανοήσω...
Ἁμαρτία τό ἕνα, ἁμαρτία καί τό ἄλλο. Ἄρνηση τό ἕνα, ἄρνηση καί τό ἄλλο. Θέλετε, πολύ μεγάλη ἁμαρτία καί ἄρνηση; Τό δέχομαι.
Θέλετε, ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία καί ἡ μεγαλύτερη ἄρνηση πού μπορεῖ νά ὑπάρξει; Καί αὐτό τό δέχομαι. Καί τί μ’ αὐτό; Πάλι ἐπανερχόμεθα στόν ἴδιο παρανομαστή.
Ὑπάρχει ἄραγε ἁμαρτία, ὅσο μεγάλη καί φοβερή καί ἐάν εἶναι, πού δέν μπορεῖ νά συγχωρήσει ὁ Θεός μας;
Ὑπάρχει ἄραγε ἁμαρτία, πού μπορεῖ νά νικήσει τό ἔλεος καί τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ μας; Τήν Παντοδυναμία Του; Τήν Ἀγάπη Του;
Ὄχι, καί πάλιν ὄχι, καί πολλάκις ΟΧΙ.
Γιατί, σέ ἀντίθετη περίπτωση, θά σήμαινε, ὅτι ἡ ἁμαρτία καί ὁ Διάβολος εἶναι πιό δυνατός, πιό ἰσχυρός, πιό μεγάλος ἀπό τόν Θεό, ἀφοῦ μπορεῖ, ἔστω καί μέσω κάποιας ἁμαρτίας, νά καταφέρει νά ἀποκλείσει ἀπό τήν μετάνοια καί τήν σωτηρία κάποιον ἄνθρωπον καί νά τόν κερδίσει αἰώνια κοντά του, στήν κόλαση.
Ὑπάρχει ἄραγε, φοβερότερη βλασφημία, πού θά μποροῦσε νά ἐκστομίσει ἄνθρωπος γιά τόν Θεόν μας, λέγοντας καί ἰσχυριζόμενος ὅτι δέν ὑπάρχει μετάνοια, ἄρα καί σωτηρία, σ’ αὐτούς πού θά σφραγιστοῦν;
«Κάποτε, ἀναφέρει τό Γεροντικόν, ἕνας ἀδελφός παρεκάλεσε κάποιο Γέροντα νά τοῦ ἐξηγήση, τί ἐννοεῖ ὁ Ψαλμωδός ὅταν λέγη, "οὐκ ἔστι σωτηρία αὐτῷ ἐν τῷ Θεῷ αὐτοῦ" (Ψαλμ. γ’, 2). Τούς λογισμούς τῆς ἀπογνώσεως, ἐννοεῖ, πού σπέρνει ὁ Πονηρός στό νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἐξήγησε ὁ Γέρων. Αὐτούς, πού τοῦ λέγουν διαρκῶς πώς δέν ὑπάρχει πιά γι’ αὐτόν σωτηρία, ἀφοῦ ἁμάρτησε, καί ἄδικα καταφεύγει στόν Θεόν μέ τήν μετάνοια. Ἔτσι προσπαθεῖ νά τόν παρασύρη, γιά νά τόν ρίξη στόν γκρεμό τῆς ἀπελπισίας. Ἡ ψυχή ὅμως πού ποθεῖ τή σωτηρία της, ἄς ἀγωνίζεται σκληρά ν’ ἀπομακρύνη αὐτούς τούς λογισμούς».
(Γεροντικόν, Ἡγουμένης Θεοδώρας Χαμπάκη, σελ. 136)
Κάλλιον τό προλαμβάνειν ἤ τό θεραπεύειν
Βέβαια, ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία καί πού θά ἔπρεπε πρωτίστως νά μᾶς ἐνδιαφέρει, εἶναι πῶς δέν θά παραλάβουμε τό Σφράγισμα τοῦ Ἀντιχρίστου, καί ὄχι, τό ἄν θά μπορέσει ἤ ὄχι νά μετανοήσει κανείς στή συνέχεια, ἀφοῦ τό παραλάβει.
Ἡ κατά Θεόν φιλοσοφία τοῦ πραγματικοῦ πιστοῦ, εἶναι, τό νά προλαμβάνει τήν πτώση καί τήν ἁμαρτία καί ὄχι νά τή θεραπεύει. «Κάλλιον τό προλαμβάνειν ἤ τό θεραπεύειν» ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι ἡμῶν πρόγονοι.
Τόν χριστιανό, (στόν πνευματικό του ἀγώνα), τόν ἐνδιαφέρει τό σήμερα καί ὄχι τό αὔριο. Τό σήμερα εἶναι στήν διάθεσή του, ὄχι τό αὔριο. Σήμερα εἴμεθα καλά, αὔριο δέν ξέρουμε. Σήμερα ζοῦμε, αὔριο δέν γνωρίζουμε ἄν θά ζοῦμε ἤ ἄν θά ἔχουμε πεθάνει. «Οὐ γάρ οἴδαμε τί τέξεται ἡ ἐπιοῦσα».
Μοῦ θυμίζει τό ὅλο θέμα, τήν πάγια καί αἰώνια τακτική τοῦ Διαβόλου, ὁ ὁποῖος, προσπαθεῖ νά σπρώξει τούς νέους στήν ἁμαρτία μέ τό σκεπτικό ὅτι ἔχουν μπροστά τους χρόνο νά μετανοήσουν.
Ἤ, ὅταν βλέπει κάποιον νά ἀγωνίζεται νά τηρήσει τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί νά προσπαθεῖ, ὅσο τό δυνατόν, νά μήν διαπράττει ἁμαρτίες, τόν πλησιάζει καί προσπαθεῖ νά τόν πείσει, ὅτι, δέν θά συμβεῖ κάτι τό πολύ φοβερό ἐάν παραβεῖ ἔστω καί ΜΙΑ μόνο ΦΟΡΑ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Δέν πρόκειται δά νά ἔλθει καί τό τέλος τοῦ κόσμου.
Ἐξ ἄλλου, λέει ὁ πονηρός λογισμός, ὁ Θεός εἶναι Θεός τῆς ἀγάπης καί τῆς συγγνώμης καί μετά τήν παράβαση ἤ τή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας, ἐάν μετανοήσεις, ὁ καλός Θεός, πάλι θά σέ δεχθεῖ καί πάλι θά σέ συγχωρήσει.
Αὐτά καί ἄλλα πολλά τοῦ λέει καί τοῦ σιγοψιθυρίζει συνέχεια, μέχρι νά μειώσει τίς ἀντιστάσεις του καί, στήν συνέχεια, νά τόν ὁδηγήσει στήν ἁμαρτία. Καί ὅταν τελικά τά καταφέρει, καί ὁ πιστός διαπράξει τήν ἁμαρτία, συμβαίνουν τρία τινά:
α) Ἡ θεῖα Χάρις ἀναχωρεῖ, διότι δέν μπορεῖ νά παραμείνει σέ τόπο ἀκάθαρτο, καί ὁ πιστός μένει μόνος του, χωρίς προστασία καί κάλυψη. «Ἔνθα χοιρώδης βίος καί ἀκαθαρσία ἐκεῖ οὔκ ἔστι ὁ Θεός...».
β) Ὁ διάβολος, μετά τήν τέλεση τῆς ἁμαρτίας, ἀποκτᾶ πλέον ἐξουσία καί δικαιώματα ἐπάνω στόν ἁμαρτάνοντα. Καί,
γ) Ἐπειδή ἡ ἁμαρτία εἶναι «γλυκιά», ἀφήνει τό «στίγμα» της στόν νοῦ καί στό ἐπιθυμητικό τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποῖα συνέχεια τοῦ ὑπενθυμίζει αὐτή τήν «γλυκιά» γεύση, «χαρά» καί «ἡδονή», σπρώχνοντάς τον ταυτόχρονα νά τήν ξαναδιαπράξει γιά νά τήν ξαναγευθεῖ, καί μαζί μέ αὐτή βέβαια καί τόν πνευματικό θάνατο. «Τά γάρ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος» (Ρωμ. ς’, 23).
Καί αὐτά τοῦ τριβιλίζουν συνέχεια καί συνέχεια τό μυαλό ἀσταμάτητα, ἀδιάκοπα, μέχρι νά τόν καταφέρουν νά ξαναδιαπράξει τήν συγκεκριμένη παράβαση καί ἁμαρτία, μέχρι πού νά τόν κάνει τελικά δοῦλο καί ὑποχείριό της, «ᾧ γάρ τις ἥττηται, τούτω καί δεδούλωται» (Β’ Πέτρ. β’, 19).
Τά τρία στάδια τῶν λογισμῶν
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας, λένε, ὅτι τρία εἶναι τά στάδια πού περνᾶνε οἱ προσβολές τῶν λογισμῶν μας ἀπό τόν Διάβολον.
α) Ἡ Προσβολή. β) Ἡ Πάλη. γ) Ἡ Ἀπόρριψη ἤ συγκατάθεση.
Πρῶτα ἔρχεται ὁ λογισμός καί μᾶς λέει νά πράξουμε τήν τάδε ἁμαρτία.
Ἔπειτα ὁ νοῦς μας, ἀρχίζει νά παλεύει μέσα του, ἐάν θά τό πράξει ἤ ὄχι αὐτό πού τοῦ λέγει ὁ λογισμός του. Καί,
Καί τέλος, ἐάν θά σκεφθεῖ φρόνιμα καί ἀγαπᾶ πραγματικά τόν Θεόν, ἀπορρίπτει τόν λογισμόν τῆς ἁμαρτίας. Ἐάν ὄχι, συγκατατίθεται καί διαπράττει τήν ἁμαρτίαν.
Μέχρι καί τό δεύτερο στάδιο, τό στάδιο τῆς πάλης, δέν θεωρεῖται ὅτι ἁμαρτάνουμε ἤ διαπράττουμε κάτι κακό, διότι εἶναι ἀδύνατον σάν πτωτικοί ἄνθρωποι, πού κληρονομήσαμε τά ἀποτελέσματα τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας, δηλαδή τήν ἁμαρτία, τήν φθοράν καί τόν θάνατον, νά μήν ἔχουμε προσβολές ἀπό πονηρούς λογισμούς καί σκέψεις, ἀφοῦ, ὅπως ἀναφέρει ἡ Γραφή, ὑπάρχει αὐτή ἡ «ροπή» τοῦ ἀνθρώπου πρός τήν ἁμαρτίαν «ἐκ νεότητος αὐτοῦ».
Τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας, θάνατος
Ἔτσι λοιπόν, μετά τήν συγκατάθεσή μας στό νά διαπράξουμε τήν πρώτη ἁμαρτία, ἐάν δέν προσέξουμε καί τήν ἐπαναλάβουμε ἀρκετές φορές, στήν συνέχεια, σιγά-σιγά, μετά παρέλευση ἱκανοῦ χρόνου, ὁ διάβολος καταλαμβάνει τήν καρδιά καί τό νοῦ τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ, ὁδηγώντας τον ἀπό ἁμαρτία σέ ἁμαρτία, ἀπό πτώση σέ πτώση, καί ἀπό κακό σέ κακό.
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, πλέον, «σκοτίζεται» καί ὑποδουλώνεται ὁλοσχερῶς, «ᾧ γάρ τις ἥττηται, τούτω καί δεδούλωται» (Β’ Πέτρου β’, 19) χωρίς νά μπορεῖ νά ἀντισταθεῖ σέ ὁ,τιδήποτε στόν Σατανᾶ. Καί βέβαια τότε, «Ἑνός κακοῦ δοθέντος μύρια ἕπονται...».
Ἀποτέλεσμα; νά ἐπέρχεται ἕνας ἀπόλυτος «σκοτασμός» στήν ψυχή καί τό νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, μή μπορώντας πλέον νά ξεχωρίσει, τήν δεξιάν ὁδόν ἀπό τήν ἀριστεράν. Μή γνωρίζοντας, πῶς πρέπει νά συμπεριφέρεται σέ κάθε περίπτωση. Καί μήν ἐπιθυμώντας, πλέον, νά πράττει ὁ,τιδήποτε καλό καί θεάρεστο πού ἔχει σχέση μέ τόν Θεό καί τήν σωτηρία του.
Τό μόνο πού ἐπιθυμεῖ διακαῶς ὁ ἄνθρωπος αὐτός, εἶναι νά ζεῖ μόνο γιά τά πάθη του, μή σκεφτόμενος τίποτε πλέον, οὔτε τόν Θεό, οὔτε τούς ἀνθρώπους, οὔτε οἰκογένεια, οὔτε τήν θέση του, οὔτε κάτι ἄλλο, παρά μόνον, πῶς καί πότε θά ἱκανοποιήσει τίς ὀρέξεις του, τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες του, καί τίς ἐπιθυμίες τοῦ «πατρός» του (διαβόλου) ἀδιαφορώντας γιά ὅλα τά ἄλλα.
Βέβαια, ἐξαρτᾶται πάντα, ἐάν θά ὑποκύψουμε ἤ ὄχι στούς λογισμούς καί στήν ἁμαρτία, ἀπό τό πόσο πνευματικά ἄτομα εἴμαστε καί ἀπό τό πόσο καί πῶς προσευχόμεθα, νηστεύουμε, ἐκκλησιαζόμεθα, ἐξομολογούμεθα, κοινωνᾶμε κ.ἄ. καί πῶς, τέλος, θά χειριστεῖ ὁ καθένας μας προσωπικά, τό ὅλο θέμα.
Προφανῶς μᾶς διαφεύγει, καί εἶναι κατά πάντα κατανοητό σ’ αὐτόν τόν αἰώνα τῆς «ἀποστασίας» ποῦ ζοῦμε, ὅτι ὁ ἀγώνας μας καί ἡ πάλη μας, δέν ἔχει νά κάνει μέ ἁπλά πράγματα καί μέ ἀδύναμους ἀνθρώπους, ἀλλά μέ ἐκπεσόντες ἀγγέλους ἀπό τόν οὐρανό καί πονηρά πνεύματα. «ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφεσ. ς’, 12) οἱ ὁποῖοι, σάν πεινασμένα λεοντάρια, γυρνοῦν ἐδῶ καί ἐκεῖ γιά νά κατασπαράξουν ὅποιον βροῦν μπροστά τους. «ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ» (Α’ Πέτρ. ε’, 8).
Καί ἐάν ἐμεῖς, μέσα στά 100 χρόνια πού ζοῦμε, θεωροῦμε ὅτι γινώμεθα σοφοί καί πολύξεροι καί ἀποκτοῦμε πολλές γνώσεις καί ἐμπειρίες, ἄς σκεφθοῦμε πόσο πολύ ἀσυγκρίτως «σοφία», «γνώση» καί ἐμπειρία ἔχει ὁ διάβολος καί οἱ «ἄγγελοί» του.
Δέν μποροῦμε, λοιπόν, σέ καμμιά περίπτωση ἀνθρωπίνως, νά τούς συναγωνιστοῦμε, παρά μόνον ἐάν ἔχουμε μαζί μας τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἡγεμών Νοῦς
Ὅλος ὁ πνευματικός ἀγῶνας τοῦ Χριστιανοῦ συντελεῖται (ξεκινᾶ, ἀρχίζει καί τελειώνει) στό νοῦ, στόν κυρίαρχο νοῦ, στόν «ἡγεμόνα» νοῦ ὅπως τόν χαρακτηρίζουν οἱ Πατέρες μας, καί ἔγκειται εἰς τό πῶς θά πολεμήσει τούς «πειρασμούς» (πού πολλές φορές μάλιστα ἔρχονται μετασχηματιζόμενοι ὡς «ἄγγελοι φωτός»), τά πάθη του, τίς ἀδυναμίες του, τούς λογισμούς καί τίς προσβολές τοῦ ἐχθροῦ, τοῦ Βελίαρ.
Γι’ αὐτό καί ὅταν βαπτιζώμεθα, ὁ ἱερεύς μᾶς χρίει μέ τήν σφραγίδα τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, στό μέτωπον, στά χέρια καί στά ὑπόλοιπα μέλη τοῦ σώματός μας, μέ τό Ἅγιον Μῦρον, πού συμβολίζει τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, λέγοντας. «Σφραγίς Δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου» γιά νά ἔχουμε ἁγιασμένα μέλη «Μέλη Χριστοῦ». Μᾶς χρίει σταυροειδῶς στό μέτωπο ὅπου βρίσκεται ὁ νοῦς μας, γιά νά ἔχουμε «Νοῦ Χριστοῦ» καί νά σκεφτώμεθα πάντα καί νά πράττουμαι αὐτά πού θέλει ὁ Χριστός, καί ὄχι αὐτά πού θέλουμε ἐμεῖς ἤ ὁ Διάβολος. «Πάτερ παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο. ἀλλ’ οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ’ ὡς σύ». (Ματθ. κς’, 39).
Κατά τόν ἴδιον τρόπον, ἀντιγράφοντας κακέκτυπα καί πιθηκίζοντας ὁ Διάβολος, θέλει καί προσπαθεῖ νά «σφραγίσει» μέ τήν δική του σφραγῖδα τούς δικούς του ἀνθρώπους στό μέτωπο, γιά νά ἔχουν «νοῦν διαβόλου» ἀντί «Νοῦν Χριστοῦ», καί στό δεξί χέρι γιά νά πράττουν «ἔργα Διαβόλου» καί κακές πράξεις, ἀντί «ἔργα Χριστοῦ» καί καλές πράξεις.
Ὅταν λοιπόν, ἐξ αἰτίας τοῦ κακοῦ μας ἑαυτοῦ, τῶν ἐπιθυμιῶν μας καί τῆς ὑποδουλώσεώς μας εἰς τά διάφορα πάθη, ἁμαρτάνουμε καθημερινά, καταπατώντας θεῖες καί ἀνθρώπινες ἐντολές, ἀδιαφορώντας γιά τούς συνανθρώπους μας, πατώντας ἐπί πτωμάτων, ἀνεβαίνοντας καί πλουτίζοντας εἰς βάρος τῶν ἄλλων, ἀδιαφορώντας γιά τίς συνέπειες, στραγγαλίζοντας τήν συνείδησή μας πού μᾶς ἐλέγχει, ἐκπειράζοντας τόν Θεόν μας καί ἐκμεταλλευόμενοι τήν ἀγάπη καί μακροθυμία τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς περιμένει νά μετανοήσουμε, «...καί τῆς μακροθυμίας καταφρονεῖς, ἀγνοῶν ὅτι τό χρηστόν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιαν σέ ἄγει;» (Ρωμ. β’, 4) ὁ Θεός πού βλέπει ὅτι δέν ὑπάρχει πλέον περίπτωση μεταστροφῆς καί ἐπιστροφῆς, «φεύγει», μᾶς «ἐγκαταλείπει» τελείως καί ὁριστικά, ὅπως ἐγκατέλειψε τούς Ἑβραίους λέγοντας τους, «ἰδού ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος» (Ματθ. κγ’, 38), ἀφήνοντάς τους νά ὑπηρετοῦν τά πάθη καί τίς ὀρέξεις τους, καί παραδίδοντάς τους εἰς «πάθη ἀτιμίας» (Ρωμ. α’, 26) καί «ἀδόκιμον νοῦν» (Ρωμ α’, 28).
Ἔτσι, μετά τήν ὁριστική ἐγκατάλειψη τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀπό τόν Θεόν, ἡ καρδιά του καί ὁ νοῦς του, ἐκεῖ πού ἦταν θρόνος τοῦ Θεοῦ, γίνεται πλέον θρόνος τοῦ Διαβόλου.
Ὁ Νοῦς του, ἡ καρδιά του, τό σῶμα του, ἡ ψυχή του, καταλαμβάνεται, κυριαρχεῖται καί ἐξουσιάζεται ἀπό τόν Διάβολο, καί ἔτσι, ὁ νοῦς πλέον τοῦ ἀνθρώπου «σκοτίζεται» καί «συσκοτίζεται» καί ἀδυνατεῖ νά σκεφθεῖ τό καλό καί τό ἀγαθόν.
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, πλέον, χάνει ὁ,τιδήποτε καλό καί θεϊκό πού ἔλαβε μέσα του ἀπό τόν Θεόν, κατά τήν ὥρα τοῦ βαπτίσματός του, καί γίνεται ἕνα μέ τόν Διάβολο καί τόν Ἀντίχριστο. Δαιμονοποιεῖται καί ἀντιχριστοποιεῖται.
Αὐτό βέβαια συνέβαινε πάντα ἀλλά στήν ἐποχή μας, στήν ἐποχή τῆς ἀποστασίας, συμβαίνει σέ πολύ μεγαλύτερο βαθμό καί ἔνταση. Γι’ αὐτό, καί προφήτευσε ὁ ἅγιος Νεῖλος:
«Ὅταν πλησιάση ὁ καιρὸς τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου θὰ σκοτισθῆ ἡ διάνοια τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὰ πάθη τῆς σαρκὸς καὶ θὰ πληθυνθῆ σφόδρα ἡ ἀσέβεια καὶ ἡ ἀνομία. Τότε ἄρχεται ὁ κόσμος νὰ γίνεται ἀγνώριστος... καὶ διὰ τὴν ἐνέργειαν τῆς μεγίστης ἁμαρτίας καὶ ἀσελγίας, οἱ ἄνθρωποι θέλουν στερηθῆ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὅπου ἔλαβον εἰς τὸ Ἅγιον Βάπτισμα ὡς καὶ τὴν τύψιν τῆς συνειδήσεως». (Προφητεῖα Ἁγίου Νείλου)
Ἡ εἰλικρινής μετάνοια, ὁδός σωτηρίας
Βέβαια, ὅπως ἤδη ἔχουμε τονίσει παραπάνω, σίγουρα, ὁ Θεός μας εἶναι Θεός τῆς ἀγάπης καί τοῦ ἐλέους.
Σίγουρα, ὁ Θεός μας εἶναι «οἰκτίρμων καί ἐλεήμων, μακρόθυμος καί πολυέλεος» (Ψαλμ. ρβ’, 8).
Σίγουρα, δέν ὑπάρχει ἁμάρτημα πού δέν τό συγχωρεῖ ὁ Θεός, ἐάν μετανοήσει πραγματικά ὁ ἄνθρωπος.
«Οὐκ ἔστι ἁμαρτία ἀσυγχώρητος εἰ μή ἡ ἀμετανόητος» (Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου).
Σίγουρα, ὅσο πολλές καί ὅσο μεγάλες καί ἄν εἶναι οἱ ἁμαρτίες ἑνός ἀνθρώπου, μέ τήν εἰλικρινῆ μετάνοια καί ἐξομολόγηση, ὁ Θεός τόν συγχωρεῖ καί τόν δέχεται ξανά κοντά Του. «Ἐάν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ. ἐάν δέ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡσεί ἔριον λευκανῶ» (Ἡσαΐα α’, 18).
Σίγουρα...
Γι’ αὐτό, ἄλλωστε, καί ὁ Θεός παρέδωσε τό μυστήριο τῆς μετανοίας καί τῆς ἐξομολογήσεως στούς Μαθητάς του, ἕνα ἀπό τά βασικά καί κύρια Μυστήρια τῆς Πίστεώς μας, λέγοντάς τους. «...λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται» (Ἰω. κ’, 22-23). Γιά νά μποροῦν καί νά ἔχουν τήν δυνατότητα, ὅσοι θέλουν καί ὅποτε θέλουν, νά μποροῦν νά προσέρχονται στόν Θεό, διά μέσου τῶν ἱερέων του, καί νά ἐξομολογοῦνται μέ μετάνοια καί συντριβή καρδίας, λαμβάνοντας συγχώρηση καί ἄφεση ἁμαρτιῶν.
Χωρίς τήν Μετάνοια, τήν Εὐλογημένη Μετάνοια, τήν Σωτήρια Μετάνοια, κανείς μά κανείς ἄνθρωπος ἐπί τῆς γῆς, δέν δύναται νά σωθεῖ καί νά εἰσέλθει εἰς τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Τό θέμα ὅμως δέν εἶναι ἐάν θά τόν δεχθεῖ ὁ Θεός καί τόν συγχωρήσει, ἀφοῦ μετανοήσει, γιατί αὐτό εἶναι δεδομένο, ὅπως ἤδη ἔχουμε τονίσει.
Τό θέμα εἶναι, ἐάν αὐτός ὁ συγκεκριμένος ἄνθρωπος, θά μπορέσει νά μετανοήσει (Μετάνοια= στροφή τοῦ νοός) δηλαδή νά ἀλλάξει τρόπο σκέψεως καί τρόπο ζωῆς. Ἐάν θά μπορέσει, νά σταματήσει πλέον νά προσκυνᾶ καί νά πιστεύει στόν Ἀντίχριστο καί τόν Διάβολον. Ἐάν θά μπορέσει, νά σταματήσει νά διαπράττει τίς διάφορες ἁμαρτίες καί νά ἀρχίσει καί πάλι νά σκέφτεται τόν Θεόν, νά Τόν ἀγαπᾶ, νά τηρεῖ τούς νόμους καί τίς ἐντολές Του, νά κάνει καλά ἔργα καί γενικά, νά ξαναγίνει ὁ νοῦς του, «Νοῦς Χριστοῦ» καί νά πάψει νά εἶναι «νοῦς Διαβόλου» καί «νοῦς Ἀντιχρίστου».
Αὐτό εἶναι τό θέμα καί μόνον αὐτό.
Μπορεῖ νά γίνει αὐτό; Καί μάλιστα ἀπό τήν μία μέρα στήν ἄλλη;
Μπορεῖ εὔκολα, ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος νά μετανοήσει;
Εἶναι πολύ δύσκολο, ἀλλά ὄχι ἀδύνατον καί ἀκατόρθωτον.
Ἀλλά καί ἐάν ἀκόμη θελήσει καί μπορέσει νά «μετανοήσει», ἡ μετάνοιά του αὐτή, θά εἶναι οὐσιαστική καί ἀληθινή ἤ τυπική καί μέ τά χείλη;
Γιατί, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἐκεῖνος πού ὁμολογεῖ μέ τά χείλη μόνο ὅτι πιστεύει στόν Χριστό, μέ τά ἔργα δέ, τόν ἀρνεῖται, ὁ Χριστός δέν εἶναι μαζί του. Τότε μόνο, συγχωροῦνται ἀπό τόν Θεόν οἱ ἁμαρτίες μας, ὅταν μετανοοῦμε πραγματικά καί μάλιστα πράττουμε καί ἔργα μετανοίας. Καί βέβαια ἐάν κάποιος, ἐνῶ συνεχίζει νά κάνει κολάσιμες πράξεις καί νά ζεῖ ἁμαρτωλή ζωή, προσποιεῖται καί ὑποκρίνεται ὅτι μετανοεῖ ἤ ὅτι ἔχει μετανοήσει, αὐτός δέν πρόκειται, σέ καμμία περίπτωση, νά συγχωρηθεῖ ἀπό τόν Θεόν, ἐάν δέν σταματήσει νά πράττει ὅλα αὐτά τά ὁποῖα ἀπαγορεύει ὁ Θεός.
«Ὁ χείλεσι μόνον ὁμολογῶν τόν Χριστόν, ἀρνησάμενος δέ τοῖς ἔργοις, οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῷ, οὐδέ ἔχει αὐτόν ἐν ἑαυτῷ. μόνου καί παντός μετόχου τυγχάνοντος τοῦ ἐν αὐτῷ πάντα ποιοῦντος. Τότε συγχώρησις γίνεται τῶν προεπταισμένων, ὅταν ἔργα μετανοίας μετά ταῦτα τελεσθῇ. Εἰ γάρ τις ἔτι πράττων τά ψεκτικά καί κολαστέα, προσποιεῖται μετάνοιαν, οὐ τεύξεται συγχωρήσεως, ἔτι πράττων τά ἀπηγορευμένα». (Ἰω.Δαμασκηνοῦ P.G. 95, 1169)
Ἡ «ἐν ἐνεργείᾳ» μετάνοια
Μέ αὐτήν τήν ἔννοια, λοιπόν, καί κάτω ἀπ’ αὐτές τίς προϋποθέσεις καί διαστάσεις τοῦ θέματος, πολύ δύσκολα θά μπορέσουν νά μετανοήσουν αὐτοί, πού ἑκούσια καί συνειδητά, θά παραλάβουν τό Σφράγισμα τοῦ Ἀντιχρίστου.
Ὄχι γιατί ὁ Θεός δέν θά τούς δεχθεῖ, ἐάν μετανοήσουν, ζητήσουν συγχώρηση καί Τόν παρακαλέσουν νά τούς δεχθεῖ, ἀλλά γιατί οἱ ἴδιοι δέν θά θέλουν νά μετανοήσουν, ἀφοῦ ἑκούσια καί συνειδητά, παρ’ ὅλα αὐτά πού ἄκουσαν καί διάβασαν ὅλα αὐτά τά χρόνια, παρ’ ὅλο πού ὑπῆρχαν γραμμένα στίς Γραφές, ἀκριβῶς γιά νά τούς ἐνημερώσουν, προειδοποιήσουν καί προετοιμάσουν γιά ὅλα αὐτά, «ἰδού προείρηκα ὑμῖν» (Ματθ. κδ’, 25), παρ’ ὅλο πού ὁ Θεός φρόντισε μέ πολλούς καί διάφορους τρόπους, «πολυμερῶς καί πολυτρόπως» (Ἑβρ. α’, 1), νά τούς προειδοποιήσει καί νά τούς βοηθήσει, ΕΚΕΙΝΟΙ ὄχι μόνον ΕΚΛΕΙΣΑΝ ΤΑ ΑΥΤΙΑ στή Φωνή τοῦ Θεοῦ, πού τούς καλοῦσε κοντά Του, ὄχι μόνον ἀδιαφόρησαν γιά ὅλους καί γιά ὅλα, μή δίνοντας σημασία σέ κανέναν καί συνεχίζοντας τήν ἁμαρτωλή ζωή τους, ἀλλά ταυτόχρονα ἐχλεύαζαν, εἰρωνεύονταν, κορόϊδευαν, συκοφαντοῦσαν καί πολεμοῦσαν, ποικιλοτρόπως, τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ὅλους ἐκείνους πού προσπαθοῦσαν νά τούς ἐνημερώσουν καί νά τούς βοηθήσουν νά μήν προσκυνήσουν τόν Ἀντίχριστο καί νά μήν Σφραγιστοῦν μέ τό Χάραγμά του.
Γι’ αὐτό καί γιά κανέναν ἄλλο λόγο.
Βέβαια, νά ποῦμε καί αὐτό. Ὅτι ἐπειδή κανείς δέν μπορεῖ νά γίνει σύμβουλος τοῦ Θεοῦ, πῶς θά ἐνεργήσει γιά τό ἕνα θέμα καί πῶς γιά τό ἄλλο, ποιούς θά σώσει καί ποιούς ὄχι, οὔτε φυσικά νά γνωρίζει τόν «Νοῦν» καί τίς «σκέψεις» τοῦ Θεοῦ «τίς ἔγνω νοῦν Κυρίου; ἤ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο;»,
Ἐπειδή ὅσο ἀπέχει ὁ οὐρανός ἀπό τήν γῆ, ἄλλο τόσο ἀπέχουν «οἱ διαλογισμοί τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς διαλογισμούς τῶν ἀνθρώπων» δυνητικά, «ἐν δυνάμει», πάντα παραμένει ἀνοικτό τό ἐνδεχόμενο καί γιά ὅλους αὐτούς, ἐάν θελήσουν καί μπορέσουν τελικά νά μετανοήσουν, νά συγχωρεθοῦν καί νά σωθοῦν, ἀφοῦ ὅπως εἴπαμε ὁ Θεός κανέναν δέν ἀπορρίπτει, ἐάν μετανοήσει πραγματικά.
«Ἐν δυνάμει», πάντα μπορεῖ νά καταλάβει τό λάθος του καί νά θέλει νά ἐπιστρέψει, τίποτε δέν ἀποκλείεται.
«Ἐν δυνάμει», πάντα θά ἔχει τήν δυνατότητα καί τήν εὐκαιρία ἀπό τόν Θεόν, ἐάν θέλει καί ὅποτε τό ἀποφασίσει, νά μετανοήσει, τίποτε δέν ἀποκλείεται, «τόν ἐρχόμενον πρός με οὐ μή ἐκβάλω ἔξω» (Ἰω. ς’, 37).
«Ἐν ἐνεργεία» ὅμως, στήν πράξη, στήν πραγματικότητα, θέλει; Θά μπορεῖ; Θά τόν ἀφήσει ὁ Διάβολος;
Ποῦ νά ξέρουμε τί ἀκριβῶς θά γίνει καί πῶς θά ἐξελιχθοῦν τά πράγματα τήν ἐποχή ἐκείνη;
Καί ἐάν κάποιος θέλει καί ἐπιθυμεῖ νά μετανοήσει, ἀλλά δέν θά μπορεῖ γιά τόν ἕνα ἤ γιά τόν ἄλλο λόγο;
Καί ἐάν κάποιος μπορεῖ καί ἔχει τήν δυνατότητα νά μετανοήσει, ἀλλά δέν θέλει γιά τόν ἕνα ἤ γιά τόν ἄλλο λόγο;
Καί ἐάν κάποιος, οὔτε θά μπορεῖ, οὔτε θά θέλει νά μετανοήσει;
Κανείς δέν ξέρει.
Ἐάν, ὅλοι ὅσοι εἴμεθα πιστοί Χριστιανοί πού ἐξομολουγούμεθα, κοινωνᾶμε, ἐκκλησιαζώμεθα κλπ. καί παρ’ ὅλα αὐτά, ἄλλος λιγότερος καί ἄλλος περισσότερο, εἴμαστε ὑποδουλωμένοι σέ κάποιο μικρό ἤ μεγάλο πάθος, σέ κάποια μικρή ἤ μεγάλη ἀδυναμία χρόνια τώρα, καί ἐνῶ θέλουμε καί ἐπιθυμοῦμε νά ξεφύγουμε ἀπό τήν ἀδυναμία αὐτήν καί ἐνῶ ἐξομολογούμεθα, καί ἐνῶ προσπαθοῦμε νά κόψουμε τό πάθος αυτό, δέν μποροῦμε καί πολλές φορές, τό παίρνουμε καί μαζί μας, τό συγκεκριμένο αὐτό πάθος, πῶς θά μπορέσει ἕνας ἄνθρωπος πού δέν θά ἐξομολογεῖται, δέν θά κοινωνάει σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ, δέν θά ἔχει καμμιά σχέση μέ τήν ἐκκλησία καί μέ τόν Θεόν καί ἀντιθέτως, θά εἶναι πιστός δοῦλος καί ἀκόλουθος τοῦ διαβόλου, ἕνα μέ αὐτόν, πῶς θά μπορέσει, λέγω, νά μετανοήσει;
Θά εἶναι πάρα πολύ δύσκολο.
Οἱ μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, λέγει τά ἑξῆς σχετικά, γιά τό ποῦ μπορεῖ νά ὁδηγήσει ὁ Διάβολος κάποιον τέτοιον ἄνθρωπον.
«Διότι τέτοια εἶναι ἡ μέθοδος τοῦ διαβόλου. Βγάζει ἐκείνους, πού πείθονται εἰς αὐτόν, ἀπό τά ὅρια πού μᾶς ἐδόθησαν ἀπό τόν θεόν, δῆθεν γιά πολύ ἀνώτερα καί ὅταν, ἀφοῦ μᾶς δελεάσει μέ τάς ἐλπίδας αὐτάς, μᾶς βγάλει ἔξω ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, τότε ὄχι μόνον δέν μᾶς προσθέτει τίποτε περισσότερο (διότι πῶς θά μποροῦσε ἀφοῦ εἶναι διάβολος) ἀλλά οὔτε μᾶς ἐπιτρέπει νά ἐπιστρέψουμε εἰς τά προηγούμενα, ὅπου ἐζούσαμε μέ ἀσφάλεια καί βεβαιότητα, ἀλλά μᾶς περιφέρει πλανωμένους παντοῦ, χωρίς νά ἔχουμε ποῦ νά σταθοῦμε». Καί,
«Τί οὖν ἐποίησεν; Ἐθορύβησεν αὐτόν, ἐσκότωσε τῇ τῆς ἀθυμίας ὑπερβολῇ ἐδίωξεν, ἤλασεν, ἕως ἐπί τόν βρόχον ἤγαγε καί τῆς παρούσης ὑπεξήγαγε ζωῆς καί τῆς προθυμίας τῆς κατά τήν μετάνοιαν ἀποστέρησεν». (Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου ΕΠΕ 30,104)
Δηλαδή.
«Τί ἔκαμε λοιπόν; (ὁ διάβολος) Τόν ἔβαλε σέ ἀνησυχία, σκοτείνιασε τήν ψυχή του μέ τήν ὑπερβολική λύπη, τόν καταδίωξε, τόν ἀπομάκρυνε, τόν ὁδήγησε μέχρι τήν ἀγχόνη, τοῦ ἀφαίρεσε τήν παρούσα ζωή καί τοῦ στέρησε τήν προθυμία γιά μετάνοια».
Ποιός ὅμως τελικά μπορεῖ νά ξέρει; Καί ποιός τελικά μπορεῖ νά τό διακινδυνεύσει; Ἠ νά τό ριψοκινδυνεύσει; Καί ἐάν τελικά δέν μπορέσει νά τά καταφέρει; Ἐάν δέν προλάβει; Ἐάν πεθάνει ἐν τῷ μεταξύ; Διότι κανείς δέν γνωρίζει πότε θά πεθάνει οὔτε τί θά γίνει αὔριο, «οὐδείς γνωρίζει τί τέξεται ἡ ἐπιοῦσα».
Δέν θά χάσει λοιπόν τήν αἰώνια ζωή;
Δεν εἶναι καλύτερα νά βαδίζουμε στά σίγουρα; Στά στέρεα; Σ’ αὐτά πού γνωρίζουμε; Σίγουρα ΝΑΙ.
Ἡ σύγχρονη τεχνολογία σέ σχέση μέ τό Σφράγισμα
Ἐδῶ, θά ἤθελα νά ἀναφέρω καί κάτι ἄλλο, τό ὁποῖο θά μᾶς δώσει καί μία ἄλλη παράμετρο τοῦ θέματος.
Εἶναι γνωστόν, ὅτι στήν ἐποχή μας, ἡ ἐπιστήμη καί ἡ τεχνολογία ἔχουν προοδεύσει τόσο πολύ, πού κάνουν μέχρι καί «θαύματα».
Δημοσιεύθηκε λοιπόν ἐπίσημα ὅτι ἔχουν κατασκευάσει ἕνα μικροτσίπ, τό ὁποῖο μέ τή βοήθεια ἑνός κομπιούτερ, θά ἔχει τή δυνατότητα ὅταν ἐμφυτευθεῖ στό ἀνθρώπινο σῶμα, νά στέλνει στόν ἄνθρωπο διάφορες πληροφορίες καί ἐντολές, κάνοντάς τον νά “ὑπακούει” σ’ αὐτές.
Λένε λοιπόν κάποιοι ὅτι, ποιός μᾶς λέει, ὅτι αὐτό τό σφράγισμα καί τό χάραγμα πού θά πάρουν, ὅσοι τό πάρουν (εὔχομαι νά μην βρεθεῖ κανένας ἀπό ἐμᾶς), δέν θά εἶναι ἕνα τέτοιο ἤ παρόμοιο καί πιό ἐξελιγμένο μικροτσίπ, τό ὁποῖο θά στέλνει ἐντολές στόν ἐγκέφαλό μας, ἀφαιρώντας μας κάθε δυνατότητα σκέψεως, ἐνέργειας, πράξεως καί ἰδιαίτερα διάθεσης γιά νά προσευχηθοῦμε, νά σκεφθοῦμε τόν Θεόν νά κάνουμε καλά ἔργα καί νά μετανοήσουμε; Ποιός μᾶς τό ἐγγυᾶται αὐτό; ΚΑΝΕΙΣ!!!
Καλά ὅλα αὐτά, ἀλλά δέν παύει νά εἶναι θεωρίες, ἀπόψεις πιθανά σενάρια, ὑποθέσεις καί πολλά ἄλλα, τά ὁποῖα μπορεῖ νά ἰσχύουν, μπορεῖ καί ὄχι. Μπορεῖ νά συμβοῦν, μπορεῖ καί ὄχι.
Ὅ,τι καί ἐάν ἰσχύει ὅμως καί ὅ,τι καί ἐάν συμβεῖ τελικά, σέ καμμία περίπτωση δέν μπορεῖ ὅ,τι δήποτε ἀνθρώπινο καί ὑλικό κατασκεύασμα καί ἐπινόημα νά ἐξαφανίσει καί νά ἐξαλείψει τό "κατ’εἰκόνα Θεοῦ" καί ὅ,τι ἐμπεριέχεται μέσα σ’αὐτό καί βέβαια καί ὁ νοῦς, τό αὐτεξούσιο, ἡ λογική, ἡ σκέψη, ὁ λογισμός, ἡ πάλη, ἡ συγκατάθεση ἤ ἀπόρριψη καί ἄλλα πολλά.
Δύσκολη ἡ Μετάνοια μετά τό Σφράγισμα
Ὑπάρχει λοιπόν Μετάνοια, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πάντα καί πάντοτε, ἀκόμη καί σ’ αὐτούς πού θά παραλάβουν τό Σφράγισμα τοῦ Ἀντιχρίστου, ἀρκεῖ νά μπορέσει καί νά θελήσει κανείς νά μετανοήσει καί νά κλαύσει πικρῶς, ὅπως ὁ ἀπόστολος Πέτρος ὅταν ἀρνήθηκε τόν Χριστόν μας.
Τό θέμα ὅμως εἶναι, ὅπως ἀναπτύξαμε στό παρόν κεφάλαιο ὅτι, ὅταν ἕνας ἄνθρωπος δέν προσέξει στήν ζωή του καί ἀφήσει τόν ἑαυτό του ἑκούσια καί συνειδητά νά ὑποδουλωθεῖ στά πάθη καί τίς ἁμαρτίες, καί στήν συνέχεια στά χέρια τοῦ Ἀντιχρίστου καί τοῦ Διαβόλου, καταλαμβάνεται πλέον ὁλοκληρωτικά ὁ νοῦς του ἀπό τόν Διάβολον καί στή συνέχεια, ἄγεται καί φέρεται ἀπ’ αὐτόν, μή μπορώντας καί μήν ἔχοντας πλέον τήν δύναμη, νά ἀντισταθεῖ καί νά ἀλλάξει τρόπο καί σκέψη ζωῆς. Ὁπότε καί θά εἶναι πάρα πολύ δύσκολο γιά αὐτόν, νά μπορέσει νά μετανοήσει.
Γι’ αὐτό λοιπόν ἀδελφοί μου, ἄς προσπαθήσουμε ὅλοι μας, μέ τήν βοήθεια τοῦ καλοῦ καί Παντοδύναμου Θεοῦ μας, κανείς νά μήν παραλάβει τό ψυχοκτόνο καί σωματοκτόνο Σφράγισμα τοῦ Ἀντιχρίστου, τό ὁποῖο θά μᾶς Ἀντιχριστοποιήσει καί Δαιμονοποιήσει σέ μεγάλο βαθμό, στερώντας μας τήν σωτηρία μας.
Ἄς ξεκινήσουμε ἀπό τώρα, ὅσο μπορεῖ ὁ καθένας, τόν πνευματικό του ἀγῶνα. Ἄς ἑτοιμαζώμεθα καί ἄς προετοιμαζώμεθα γιά ὅλα αὐτά. Ἄς ξεκινήσουμε τήν ἀντίσταση ἀπό τά μικρά, γιά νά μπορέσουμε νά κατορθώσουμε καί τά μεγάλα, μέ τήν χάρη καί τήν δύναμη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς τόν ὁποῖον πρέπει πᾶσα δόξα, τιμή καί προσκύνηση μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Προσοχή!!!
«ὁ Θεός οὐ μυκτηρίζεται»
Ἴσως βέβαια κάποιοι νά ἰσχυριστοῦν ἤ νά νομίζουν ὅτι, ἐπειδή ὑπάρχει Μετάνοια, μποροῦν ἐλεύθερα νά λάβουνε τό Σφράγισμα, καί στή συνέχεια νά μετανοήσουνε καί ἔτσι οὔτε "γάτα οὔτε ζημιά"!
Αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει σέ καμμία περίπτωση.
Εἶναι ἀκριβῶς τό ἴδιο σάν νά λέμε καί ἰσχυριζόμαστε, ὅτι μποροῦμε ἐν γνώσει μας καί συνειδητά σέ ὅλη μας τήν ζωή, ἤ γιά κάποια χρονική περίοδο στήν ζωή μας, νά ἁμαρτάνουμε ἐλεύθερα τελώντας διάφορες ἁμαρτίες, καί μετά κάποια στιγμή ἤ στό τέλος τῆς ζωῆς μας, νά μετανοήσουμε, ἀφοῦ πάντοτε ὑπάρχει μετάνοια καί ὁ Θεός ὁ ὁποῖος πάντοτε συγχωρεῖ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς ὅταν μετανοήσουμε, θά πρέπει νά συγχωρέσει καί ἐμᾶς.
Ὅσο μπορεῖ νά ἰσχύει καί νά συμβεῖ αὐτό, ἄλλο τόσο ἰσχύει καί μπορεῖ νά συμβεῖ καί ἐδῶ στήν περίπτωση αὐτή τοῦ Σφραγίσματος.
Αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει μέ τίποτα.
α) Πρῶτον γιατί αὐτό εἶναι ὑστεροβουλία καί κοροϊδία.
β) Γιατί δέν ξέρουμε ἐάν θά ζήσουμε καί ἐάν θά προλάβουμε νά μετανοήσουμε.
γ) Γιατί μπορεῖ νά μήν θέλουμε ἤ νά μήν μπορέσουμε τελικά νά μετανοήσουμε λόγῳ τῆς συνήθειας τῆς ἁμαρτίας, τοῦ σκοτασμοῦ καί τῆς ὑποδουλώσεως τοῦ νοός μας καί πολλά ἄλλα.
Προσοχή λοιπόν, γιατί «Ὁ Θεός οὐ μυκτηρίζεται».