- Πλάνες των Προτεσταντών
- Αγία Γραφή και Αιρετικοί Προτετάντες (Α΄)
- Η φοβερά αίρεση των Πεντηκοστιανών
- Αγία Γραφή και Αιρετικοἰ Προτεστάντες (Β΄)
- Αγία Γραφή και Αιρετικοί Προτεστάντες (Γ΄) - Η διδασκαλία του Λουθήρου
- Αγία Γραφή και Αιρετικοί Προτεστάντες (Δ΄) - Αναβαπτιστές, Quakers...
Προτεστάντες
Ενότητες
Φωτό & Βίντεο
Δημοφιλή Άρθρα
Εορτολόγιο (νέο ημ.)
21/12 Ιουλιανή, Μάρτυς *
ΑΓΙΑ ΙΟΥΛΙΑΝΗ, ΜΑΡΤΥΣ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Οι σύγχρονες χριστιανές γυναίκες που δεν ξέρουν ποιά ήταν η θέση της γυναικός πριν να έλθη ο Χριστός και κάνουν αγώνα για τα δικαιώματα δήθεν "της γυναίκας", διαβάζουν άρα γε τους άθλους των αγίων Μαρτύρων γυναικών; Εκεί θα δουν και θα διδαχτούν με τι μαρτύρια και με πόσα αίματα νίκησε ο χριστιανισμός τον κόσμο, για να εξασφαλίση μαζί με τ’ άλλα και την θέση της γυναικός στη ζωή και την τιμή της σαν προσώπου δίπλα στον άνδρα. Το "ουκ ένι άρσεν και θήλυ", που εκήρυξεν ο Απόστολος, είχεν εφαρμογή και στο μαρτύριο, όπου άνδρες και γυναίκες παράδιναν τα σώματά τους σε θάνατο με την ίδια πίστη και την ίδια ανδρεία. Η αγία Ιουλιανή, της οποίας η Εκκλησία σήμερα γιορτάζει την μνήμη, παραδόθηκε σ...
Περισσότερα »
Εορτολόγιο (παλαιό ημ.)
8/12 Πατάπιος, Όσιος *
ΑΓΙΟΣ ΠΑΤΑΠΙΟΣ, ΟΣΙΟΣ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Ο Όσιος Πατάπιος γεννήθηκε στην Αίγυπτο και από μικρό παιδί είχε "πνεύμα αγάπης και σωφρονισμού" (Β’ Τιμ. α’, 7). Δηλαδή, πνεύμα αγάπης και πνεύμα που σωφρονίζει, ώστε φρόνιμα και συνετά να κυβερνά τον εαυτό του, αποφεύγοντας κάθε ηθική παρεκτροπή, διατηρώντας την αγνότητα, αλλά συγχρόνως παραδειγμάτιζε και τους συνανθρώπους του. Και αυτό το απέδειξε ακόμα περισσότερο, όταν μεγάλωσε. Αφού διαμοίρασε την κληρονομιά του στους φτωχούς, αποσύρθηκε στην έρημο. Εκεί γέμιζε το χρόνο του με προσευχή, μελέτη και αγαθοεργίες. Σε κάθε κουρασμένο οδοιπόρο που περνούσε από το κελί του, πρόσφερε ανάπαυση και φιλοξενία. Αλλά εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία, του παρείχε με διάκριση και πνευματικές οδηγίες και συμβουλές,...
Περισσότερα »
Newsletter
Δωρεά Στον Σύνδεσμό Μας
Αγία Γραφή και Αιρετικοί Προτεστάντες (Γ΄) - Η διδασκαλία του Λουθήρου
Πέμπτη, 16 Ιουνίου 2011 - 6909 εμφανίσεις άρθρου
ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ
(ΜΕΡΟΣ Γ΄)
Η ΛΟΥΘΗΡΑΝΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ:
΄
Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ ΠΙΣΤΕΩΣ
Επιμείναμε ιδιαίτερα στο εξής σημείο, ότι δηλαδή ένα θετικό θρήσκευμα, για να εντέλλεται την πίστη πρέπει να μεταδίδεται από γενιά σε γενιά υπό μιας ζώσης αυθεντίας. Αυτή η αλήθεια-αρχή είναι τόσο σαφής, τόσο φανερή, ώστε επιβάλλεται αφ’ εαυτού της στο πνεύμα το μη προκατειλημμένο. Αλλ’ είναι εξ ίσου αληθές ότι αυτή η αρχή εφαρμόστηκε αρκετά λανθασμένα. Οι αιρετικοί, συγχέοντες την έννοια της αυθεντίας μ’ εκείνη της μαρτυρίας, εφαντάσθηκαν ότι η θρησκεία μπορεί να μεταδίδεται ανά τους αιώνες όπως κάθε άλλο γεγονός, και ότι αρκεί να μιλούν αυτόπτες μάρτυρες για κάποιον απεσταλμένο του Θεού για να υποτάξει η μαρτυρία των την πίστη των ανθρώπων μέσα στη ροή των αιώνων. Όπως ο Πολύβιος και ο Τίτος Λίβιος μας διδάσκουν για τον δεύτερο καρχηδονιακό πόλεμο, όπως ο Ηρωδιανός μας διηγείται τη ζωή του αυτοκράτορα Κομμώδου, έτσι και οι ευαγγελιστές μέσα σ’ αυτό το σύστημα, μας γνωρίζουν τον Ιησού Χριστό, και αποτελούν αυθεντία για όλους τους λάτρας του.
Όλοι βλέπουν το λάθος αυτής της γνώμης. Οι καθολικοί κάνουν διάκριση ανάμεσα στους ιερούς και στους κοσμικούς συγγραφείς, και δεν θέτουν στην ίδια μοίρα την ανάγνωση του Ευαγγελίου και εκείνη οιασδήποτε άλλης ιστορίας. Για να κατασιγάσει η αμφιβολία μέσα στα πνεύματα και στις συνειδήσεις, πρέπει οι συγγραφείς των Ευαγγελίων να έχουν γράψει υπό συνθήκες ειδικές. Άλλως ο αναγνώστης πάντοτε θα διερωτάται: Άραγε αυτός ο Απόστολος είδε και άκουσε καλά, και κατάλαβε σωστά; Επί πλέον και για τον ίδιο λόγο, κάνουμε ώστε να υπερισχύσουν στην κατανόηση της Γραφής ιδιαίτερες συνθήκες, διότι δεν αρκεί να περιέχουν τα Ιερά Βιβλία την καθαρή αλήθεια, πρέπει επίσης και εμείς να την αντιλαμβανόμεθα αλάθητα. Κυρίως όταν πρόκειται για αποστολικά συγγράμματα απαιτούμε σίγουρες εγγυήσεις, εγγυήσεις υπερφυσικές, θείες. Όταν οι πρώτοι μαθητές του Κυρίου σχολιάζουν τη διδασκαλία περί της σωτηρίας, όταν απ’ αυτήν εξάγουν νέες συνέπειες, η διεισδυτικότης τους και η εντιμότης τους θα μπορούσαν μόνες αυτές να καθησυχάσουν τις συνειδήσεις μας; Και όταν διαβάζουμε τα γραπτά τους, όταν ακροώμεθα το λόγο τους, θα μας προφύλασσαν αρκούντως τα δικά μας αμυδρά φώτα από κάθε πλάνη;
Όχι αναμφίβολα, και γιατί; Διότι το Ευαγγέλιο πρέπει να ικανοποιεί όλως διόλου άλλες ανάγκες απ’ ό,τι ένας Έλληνας ή Λατίνος κλασσικός. Κι αυτό γιατί πρόκειται για μας τους ίδιους, για τα αιώνια πεπρωμένα μας, τέλος για όλο μας το είναι. Έστω ακόμη ότι αντλούμε από δυό διαφορετικές πηγές την γνώση μας περί του Θεού: από την φυσική και από την υπερφυσική αποκάλυψη, με άλλα λόγια από την αποκάλυψη του Θεού μέσα μας και από την αποκάλυψη του Σωτήρος εκτός ημών. Λοιπόν, όχι μόνο η εσωτερική αποκάλυψη γεννά την αλήθεια στις καρδιές μας, αλλά είναι επίσης, ίνα ούτως είπωμεν, το όργανο που συλλαμβάνει την εξωτερικήν αποκάλυψη. Εκτελεί λοιπόν δύο λειτουργίες, την λειτουργία να βεβαιώνει την εσωτερικήν αλήθεια μέσα στις ψυχές μας, και την λειτουργία να δέχεται εκ του εξωτερικού κόσμου τον Λόγον που μας έφερε ο Χριστός. Έτσι δύο αποκαλύψεις μιάς και της αυτής αλήθειας, αλλ’ η εντός ημών αποκάλυψη πρέπει να υποτάσσεται στην έξωθεν ερχομένην, διότι αλλιώς δεν θα καταλαβαίναμε την αναγκαιότητα της τελευταίας. Όμως στο χώρο της ιστορίας, η κριτική εξετάζει τους μάρτυρες, ερευνά αν δεν απατήθηκαν ούτε απάτησαν, έτσι οφείλουμε στα θρησκευτικά θέματα να δοκιμάζουμε αυστηρά τον μάρτυρα που καταθέτει μέσα στη συνείδησή μας: κατέχει υπεροχική θέση σε σχέση μ’ αυτόν που θίγει την ακοήν μας εκ του έξω κόσμου, συχνά του αλλοιώνει την μαρτυρική κατάθεση, συχνά πιστεύει ότι αυτός επαναλαμβάνει τα λόγια του, όταν δεν εκφέρει παρά τις δικές του σκέψεις.
Οι υπερφυσικές λοιπόν αλήθειες δεν μπορούν να μεταδίδονται όπως τα φυσικά γεγονότα, και στα θρησκευτικά ζητήματα, η κατάθεση απλών μαρτύρων δεν συνιστά επαρκή αυθεντία.
Ό,τι ένας ιστορικός αφηγείται για ένα ανθρώπινο γεγονός δεν μπορούμε να το μάθουμε παρά από την αφήγησή του. Ότι η Καρχηδών αλώθηκε από το Σκιπίωνα, αυτό οι αρχαίοι συγγραφείς μόνοι αυτοί μας το καθιστούν γνωστό. Η συνείδηση σιωπά ως προς αυτό, και δεν μπορούμε στην περίπτωση αυτή να μπερδέψουμε την μαρτυρία της μ’ εκείνην της ιστορίας. Δεν συμβαίνει το ίδιο όταν πρόκειται για την ευαγγελική διδασκαλία, επειδή οι θρησκευτικές αλήθειες μαρτυρούνται από διπλή μαρτυρία, περνώντας απ’ την αντίληψη μας, μπορούν λίγο πολύ να δανεισθούν το χρώμα των σκέψεων μας, να πάρουν λίγο πολύ τον χαρακτήρα των προτιμήσεών μας. Και να γιατί ο Θεός μας έδωσε την αυθεντία της Εκκλησίας μαζί με τα βιβλία της Γραφής, για να είμαστε προφυλαγμένοι από κάθε πλάνη στην οικείωση του Θείου Λόγου. Αλλ’ εάν οι αιώνιες ιδέες δεν εύρισκαν καμία απήχηση στην ψυχή μας, αν η αλήθεια δεν αφύπνιζε μία ζώσα μαρτυρία στο βάθος της συνείδησής μας, αν είμασταν στερημένοι από κάθε έννοια για τα θεία, τότε ίσως, αν η νύκτα του τάφου δεν γινόταν η μερίδα της διάνοιάς μας, ο γραπτός λόγος θα μαρτυρούσε αρκούντως τα ουράνια θέσφατα. Γιατί η φωνή που μιλά μέσα μας δεν θα μπορούσε, σ’ αυτήν την υποθετικήν περίπτωση, να πνίξει τη φωνή που ακούγεται έξω από εμάς. Λοιπόν στο σημείο ακριβώς αυτό η Διδασκαλία του Λουθήρου περί της Γραφής συνδέεται προς τις άλλες πλάνες του.
Πράγματι, αν διδάσκεται ότι το προπατορικό αμάρτημα κατέστρεψε στον άνθρωπο τις θρησκευτικές και ηθικές του ικανότητες, την εν αυτώ εικόνα του Θεού, αν υποστηρίζεται ότι μόνο το Άγιο Πνεύμα καταθέτει μαρτυρικά μέσα στις καρδιές μας, μ’ αυτό και μόνο απoδεικνύεται η πρόταση, ότι η Γραφή είναι η μόνη πηγή και μοναδικός κανών πίστης. Προσέτι ο Λούθηρος δεν παρέλειψε να προβάλει αυτή την διδασκαλία, ισχυρίσθηκε ότι τα θεόπνευστα βιβλία περιέχουν και κρίνουν μόνα τον λόγο της σωτηρίας. Ενώ απ’ την άλλη πλευρά οι καθολικοί διδάσκουν ότι ο Θείος Διδάσκαλος εγκατέστησε την αυθεντίαν της Εκκλησίας προκειμένου να δώσει στον άνθρωπο την αληθινή πίστη, ο αρχιτέκτων της Μεταρρύθμισης καταστρέφει την ανθρώπινη αντιληπτική ικανότητα και εμφανίζει την πίστη σαν έργο μόνου του Θεού. Λέγει στον χριστιανό: Δεν είσαι εσύ που διαβάζεις την Γραφή, είναι το Άγιο Πνεύμα αυτός που την διαβάζει.
Μ’ αυτόν τον τρόπο οι ανακαινιστές του Ευαγγελίου παραμέρισαν κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα από την υπόθεση της σωτηρίας του ανθρώπου. Μόλις ο απόγονος του Αδάμ, έλεγαν αυτοί, θέσει το χέρι του στο έργο του Θεού, το μεταμορφώνει απαίσια. Κατά συνέπειαν, μόνο το Άγιο Πνεύμα μας διδάσκει την αληθή διδασκαλία, και επομένως όταν διαβάζουμε τις Γραφές, αντιλαμβανόμεθα αμέσως τις αλήθειες που αυτές περικλείουν. Βασισμένοι σ’ αυτές τις αρχές, απέρριψαν την αυθεντία της Εκκλησίας χωρίς να φοβηθούν μήπως η λογική παραδομένη στον εαυτόν της ξεπεράσει κάθε όριο και θέσει στη θέση του Λόγου του Θεού τις δικές της παραισθήσεις. Εξ’ άλλου γι’ αυτούς ποιος λόγος να δοκιμάσουν αυτόν τον φόβο; Είχαν ήδη αρνηθεί τη λογική.
Οι προτεστάντες εξαγγέλλουν αυτές τις πλάνες συχνά με μια θαυμαστή αφέλεια. Ποιος δεν διάβασε στα βιβλία τους εκατό φορές ότι η Αγία Γραφή είναι ο μόνος κριτής σε ζητήματα πίστεως; Στην περίπτωση αυτή βλέπουμε ότι οι σοφοί διδάσκαλοί τους συγχέουν τον αναγνώστη της Βίβλου με την ίδια τη Βίβλο.
Δεν είναι λοιπόν άλλο πράγμα να λέμε ότι η Γραφή είναι η πηγή της αληθούς διδασκαλίας και άλλο ότι είναι ο κριτής αυτής της διδασκαλίας; Η τελευταία πρόταση είναι προφανώς λανθασμένη. Είναι σαν να λέμε ότι ο κώδιξ της νομοθεσίας είναι το ίδιο το δικαστήριο που ενεργεί την εφαρμογή του κώδικος. Αλλ’ επειδή ο Λούθηρος είχε απορρίψει από την αρχή της ανταρσίας του, κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, φαντάσθηκε ότι οι δικές του σκέψεις πάνω στα ουράνια ζητήματα ήσαν εξ ίσου έργον του Θεού όσο και η βούλησή του για το αγαθό. Έκτοτε δεν διέκρινε πλέον ανάμεσα στον άνθρωπο και στα Ιερά Βιβλία, και υπεστήριξε ότι ο γραπτός Λόγος είναι ο μόνος κριτής επί των αμφισβητήσεων που αφορούν στην πίστη.
Οι άλλοι μεταρρυθμιστές δεν χρησιμοποίησαν διαφορετικό λεξιλόγιο: Ο Ζβίγγλιος π.χ. γράφει «Η φωνή του ύφιστου Ποιμένος δεν μπορεί να πλανήσει. Εκείνος λοιπόν είναι αλάθητος, ο οποίος δεν ακούει παρά τον λόγο του Θεού». Καμπτόμεθα κάτω από το βάρος αυτού του συλλογισμού: η Γραφή δεν μπορεί να οδηγήσει σε πλάνη. Επομένως ο χριστιανός που στηρίζεται αποκλειστικά πάνω στην Αγία Γραφή δεν μπορεί να πλανηθεί. Επομένως το να αναγνώσεις ένα αλάθητο σύγγραμμα και να είσαι προσωπικά αλάθητος είναι ένα και το αυτό πράγμα. Αλλ’ οι ανακαινιστές του Ευαγγελίου δεν σταμάτησαν εδώ. Συνεπέραιναν απ’ την ίδια αρχή το λανθασμένο της δικής μας διδασκαλίας, εκ του ότι ακριβώς ερμηνεύομεν τα Ιερά Βιβλία σύμφωνα με την αυθεντίαν της Εκκλησίας.
Έτσι, ο Θεός κρατάει τον πυρσό μέσα στις διάνοιες με τον ίδιο τρόπο που ρίπτει στις καρδίες την επιθυμία- η σκέψη, όπως η βούληση, είναι καθαρά παθητική κάτω απ’ το χέρι του Θεού: ιδού η θεμελιώδης αρχή του προτεσταντισμού.
Αυτή η λογική συνάφεια είναι αφ’ εαυτού της εις ύψιστον βαθμόν σαφής και την συναντάμε να επικρατεί στα συγγράμματα των Μεταρρυθμιστών. Κατά την γνώμη του Λουθήρου, ο απλός πιστός είναι ο κριτής ο πιο ελεύθερος απ’ όλους. Γιατί διδασκόμενος εσωτερικά από τον Θεό, δεν υπακούει παρά στη φωνή του Αγίου Πνεύματος.
Ο Ζβίγγλιος αναπτύσσει την σκέψη του Λουθήρου, και η μαρτυρία του πρέπει να έχει τόσον περισσότερον δύναμη καθ’ όσον ουδαμού των έργων του δεικνύει πνεύμα δημιουργικό. Σ’ όλα του τα έργα είναι ζήτημα αν εκφέρει μίαν σκέψη που να είναι δική του αποκλειστικά. Και ενώ περιορίζεται να διευρύνει τις ιδέες του διδασκάλου, διατείνεται με σοβαρότητα ότι διεκδικεί πρωτοτυπία. Ο Ζβίγγλιος λοιπόν, συγκρίνει την Αγία Γραφή με τον Λόγο που εδημιούργησε το παν εκ του μηδενός. Με τον Λόγο που εδημιούργησε το φως, όταν ο Θεός είπε "Γεννηθήτω φως". Όπως οι προφήτες υποτάχθηκαν στον εσωτερικό λόγο, όπως υπεχώρησαν στη φωνή του Θεού χωρίς καμία άλλη σκέψη, έτσι συρόμεθα υπό του λόγου της Γραφής. Επειδή ο άνθρωπος αναμιγνύει την αλήθεια με την πλάνην, λέει ο ίδιος, δεν μπορεί να διδαχθεί από άνθρωπο, γιατί ουδείς έρχεται προς τον Χριστόν "εάν δεν ελκυσθεί από τον Πατέρα".
Παρέλκει να εξαγάγουμε το διφορούμενο νόημα που χρησιμεύει σαν βάση σ’ αυτό το συλλογισμό. Ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να γεννήσει την πίστη στις καρδιές, ότι η αληθινή πίστη δεν γεννάται παρά κάτω από την επίδραση του Αγίου Πνεύματος, αυτό είναι εκτός αμφιβολίας. Αλλά το να προβάλλουμε ότι φθάνουμε στην πίστη χωρίς καμία ανθρώπινη συνδρομή, είναι σαν να πέφτεις στην ίδια πλάνη μ’ εκείνη που κάνει από την μεταστροφή της πίστεως το έργο του Θεού μόνου.
Στο σημείο αυτό εξηγείται η αποστροφή των Μεταρρυθμιστών για την Φιλοσοφία. Ποιος θα το επίστευε. Ο Ζβίγγλιος θέλει οι μαθητές του αδύτου να εγκαταλείψουν τα βιβλία για να μάθουν ένα επάγγελμα: Η επιστήμη, λέγει φυσσιεί την καρδιά και καθιστά αδύνατα τα του Θεού. Ο ίδιος εγκατάλειψε την μελέτη της Γραφής, και απευθύνθηκε στους εργάτες για να μάθει απ’ αυτούς τα μυστήρια του ουρανίου βασιλείου. Παρομοίως ο Μελάγχθων προσελήφθη ως μαθητευόμενος σ’ ένα φούρναρη, όχι, πάντως, για να αναδειχθεί Διδάσκαλος της ερμηνευτικής των Γραφών, αλλά για να υπακούσει στη φωνή της συνειδήσεώς του. Διότι θεωρούσε ότι οι λόγοι, "Εν τω ιδρώτι του προσώπου σου φαγεί τον άρτον σου", επέβαλλαν σε όλους την υποχρέωση της χειρονακτικής εργασίας. Η διδασκαλία που μόλις εξεθέσαμε εσημείωσε αργότερα, το γνωρίζουμε, μεγάλες τροποποιήσεις, αλλ’ επειδή θέλουμε να δείξουμε την υιότητα των προτεσταντικών δογμάτων, δεν μπορούμε να συγχέουμε γνώμες που είδαν το φως της ημέρας σε εποχές διάφορες. Αφαιρώντας ασταμάτητα και προσθέτοντας ο Λούθηρος εισήγαγε στο σύστημά του πολυάριθμες αντιφάσεις.
Και αν θέλουμε να τις εξηγήσουμε, πρέπει πάντως να διασχίσουμε τις διάφορες φάσεις της διδασκαλίας του. Από μια άλλη πλευρά τα διορθωτικά δεν έγιναν παρά από περιστάσεις εξωτερικές: οι Αναβαπτιστές ήλθαν να πλήξουν την Μεταρρύθμιση με το Ευαγγέλιο στο χέρι. Ο Λούθηρος ανίκανος να διατηρήσει την πρώτη του θέση, εδίδαξε έκτοτε τον ενεργητικόν ρόλο του ανθρώπου στο έργο της ερμηνείας της Αγίας Γραφής. Γενικά οι Αναβαπτιστές ωδήγησαν τον απόστολο της Βυρτεμβέργης σε νέα οδό και αυτό το παρατηρεί ήδη ο Menzel στην ιστορία της Γερμανίας που έγραψε. Αλλά δεν θέλησε ποτέ να συμφωνήσει ότι μπορούμε να συλλάβουμε το αληθές νόημα των Γραφών μέσω της Ερμηνευτικής. Αυτή η γνώμη θα μπορούσε να ανατρέψει όλο το σύστημά του. Γιατί το να θέλεις να διεισδύσεις στα του Θεού με τη βοήθεια της ανθρώπινης αντιληπτικής ικανότητας, ήταν γι’ αυτόν έγκλημα καθοσιώσεως κατά του Θεού. Ποιος λοιπόν, κατά τον Μεταρρυθμιστήν είναι ο σκοπός της επιστημονικής ερμηνείας; Είναι να εξηγήσουμε στους άλλους το νόημα που ο Θεός μόνος έθεσε στις καρδιές μας. Πράγμα, που, κατ’ αλήθειαν, είναι όλως διόλου περιττόν σύμφωνα με τις αρχές του.
Να λοιπόν η δογματική αντίθεση που χωρίζει την καθολική ορθόδοξη διδασκαλία από εκείνη που διδάσκει ο Λούθηρος και ο Ζβίγγλιος. Η Εκκλησία λέγει: Έχω την άμεση βεβαιότητα των χριστιανικών αληθειών, διότι διδαγμένη υπό του Ιησού Χριστού και των Αποστόλων εμορφώθην και ανετράφην μέσα στην διδασκαλίαν των και ό,τι ήκουσα είναι χαραγμένο στην καρδία μου υπό του Αγίου Πνεύματος. Ο γραπτός λόγος και ο παραδοθείς δεν είναι παρά ένας και ο αυτός. Γι’ αυτό ο πρώτος, δηλαδή ο γραπτός, πρέπει να ερμηνεύεται από τον δεύτερο. Ο Λούθηρος και ο Ζβίγγλιος λέγουν αντιθέτως: Όταν αναγινώσκομε την Γραφή, το Πνεύμα το θείον ρίπτει μόνο του την αλήθεια στις καρδιές μας. Επομένως πρέπει να ερμηνεύσωμε την Γραφή δια του εσωτερικού λόγου δηλαδή δια της μαρτυρίας της συνειδήσεως.
Γνωρίζομεν ότι δεν είναι εύκολο να αποκτήσουμε μια σαφή ιδέα για την προτεσταντική διδασκαλία, όπως την εκθέσαμε μόλις προηγουμένως. Αλλ’ ας προσπαθήσουμε να συμφιλιώσουμε διαφορετικά αυτές τις δύο στερεότυπες προτάσεις μέσα στο νέο ευαγγέλιο, την πρώτη ότι μόνος ο Θεός διδάσκει τον πιστό εσωτερικά, την δεύτερη ότι δεν μπορούμε να φθάσουμε στη γνώση της χριστιανικής αλήθειας χωρίς την Αγίαν Γραφήν. Τα όσα ακολουθούν θα ρίψουν περισσότερον φως πάνω στο θέμα αυτό.
ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ
ΚΑΘΕ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΙΕΡΕΥΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ,
ΕΠΟΜΕΝΩΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ. Η ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Ποτέ πλάνη δεν ήταν τόσο γόνιμη σε συνέπειες καταστροφικές, όσο αυτή που προηγουμένως εξεθέσαμε. Εξαγάγετέ τες οι ίδιοι. Αν ο άνθρωπος διδάσκεται από μόνο τον Θεό μέσα στο βάθος της ψυχής του, αν μένει καθαρά παθητικός στην οικείωση της αλήθειας, το Άγιον Πνεύμα είναι ο μόνος διδάσκαλος του χριστιανού μέσω των Αγίων Γραφών και άρα πρέπει να απορρίψομεν το διδάσκων σώμα, την διακονία του ευαγγελικού λόγου. Αλλά δεν είναι αυτό όλο: με μιά άλλη αυστηρή εξαγωγή συμπερασμάτων, αν δεν υπάρχει αποστολικό αξίωμα συνεχιζόμενον εις τους αιώνας, δεν υπάρχει και χαρακτήρας ιερατικός, ούτε κατά συνέπειαν πράξη ιερατική που να τον μεταδίδει, κι είμαστε υποχρεωμένοι να διαγράψουμε την ιερατικήν χειροτονίαν από τον αριθμό των μυστηρίων.
Κατά την καθολική διδασκαλία, η Εκκλησία συνεχίζει το έργο του Σωτήρος και κάνει επίκαιρη την απολύτρωση μέσα στους αιώνες’ πρέπει λοιπόν να υπάρχουν ιερείς επιφορτισμένοι με το έργο της κλάσεως του άρτου, του Θείου Λόγου, επίσκοποι επίσης περιβεβλημένοι με μια διδακτική εξουσία, και ποιμένες απολαυόντες υπερφυσικά προνόμια. Κατά την προτεσταντική διδασκαλίαν, αντίθετα το πνεύμα της επιστήμης και της σοφίας δίνεται μόνο του αμέσως και θέτει με τα δικά του χέρια στις καρδιές μας τον ουράνιο λόγο. Έκτοτε ουδεμία ανάγκη ανθρωπίνων διδασκάλων, ούτε μυστηρίου που να τους καθιερώνει. Τι μπορεί να είναι η χειροτονία μέσα σ’ αυτές τις αρχές, παρά μια εσωτερική ενέργεια δια της οποίας ο Θεός φωτίζει τις διάνοιες και παραδίδεται σε όλους κατά τον ίδιο τρόπο;
Ο Λούθηρος πήρε από την Παράδοση την ιδέα της γενικής ιερωσύνης: κατόπιν την εισήγαγε στο σύστημά του, αφού προηγουμένως την παραμόρφωσε τρομερά. Συχνά επανέρχεται στο ζήτημα της ιερατικής διακονίας, αλλά μόνο στο έργο του προς τους Βοημούς αδελφούς την διαπραγματεύεται εις βάθος. Ιδού οι θεμελιώδεις ιδέες αυτού του έργου του, που μας δίνει όραση για να δούμε ακόμα περαιτέρω στο βάθος του Προτεσταντισμού.
Απ’ τις πρώτες κι όλας σελίδες ο αρχιτέκτων της Μεταρρύθμισης εμφανίζει την χειροτονία της Καθολικής Εκκλησίας σαν γρασσάρισμα με το λάδι, σαν ένα κοινό κούρεμμα, σαν μια απάτη, που δεν μπορεί να παράγει παρά αγύρτες, τσαρλατάνους, ιερείς του διαβόλου ... Κατόπιν συνιστά να εκδιώξουν όσους χειροτονήθηκαν από το "θηρίο", δηλαδή τον Πάπα σαν νόμιμους ποιμένες. Να τους κυνηγήσουν και να καθαρίσουν τη γη απ’ αυτούς. Αυτό αποτελεί για όλους τους χριστιανούς όχι μόνο ένα δικαίωμα αδιαφιλονίκητο αλλά και μία υποχρέωση αυστηρά. Γιατί κάθε πιστός έχει ανυψωθεί στο ιερατικό αξίωμα, και βάσει αυτού οφείλει να κηρύττει τον λόγον, να ασκεί άφεση αμαρτιών, να τελεί το βάπτισμα, να τελετουργεί όλα τα μυστήρια. Το Άγιον Πνεύμα διδάσκει όλα σε όλους, φωτίζει όλες τις διάνοιες, θέτει την πίστη σε όλες τις καρδιές; δίνει σ’ όλες τις ψυχές την βεβαιότητα της αληθινής διδασκαλίας, αλλά οι χριστιανοί οφείλουν για ζητήματα "ευταξίας" να παραχωρήσουν σε μερικούς μόνον τα δικαιώματα όλων, και οι εκλεκτοί του λαού να ασκήσουν το έργο της ιεράς Διακονίας, αφού οι πρεσβύτεροι, δηλαδή οι απλώς γεροντότεροι τους επιθέσουν τας χείρας.
Δεν μπορούμε, να μην εκφράσουμε πριν προχωρήσουμε πάρα πέρα, τις σκέψεις που γέννησε μέσα μας αυτή η παράδοξη διδασκαλία. Ταπεινός κόλαξ του λαού, όπως όλοι οι αιρετικοί, όλοι οι στασιαστές, όλοι οι εχθροί της εξουσίας, ο Λούθηρος γδύνει τον άνθρωπο από όλα τα ελαττώματά του προκειμένου να τον ντύσει με όλα τα προνόμια και όλες τις τελειότητες. Προσπαθεί να πνίξει στις ψυχές τη φωνή της δικής μας ένδειας και της βαθείας αθλιότητας. Αλλά εάν ο άνθρωπος βρίσκει μέσα στο πνευματικό του είναι, όλη τη ζωή, όλη την αλήθεια, αν κατέχει μέσα του το αντίδοτο για όλες τις συμφορές του πώς τότε να φαντασθούμε ότι έχει ανάγκη την κοινωνίαν; Είναι η ανάγκη που αισθάνεται κάθε ανθρώπινη καρδιά και που είναι ακόμη πιο ζωτική στο χριστιανό. Κάθε κοινωνική ζωή έχει τη ρίζα της στο αίσθημά μας για την αδυναμία μας, και για τις αναρίθμητες ανάγκες μας: αν ο άνθρωπος ενώνεται με τους ομοίους του είναι επειδή θέλει να ολοκληρώσει το είναι του και να ανακαλύψει την δύναμη που μάταια αναζητά μέσα του. Λέγεται, ότι ο χριστιανός επαρκεί στον εαυτό του. Καταστρέψτε, λοιπόν, την ευαγγελική Διακονίαν, ανατρέψτε την Εκκλησία, εκμηδενίσατε την κοινωνία. Δεν υπάρχει κάτι μέχρι εκεί που ο Λούθηρος βασίζει το επιχείρημά του για το αποστολικό αξίωμα, που να μην είναι σημείο στάσεως μέσα στο σύστημά του: οι Ποιμένες, λέγει, διατηρούν την ευταξία μέσα στην Εκκλησία. Αλλά εάν κάθε πιστός έχει την επιστήμη, πάσαν την γνώση, πάσαν την αλήθειαν, προς τι η διακονία του κηρύγματος, προς τι η Εκκλησία;
Τέτοια δεν είναι σίγουρα η διδασκαλία του αποστόλου Παύλου. Στην πρώτη προς Κορινθίους, κεφάλαιον ιβ’ διδάσκει ότι το Άγιον Πνεύμα μερίζει τα χαρίσματά του μεταξύ πολλών, ίνα όλοι είναι μεταξύ τους ηνωμένοι σαν μέλη ενός και του αυτού σώματος. Ο Λούθηρος λέγει: δια του βαπτίσματος όλοι είναι διδάσκαλοι. Ο απόστολος Παύλος λέγει αντιθέτως: Μήπως όλοι είναι απόστολοι; Μήπως όλοι είναι προφήτες: Μήπως όλοι είναι διδάσκαλοι: Κατά τον Μεταρρυθμιστή, το Θείο Πνεύμα μεταδίδεται σε όλους κατά την πληρότητά του, διδασκαλία που ανατρέπει μέχρι και την έννοια της κοινωνίας. Κατά τον Απόστολο, το Πνεύμα αποκαλύπτεται διαφορετικά, σε πολλούς, διδασκαλία που σχηματίζει από όλους τους πιστούς ένα συμπαγές σύνολο, μία ζώσα δέσμη.
Έτσι κατά το μεταρρυθμισμένο ευαγγέλιο ο πιστός είναι ανεξάρτητος από κάθε κοινωνία θρησκευτική. Και η Εκκλησία δεν φέρνει κανένα περιορισμό στην ελευθερία του, εφόσον δεν επιβάλλει στην συνείδηση του καμίαν υποχρέωση. Οι αρχές στις οποίες βασίζεται αυτή η διδασκαλία θα μας εξηγήσουν παρακάτω είναι φαινόμενο του οποίου τη λύση εις μάτην αναζήτησε ένας διάσημος συγγραφέας: Ο SCHMIIDT εκπλήσσεται, στην ιστορία του για την Γερμανία, το ότι οι Λουθηρανοί καταπολέμησαν την ελευθερία στην ηθική και υπεράσπισαν την εκκλησιαστική ελευθερία: Η αντίφασις είναι φαινομενική. Πράγματι, αν ο Θεός είναι ο μόνος Κύριος και ο μόνος Διδάσκαλος του χριστιανού, αν είναι η μόνη αιτία όλων των σκέψεών του, όλων των ιδεών του, όλων των πεποιθήσεων του, το να ανακηρύξεις το αποστολικό αξίωμα κριτή σε ζητήματα πίστεως σημαίνει ότι εξεγείρεσαι κατά των εντολών του ουρανού. Και δεν θα μπορούσες να υποταγείς στις αποφάσεις του αποστολικού αξιώματος χωρίς να παραγνωρίσεις την χριστιανική ελευθερίαν και χωρίς να πέσεις στην πιο αποτρόπαια δουλικότητα. Αυτό είναι επίσης το δίδαγμα του Λουθήρου.
Δεν έχουν όμως έτσι τα πράγματα στην Ορθόδοξη καθολική Εκκλησία. Επειδή η Εκκλησία διδάσκει ότι ο άνθρωπος ο ηθικός χαίρει της ελευθερίας, δεν μπορούσε να απαλλάξει τον θρησκευτικό άνθρωπο από κάθε αυθεντία, ώφειλε να δώσει στον πιστό ένα κανόνα των σκέψεών του και των πράξεών του.
Ως προς τα λοιπά ο πατέρας του όψιμου ευαγγελισμού ήταν υποχρεωμένος να προβάλλει την διδασκαλία που προηγουμένως αναφέραμε.
Δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει άλλες αρχές χωρίς να καταδικάσει την δική του διαγωγή. Ο Λούθηρος εστασίασε εναντίον της πνευματικής αυθεντίας, του χρειαζόταν λοιπόν να στηριχθεί πάνω την ιδιωτική θεοπνευστία. Ο Λούθηρος διέκοψε τις σχέσεις του με την Εκκλησία..
Πώς θα του ήταν δυνατόν να διατηρήσει την παράδοση; Τέλος ο Λούθηρος αφού διέκοψε με το παρελθόν, δεν μπορούσε να δείξει την ορατή πηγή της δικαιοδοσίας του. Ώφειλε να κηρύττει την εσωτερική του ανθρώπου κλήση και την άμεσον αποστολήν. Από το θόρυβο αυτής της νέας διδασκαλίας, ένα πλήθος διδασκάλων ξεσηκώθηκαν στον κόσμο, και αυτοί οι υπό του Αγίου Πνεύματος φωτισμένοι δίδαξαν τις πιο αντιφατικές γνώμες και σε λίγο η αταξία έφθασε στο άωτον και η σύγχυση γενικεύθηκε. Η Ομολογία της AUGSBOURG επεδίωξε να θέσει τέρμα σ’ αυτά τα σκάνδαλα που απειλούσαν την προτεσταντική εκκλησίαν με μια προσεχή διάλυση. Η Ομολογία αυτή απηγόρευε να κηρύττουν όσοι δεν είχαν νόμιμη αποστολή. Αφήνουμε στους Λουθηρανούς τη φροντίδα να συμφιλιώσουν αυτή την πειθαρχικήν απαγόρευση με τις βασικές αρχές του αποστόλου τους. Εμείς βλέπουμε ότι θέλουν να σταματήσουν την Μεταρρύθμιση στο χείλος του γκρεμού. Αλλά δεν μπορούμε να ανακαλύψουνε το δεσμόν που συνδέει την απαγόρευση της Ομολογίας της AUGSBOURG με το μεταρρυθμισμένο ευαγγέλιο. Τι είναι μέσα στην προτεσταντική διδασκαλία η νόμιμη αποστολή; Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει ούτε κάτι το νόμιμο ούτε και ιδιαίτερη αποστολή; Σημαίνει ακόμη ότι όσοι πιστεύουν τον εαυτό τους θεόπνευστο μπορούν ελεύθερα, χωρίς εμπόδια, να κηρύττουν τον θείο λόγο, να κηρύττουν ευκαίρως και ακαίρως, και να βρίσκουν ακροατές που μολονότι πεπεισμένοι ότι τα ξέρουν όλα, εν τούτοις επιθυμούν να διδαχθούν; Ότι αργότερα τα Κονσιστόρια ιδιοποιήθηκαν το δικαίωμα να διορίζουν τους λειτουργούς του ευαγγελίου και ότι αυτός ο κανονισμός ανατρέπει τις τεθείσες βάσεις υπό του Λουθήρου, αυτό δεν έχει ανάγκη, από πιο μεγάλες εξηγήσεις.
Αυτή είναι η διδασκαλία του Bυττεμβέργιου Μεταρρυθμιστού για την πνευματική αυθεντία και την ευαγγελική ελευθερίαν. Εν τούτοις πρέπει να παρατηρήσουμε ότι ο "’Αγιος" διδάσκαλος όσο και οι μαθητές του δεν την τήρησαν αυτήν την διδασκαλία ποτέ στην πράξη. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτή δεν ήταν παρά όπλο στα χέρια του, ότι την εύρισκε ικανή να ανατρέψει την υπάρχουσα Εκκλησία, αλλ’ ανίκανη να ιδρύση καινούργια. Επίσης ολόκληρη η αίρεση κατέληξε και πάλιν αναγκαστικά, στην καθολική διδασκαλία. Αργότερα, όταν θα γίνει λόγος για τους Αναβαπτιστές, θα δούμε πώς έγινε αυτή η επιστροφή προς την αλήθεια.
Χρήστου Βασιλειάδη
Θεολόγου-Φιλολόγου, Καθηγητού