Μελάνη η Ρωμαία, Οσία * - 31/12
ΑΓΙΑ ΜΕΛΑΝΗ Η ΡΩΜΑΙΑ, ΟΣΙΑ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Η Οσία Μελάνη η Ρωμαία, της οποίας η Εκκλησία σήμερα τιμά την μνήμη, είναι από τις εξοχώτερες μορφές του γυναικείου ασκητικού βίου.
Το παράδειγμά της είναι ασφαλής οδηγός σε κείνες, που ξεκινούν να ακολουθήσουν έναν δρόμο έξω από τα μέτρα της ανθρωπίνης φύσεως.
Γιατί δεν είναι σπάνιο τέτοιες γυναίκες να άγωνται από έναν επιπόλαιο θρησκευτικό συναισθηματισμό, να πιστεύουν πως αφήκαν τον κόσμο και πως κέρδισαν κι όλας τον ουρανό, ενώ κινδυνεύουν να τάχουν χαμένα και τα δύο.
"Εφιέμεναι του άρχειν και το υπακούειν απαναινόμεναι", γίνονται "επιστήμονες κατά της εαυτών σωτηρίας".
Ο εγωισμός και η φιλαρχία ακολουθούν τους ανθρώπους παντού κι αλλοίμονο σε κείνους, που ξεκινούν στον δρόμο της τελειότητος έξω από την ιερή τάξη της Εκκλησίας.
Μα ας ξαναγυρίσουμε στην οσία Μελάνη κι ας κλείσουμε τον Μικρό Συναξαριστή με τα τελευταία λόγια της Οσίας, από τον Ιώβ:
"Ως τω Κυρίω έδοξεν, ούτω και εγένετο".
H Οσία Μελάνη η Ρωμαία, έζησε στα χρόνια πού βασιλιάς ήταν ο Ονώριος (395-423), δεύτερος γιος του Μεγάλου Θεοδοσίου.
Οι γονείς της, ευγενείς και πλούσιοι, την πάντρεψαν σε μικρή ηλικία και απέκτησε δύο παιδιά.
Όμως μεγάλες δοκιμασίες την περίμεναν. Την μητρική της καρδιά σπάραξε ο θάνατος των δύο παιδιών της.
Μετά από λίγο και εντελώς ξαφνικά, πέθανε ο σύζυγος της. Και για να γεμίσει το πικρό ποτήρι της λύπης, χάνει και τους γονείς της.
Οι στιγμές δύσκολες. Ποιος θα την παρηγορήσει; Μα ποιος άλλος;
Ο λόγος του Θεού, που λέει: "τη ελπίδι χαίροντες, τη θλίψει υπομένοντες, τη προσευχή προσκαρτεροϋντες" (Προς Ρωμ. ιθ’, 12).
Δηλαδή,
η ακλόνητη ελπίδα σας στα μέλλοντα αγαθά, να σας γεμίζει χαρά και να σας ενισχύει για να δείχνετε υπομονή στη θλίψη.
Και να επιμένετε στην προσευχή, συνεχίζει ο λόγος του Θεού, από την οποία θα λαμβάνετε σπουδαία βοήθεια στις δύσκολες περιστάσεις της ζωής σας.
Έτσι και η Μελάνη, αδιάφορη για τις κοσμικές απολαύσεις, αποσύρθηκε σε ένα εξοχικό της κτήμα, όπου αφοσιώθηκε στη μελέτη και την προσευχή.
Εκεί επίσης καλλιγραφούσε ιερά βιβλία και τα έδινε να τα διαβάζουν οι πιστοί.
Διέθεσε όλη της την περιουσία για την ανακούφιση των φτωχών και ασθενών.
Και αφού επισκέφθηκε πολλούς τόπους βοηθώντας τους πάσχοντες, κατέληξε στην Ιερουσαλήμ, όπου και πέθανε από πλευρίτιδα.
Ο δε Σ. Ευστρατιάδης γράφει τα εξής για την Αγία αυτή:
"...Αυτή ην επί της βασιλείας Ονωρίου Ρωμαία πλούσια και εκ γένους περιφανούς και ενδόξου. Συζευχθείσα παρά την θέλησιν αυτής, απεσύρθη μετά τον θάνατον του ανδρός και των δύο αυτής τέκνων εις εν προάστειον της Ρώμης, επιμελουμένη των πτωχών, υποδεχόμενη τους ξένους, επισκεπτόμενη τους εξόριστους και εν φυλακαίς και θεραπεύουσα τους νοσούντας.
Μετά την εκποίησιν των κτημάτων αυτής και διανομήν των προσόντων εις μονάς και εκκλησίας, δια της Αφρικής και Αλεξανδρείας κατέλαβε τα Ιεροσόλυμα και ενεκλείσθη εις πενιχρόν κελλίον εκεί έκτισε και μονήν εις ην συνήγαγεν ενενήκοντα παρθένους, εξ ιδίων δια την διατροφήν αυτών δαπανώσα· μικρόν ασθενήσασα εκ πλευρίτιδας, μετέλαβε των αχράντων μυστηρίων εκ των χειρών του επισκόπου Ελευθερουπόλεως και ανεπαύθη εν Κυρίω".
Απολυτίκιον.
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Οσίως ανύσασα, των αρετών την οδόν, τω Λόγω νενύμφευσαι, ω Ανυσία σεμνή, και χαίρουσα ήθλησας· αίγλη δε απαθείας, λαμπρυνθείσα Μελάνη, ήστραψας εν τω κόσμω, αρετών λαμπηδόνας· και νυν ημίν ιλεούσθε, Χριστόν τον Κύριον.
Ήχος δ’.
Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Καταυγασθείσα την ψυχήν φρυκτωρίαις, του αναλάμψαντος ημίν εκ Παρθένου, εν αρεταίς διέλαμψας Πανεύφημε, πλούτον γάρ σκορπίσασα, επί γην εφθαρμένον, εναπεθησαύρισας, τον ουράνιον πλούτον, και εν ασκήσει έλαμψας φαιδρώς, Όθεν Μελάνη, σε πόθω.
Tω αυτώ μηνί ΛA΄
Mνήμη της Oσίας Mελάνης της Pωμαίας
Αύτη η Aγία ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Oνωρίου του υιού Θεοδοσίου του Mεγάλου, εν έτει υ’ (400), καταγομένη από γένος πλούσιον και λαμπρόν και περίδοξον. Eπειδή δε εξ όλης ψυχής ηγάπησε τον Kύριον, διά τούτο επροτίμησε να παρθενεύη. Oι γονείς της όμως εσύναψαν αυτήν και μη θέλουσαν διά γάμου, με άνδρα. Όθεν έγινε μήτηρ δύω παιδίων. Έπειτα αποθνήσκουσιν οι γονείς και τα τέκνα της. Διά ταύτα αφήσασα η μακαρία την πόλιν της Pώμης, εδιάτριβεν έξω εις το προάστειον, ήγουν τζεφτιλίκιόν της, κάθε άσκησιν και αρετήν μεταχειριζομένη. Tους ασθενείς επιμελουμένη. Tους ερχομένους ξένους υποδεχομένη. Kαι τους εν φυλακαίς και εξορίαις επισκεπτομένη. Ύστερον δε πωλήσασα όλα τα υποστατικά και την περιουσίαν της πολλήν ούσαν, εσύναξε διά την τιμήν αυτών δώδεκα μυριάδας χρυσίον: ήτοι εκατόν είκοσι χιλιάδας φλωρία. Tα οποία εμοίραζεν εις Eκκλησίας και Mοναστήρια.
Kαι κατά μεν τας αρχάς, έτρωγεν εις δύω ημέρας μίαν φοράν. Mετά ταύτα δε, ενήστευε τας πέντε ημέρας της εβδομάδος, έτρωγε δε μόνον το Σάββατον και την Kυριακήν. Εσυνείθισε δε και εγυμνάσθη η αοίδιμος εις κάθε άσκησιν με γνώσιν πολλήν και διάκρισιν, και εκαλλίγραφε πολλά ωραία και έντεχνα. Ύστερον δε επήγεν εις την Aφρικήν, και εκεί διεπέρασε χρόνους επτά. Aφ’ ου δε εμοίρασε τον περισσότερον πλούτον της, επήγεν εις την Aλεξάνδρειαν. Kαι από εκεί επήγεν εις τα Iεροσόλυμα. Eκεί λοιπόν εγκλείει τον εαυτόν της η μακαρία μέσα εις ένα κελλίον. Kαι με το παράδειγμά της, τραβίζει εις τον όμοιον ζήλον της ασκήσεως εννενήκοντα Παρθένους και καλογραίας, εις τας οποίας έδιδεν αδιακόπως τα προς την χρείαν της ζωής. Eπειδή δε εκυριεύθη από τον πόνον του πλευρού, διά τούτο ησθένησε πολλά. Όθεν επροσκάλεσε τον Eπίσκοπον της Eλευθερουπόλεως, και εδέχθη παρ’ αυτού την θείαν Kοινωνίαν. Eίτα αποχαιρετήσασα όλας τας αδελφάς, αφήκε την του Iώβ τελευταίαν ταύτην φωνήν· «Ως τω Kυρίω έδοξεν, ούτω και εγένετο». Kαι ούτως ευθύς παρέδωκεν η αοίδιμος την ψυχήν της εις χείρας Θεού. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτής όρα εις το Eκλόγιον1.)
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
1. O δε ελληνικός Bίος αυτής σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, εν τη Mονή των Iβήρων και εν άλλαις, ου η αρχή· «Ην άρα και τούτο της μεγίστης των πάλαι».
(Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)