- Ευφημία, Μεγαλομάρτυς *
- Μελιτινή, Μάρτυς *
Ευφημία, Μεγαλομάρτυς * - 16/9
4910 εμφανίσεις άρθρου
ΑΓΙΑ ΕΥΦΗΜΙΑ, ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Η Αγία Ευφημία έζησε και μαρτύρησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Διοκλητιανού.
Γεννήθηκε στη Χαλκηδόνα από οικογένεια θεοσεβή και ευγενική.
Οι γονείς της Ψιλόφρων και Θεοδωριανή φρόντισαν ώστε η θυγατέρα τους να αναπτύξει κάθε χριστιανική αρετή.
Η Ευφημία εξελίχθηκε σε άνθρωπο με σπάνια χαρίσματα και δυνατό χριστιανικό φρόνημα, το οποίο επέδειξε, όταν ο ειδωλολάτρης ανθύπατος της Μικράς Ασίας Πρίσκος, διέταξε να παρευρεθούν όλοι οι κάτοικοι της Χαλκηδόνας σε γιορτή, την οποία οργάνωνε προς τιμή του θεού των ειδωλολατρών Άρη.
Τότε η Ευφημία αποφάσισε μαζί με άλλους χριστιανούς να απέχει από τη γιορτή των ειδωλολατρών και για το λόγο αυτό συνελήφθη και φυλακίσθηκε.
Κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας της οι εχθροί του Χριστού προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να πείσουν την Αγία να αρνηθεί την πίστη της και να ασπασθεί τα είδωλα.
Όταν συνειδητοποίησαν πως η Ευφημία δεν επρόκειτο να αλλάξει την πίστη της με τους λόγους, τη βασάνισαν φριχτά.
Όμως με τη θεία χάρη, η Αγία δεν έπαθε τίποτα από τα βασανιστήρια.
Τελικά οι δήμιοι, την έριξαν σε άγρια θηρία και η Ευφημία βρήκε το θάνατο από μία αρκούδα.
Σημειωτέον ότι στις 11 Ιουλίου εορτάζομεν και πάλιν την Αγία Ευφημία, εις ανάμνησιν του μεγάλου θαύματος που έκανε κατά την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδον.
Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος γ΄. Τὴν ὡραιότητα.
Τῷ θείῳ ἔρωτι, Λαμπρῶς ἀθλήσασα, εἰς oσμὴν ἔδραμες, Χριστοῦ πανεύφημε, οἵα νεᾶνις παγκαλῆς, καὶ Μάρτυς πεποικιλμένη, ὅθεν εἰσελήλυθας, ἐις παστάδα οὐράνιον, κόσμω διανέμουσα, ἰαμάτων χαρίσματα, καὶ σῴζουσα τοὺς σοὶ ἐκβοώντας, χαίροις θεόφρον Εὐφημία.
Κοντάκιον.
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἐν τῇ ἀθλήσει σου καλῶς ἠγωνίσω, καὶ μετὰ θάνατον ἡμᾶς ἁγιάζεις, ταῖς τῶν θαυμάτων βλύσεσι Πανεύφημε, ὅθεν σου τὴν κοίμησιν, τὴν ἁγίαν τιμῶμεν, πίστει παριστάμενοι, τῷ σεπτῷ σου λειψάνῳ, ἵνα ῥυσθῶμεν νόσων ψυχικῶν, καὶ τῶν θαυμάτων τὴν χάριν ἀντλήσωμεν.
Μεγαλυνάριον.
Εύφημόν σοι αίνον και ιερόν, πανεύφημε Μάρτυς, αναμέλπομεν ευπρεπώς, συ γαρ Ευφημία, εμπρέψασα ευφήμως, τῳ Λόγῳ εδοξάσθης, ως καλλιπάρθενος.