- Αθεϊα το καύχημα της εποχής μας! (Φώτη Κόντογλου)
- Ο Μέγας Ιεροξεταστής. Οι τρείς πειρασμοί.
- Ζωή πολυμέριμνη, χωρίς καμμία εσωτερική ευτυχία (Φώτη Κόντογλου)
- Το βαθύ μυστήριο της Ορθοδοξίας. Ας το διαφυλάξουμε. (Φώτη Κόντογλου)
- Οι Ελληνικές γιορτές και τα αγνά έθιμά μας (Φώτης Κόντογλου)
- Ο Γιάννης ο Βλογημένος (Φώτη Κόντογλου)
- Αποσπάσματα από τα «Μυστικά Άνθη» του Φώτη Κόντογλου
- Ο Χριστιανισμός και ο Μωαμεθανισμός. Δυό συγγενικές μα και διαφορετικές θρησκείες. (Φώτη Κόντογλου)
- Τι είναι η Ρωμηοσύνη (του Φώτη Κόντογλου)
- Οι χαμογελαστοί εχθροί και ο Μύθος του χταποδιού (Φώτη Κόντογλου)
- Το αληθινό Βυζάντιο. Η αρχοντική και βασιλική πολιτεία. (Φώτη Κόντογλου)
- Βιογραφία Φώτη Κόντογλου
Κόντογλου Φώτης
Ενότητες
Φωτό & Βίντεο
Δημοφιλή Άρθρα
Εορτολόγιο (νέο ημ.)
4/12 Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Όσιος
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Διαπρεπέστατος θεολόγος και ποιητής του 8ου αιώνα μ.Χ. και μέγας πατήρ της Εκκλησίας. Γεννήθηκε στη Δαμασκό στα τέλη του 7ου αιώνα μ.Χ. και έτυχε επιμελημένης αγωγής από τον πατέρα του Σέργιο, που ήταν υπουργός οικονομικών του Άραβα Χαλίφη Αβδούλ Μελίκ του Α’. Δάσκαλός του ήταν κάποιος πολυμαθής και ευσεβέστατος μοναχός, που ονομαζόταν Κοσμάς και ήταν από τη Σικελία. Ο Σικελός μοναχός πράγματι, εκπαίδευσε τον Ιωάννη και τον θετό του αδελφό Κοσμά τον Μελωδό, άριστα σ’ όλους τους κλάδους της γνώσης.Όταν πέθανε ο Σέργιος, ο γιός του Ιωάννης διορίστηκε, χωρίς να το θέλει, πρωτοσύμβουλος του Χαλίφη Βελιδά (705 - 715 μ.Χ.). Αργότερα, όταν ο Χαλίφης Ομάρ ο Β’ εξήγειρε διωγμό κατά των χριστιανών, ο Ιωάννης μαζί με τον θετό του ...
Περισσότερα »
Εορτολόγιο (παλαιό ημ.)
21/11 Τα Εισόδια της Θεοτόκου *
ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΛΙΓΑ ΤΙΝΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ Νους ανθρώπινος δεν μπορεί να συλλάβη το έργο της θείας οικονομίας, τι έκαμε δηλαδή και τι κάνει η αγάπη και η σοφία του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου.Το έργο αυτό πραγματοποιήθηκε από τον Σωτήρα Κύριο στον κόσμο, παραδίδεται από την Εκκλησία και κηρύσσεται στη θεία Γραφή από τους Ευαγγελιστάς και τους Αποστόλους, και οι πιστοί το δέχονται "διά της πίστεως", όχι σαν ιστορική γνώση και σαν φυσική ανακάλυψη, αλλά σαν Αποκάλυψη Θεού και ιερή Παράδοση της Εκκλησίας.Μέσα σ’ έναν τέτοιο κόσμο θείας Αποκαλύψεως και ιερής Παραδόσεως της Εκκλησίας, που τον θεωρούμε και τον ζούμε "διά της πίστεως" τοποθετείται η σημερινή εορτή των Εισοδίων της Υπεραγίας Θεοτόκου."Αγνείας γαρ έχει υπόθεσιν και του κοινού γένους ...
Περισσότερα »
Newsletter
Δωρεά Στον Σύνδεσμό Μας
Ζωή πολυμέριμνη, χωρίς καμμία εσωτερική ευτυχία (Φώτη Κόντογλου)
Κυριακή, 13 Οκτωβρίου 2024 - 2542 εμφανίσεις άρθρου
ΖΩΗ ΠΟΛΥΜΕΡΙΜΝΗ ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΜΙΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΕΥΤΥΧΙΑ
(Συλλογή: Μυστικὰ Ἄνθη - Φώτη Κόντογλου)
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι σὲ ὅλα ἀχόρταγος, θέλει ν᾿ ἀπολάψει πολλά, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ τὰ προφτάξει ὅλα. Καὶ βασανίζεται. Ὅποιος ὅμως φτάξει σὲ μιὰ κατάσταση ποὺ νὰ εὐχαριστιέται μὲ τὰ λίγα, καὶ νὰ μὴ θέλει πολλά, ἔστω κι ἂν μπορεῖ νὰ τ᾿ ἀποχτήσει, ἐκεῖνος λοιπὸν εἶναι ὁ εὐτυχισμένος. Δὲν τὸ κάνει ἀπὸ οἰκονομία, εἴτε γιατὶ ἔχει τὴν ἰδέα πὼς τὰ πολλὰ τὸν βλάφτουνε στὴν ψυχὴ ἢ στὸ σῶμα. Ἀλλὰ γιατὶ στὰ λίγα καὶ στὰ ἁπλὰ βρίσκει πιὸ ἁγνὴ ἱκανοποίηση. Καὶ περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα, ἐπειδὴ μὲ τὰ ἁπλὰ καὶ μὲ τὰ λίγα δὲν χάνει τὸν ἑαυτό του. «Τὶς ἔστι πλούσιος; Ὁ ἐν ὀλίγῳ ἀναπαυόμενος».
Οἱ ἄνθρωποι δὲν βρίσκουνε πουθενὰ ἡσυχία, γιατὶ ἐπιχειροῦνε νὰ ζήσουνε χωρὶς τὸν ἑαυτό τους. Τρέχουνε ἀπὸ δῶ κι ἀπὸ κεῖ νὰ βροῦνε τὴν εὐτυχία, μὰ εὐτυχία δὲν ὑπάρχει ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας. θέλουμε νὰ εὐχαριστηθοῦμε μὲ συμπόσια ἀπ᾿ ὅπου λείπουμε. Ὅποιος ἔχει χάσει τὸν ἑαυτό του, ἔχει χάσει τὴν εὐτυχία. Εὐτυχία δὲν εἶναι τὸ ζάλισμα ποὺ δίνουνε οἱ πολυμέριμνες ἡδονὲς κι ἀπολαύσεις, ἀλλὰ ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς καὶ ἡ σιωπηλὴ ἀγαλλίαση τῆς καρδίας. Μ᾿ αὐτὸ τὸ βύθισμα στὸν ἑαυτό του βρίσκει ὁ ἄνθρωπος τὸν θεό. Γιὰ τοῦτο εἶπε ὁ Χριστός: «Οὐκ ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ μετὰ παρατηρήσεως, οὐδὲ ἐροῦσιν· ἰδοὺ ὧδε ἢ ἰδοὺ ἐκεῖ. Ἰδοὺ γὰρ ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστίν». «Μὴν ψάχνετε, ζαλισμένοι ἄνθρωποι, ἐδῶ κι ἐκεῖ νὰ βρῆτε τὴν εὐτυχία. Γιατὶ ἡ εὐτυχία βρίσκεται μέσα σας».
Μέγας λόγος, ὅπως ὅλα τὰ θεϊκὰ λόγια. Μέσα μας εἶναι ὁ θησαυρός. Ἀπ᾿ ἔξω εἶναι ξέρακας, κι ἂς μὴ μᾶς ξεγελᾶ ἡ φασαρία καὶ τὰ ψεύτικα πυροτεχνήματα. Ὅποιος ζεῖ ἐξωτερικά, ζεῖ ψεύτικα. Ὅποιος ζεῖ ἐσωτερικά, ζεῖ ἀληθινά. Ξέρω καλὰ τί εἶναι ἡ ζωὴ ποὺ ζοῦνε οἱ λεγόμενοι κοσμικοὶ ἄνθρωποι, οἱ ἄνθρωποι ποὺ διασκεδάζουνε, ποὺ ταξιδεύουνε, ποὺ ξεγελιοῦνται μὲ λογῆς-λογῆς θεάματα, μὲ ἀσημαντολογίες, μὲ σκάνδαλα, μὲ διάφορες ματαιότητες, ποὺ ἀπὸ μακρυὰ φαντάζουνε γιὰ κάποιο πρᾶγμα σπουδαῖο καὶ ζηλευτό, ἐνῷ σὰν τὰ δεῖ κανένας ἀπὸ κοντά, ἀπορεῖ γιὰ τὴ φτώχεια ποὺ ἔχουνε καὶ τὸ πόσο κούφιοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ψευτογελιοῦνται μ᾿ αὐτὰ τὰ γιατροσόφια τῆς εὐτυχίας. Ξέρω λοιπὸν καλὰ αὐτὴ τὴ ζωή, γιατί, ἀναγκαστικά, ἔζησα, κάποιες φορές, μὲ ἀνθρώπους πλούσιους, ποὺ μὲ προσκαλούσανε στὰ σπίτια τους, στὶς ἐπαύλεις τους, στὰ κόττερά τους καὶ στὶς ἄλλες διασκεδάσεις τους. Μελαγχολία μ᾿ ἔπιανε ἀπὸ κείνη τὴν κατάσταση. Ἔβλεπα δυστυχισμένους ἀνθρώπους, ποὺ κάνανε τὸν εὐτυχισμένο, κατάδικους ποὺ κάνανε τὸν ἐλεύθερο. Ἀλλά, ἂν δὲν καταγινόντανε μὲ τόσες ψεύτικες χαρές, θὰ πέφτανε στὴ βαρεμάδα, στὴ λεγόμενη ἀνία. Ἢ τὸ ἕνα, ἢ τὸ ἄλλο. Ἄδειοι ἀπὸ κάθε οὐσία, τρισδυστυχισμένοι. Ἡ ψυχὴ εἶναι ἀνύπαρκτη κι ἀνύπαρκτη ἡ εὐτυχία, ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ. Πῶς νὰ γίνει ψωμί, σὰν δὲν ὑπάρχει προζύμι; Πῶς νὰ μὴν εἶναι ὅλα ἄνοστα, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει τὸ ἁλάτι;
Λοιπόν, ὅποτε ἀναγκαζόμουνα νὰ πάγω γιὰ λίγο κοντὰ σὲ τέτοιους κοσμικοὺς ἀνθρώπους, πρᾶγμα ποὺ γινότανε σπάνια, γιὰ νὰ μὴν τοὺς προσβάλω, ἀφοῦ μὲ προσκαλούσανε μὲ εὐγένεια, δὲν ἔβλεπα τὴν ὥρα καὶ τὴ στιγμὴ νὰ ἀποτραβηχτῶ στὸ καβούκι μου, νὰ γυρίσω στὸ φτωχὸ σπίτι μου καὶ στ᾿ ἀγαπημένα πράγματα ποὺ βρίσκουνται γύρω μου. Ἔβλεπα πῶς ἀντὶ νὰ πάρω κάτι ἀπὸ ὅλη ἐκείνη τὴν τυμπανοκρουσία, ὅπως πιστεύει ὁ πολὺς ὁ κόσμος, ἐγὼ ἔδινα, ἔδινα ξύπνημα στοὺς κοιμισμένους, ξεμούδιασμα στοὺς μουδιασμένους, ζωὴ στὴ μονοτονία τους.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ τώρα ποὺ γράφω, μ᾿ ὅλο ποὺ εἶμαι προσκαλεσμένος σὲ πολλὰ μέρη ἀπὸ κάποιους εὐγενεῖς ἀνθρώπους, ὄχι μονάχα στὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ καὶ σὲ μακρυνὰ μέρη, κάθουμαι στὸ μικρὸ περιβολάκι μας μὲ τὰ λίγα δεντράκια καὶ μὲ τὰ ταπεινὰ λουλούδια. Ξεκουράζουμαι κι εἰρηνεύει ἡ ψυχή μου. Τοῦτο τὸ μικρὸ κηπάριο εἶναι γιὰ μένα ὁ Κῆπος τῆς Ἐδέμ. Ὁ ἀγέρας μοσχοβολᾶ, κι ὁ νοῦς μου ταξιδεύει. Ταξιδεύει ἐδῶ κι ἐκεῖ, μὰ περισσότερο βυθίζεται μέσα μου, ἐκεῖ ποὺ ἀναβρύζει τὸ μυστικὸ νερό, ἐκεῖ ποὺ βρίσκουνται τὰ ριζώματα» τοῦ κόσμου.
Εὐχαριστῶ τὸν θεὸ ποὺ βρέθηκε αὐτὸ τὸ καταφύγιο. Νοιώθω μεγάλη εὐτυχία ποὺ εἶμαι μοναχιασμένος, πού, ἐδῶ ποὺ κάθομαι, δὲν μὲ ξέρει κανένας, δὲν μὲ θυμᾶται κανένας. Σὰν νὰ εἶμαι καραβοτσακισμένος ποὺ γλύτωσε ἀπὸ τὴ φουρτούνα, κι ἀκούγει τὸ μούγκρισμα τῆς θάλασσας ἀπὸ τὸ σίγουρο καταφύγιό του. Σὰν νὰ γλύτωσε ἀπὸ λῃστές. Ἀνατριχιάζω συλλογισμένος τὴν ἀνεμοζάλη ποὺ τὴ λένε ζωὴ οἱ ὅμοιοί μου, κοινωνικὴ ζωή, ζούγκλα γεμάτη σκορπιούς, φίδια καὶ λύκους. Ἀναπαύουμαι μοναχὰ μὲ δυὸ - τρεῖς ἀνθρώπους ἁπλοὺς καὶ καλοκάγαθους, ποὺ ἔχουνε ἀγάπη μέσα τους καὶ εἰρήνη στὴν καρδιά τους. Δὲν θέλω μήτε θαυμασμούς, μηδὲ δόξες, μήτε ἄλλες τέτοιες συμφορές, θέλω νὰ εἶμαι ξεχασμένος κι ἀσήμαντος. Ὦ λησμονιά, τί μπάλσαμο εἶσαι γιὰ ὅσους ποθοῦνε τὴν εἰρήνη! Κατάρα εἶναι ἡ δίψα ποὺ ἔχουνε οἱ ἄνθρωποι νὰ κατασταθοῦνε ξακουσμένοι, νὰ τοὺς δοξάζει ὁ κόσμος καὶ νὰ βασανίζουνται μέσα στὴ ματαιότητα κι ἐκεῖνοι ποὺ θαυμάζουνται κι ἐκεῖνοι ποὺ θαυμάζουνε.
Ἐδῶ ποὺ κάθουμαι, νοιώθω πῶς εἶμαι μακρυὰ ἀπ᾿ ὅλους αὐτοὺς τοὺς βραχνάδες ποὺ τοὺς ἔχουνε γιὰ εὐτυχία οἱ δυστυχισμένοι ἄνθρωποι.
Φυσᾶ στὸ πρόσωπό μου τὸ δροσερὸ ἀγεράκι, μπαίνει ἁπαλὰ στ᾿ αὐτιά μου, σὰν νὰ μὲ χαιρετᾶ. Σιγοσαλεύουνε τὰ κλαδιὰ κι οἱ κορφὲς τῶν δέντρων. Μαμούνια περπατοῦνε στὸ μοσχοβολημένο χῶμα, τὸ κάθε ἕνα τραβὰ τὸν δρόμο του κι ἔχει τὸν σκοπό του. Ποῦ πηγαίνουνε; Μυστήριο. Πεταλούδια καὶ μυγάκια λογῆς-λογῆς, ἄλλα μακρουλά, ἄλλα στρογγυλά, πετᾶνε καὶ μαζεύονται γύρω ἀπὸ τὸ φῶς ποὺ εἶναι ἀναμμένο ἀπὸ πάνω μου. Ὅλα εἶναι σπουδαῖα, ὅλα ἀξιαγάπητα. Κι ἐγὼ εἶμαι ἕνα ἀπ᾿ αὐτά.
Δὲν ἀκούγεται τίποτα, παρεκτὸς ἀπὸ τὶς σταλαγματιὲς τὸ νερὸ ποὺ πέφτουνε ἀπὸ τὴ βρύση, κάνοντας τὴ σιωπὴ ἀκόμα πιὸ βαθειά. Σὰ νὰ γίνεται γύρω μου κάποια μυσταγωγία. Τὸ μυστήριο τοῦ κόσμου τὸ νοιώθω καὶ μέσα μου κι ἀπέξω. Μυστικὲς θύρες ἀνοίγουνε ἀπὸ παντοῦ. Τὸ κάθε δέντρο, τὸ κάθε χορτάρι, τὸ κάθε λουλούδι, σὰν νὰ μὲ βλέπει μὲ τὰ μυστηριώδη μάτια του.
Εἶμαι μακάριος στὸ μικρὸ τοῦτο περιβολάκι μας. Τύφλα νἄχουνε μπροστά του οἱ μεγάλοι κῆποι καὶ τὰ πολυέξοδα παλάτια, τὰ φανταχτερὰ κόττερα. Ὅσα εἶναι γύρω μου εἶναι ἀγαπημένα, γιατὶ δὲν εἶναι ἀγορασμένα μὲ λεφτὰ πολλά, ὅπως εἶναι ὅσα ἔχουνε οἱ πλούσιοι. Ἀγορασμένα πράγματα μποροῦνε νὰ δώσουνε εὐτυχία στὸν ἄνθρωπο;
Ὤ, ἐσεῖς ποὺ ἔχετε τὰ πλούτη καὶ ποὺ μόνο τί λογῆς εἶναι ἡ ἀληθινὴ χαρὰ δὲν ξέρετε. Ἄνθρωποι βασανισμένοι, σαστισμένοι ἀπὸ τὶς ἔγνοιες κι ἀπὸ τὶς σκουτοῦρες, σκλάβοι στὴ φιλοδοξία καὶ στ᾿ ἄλλα πάθη, ὢ ἄσωτοι γυιοί, ποὺ φάγατε τὰ ξυλοκέρατα καὶ δὲν χορτάσατε, γυρίστε πίσω στὸ σπίτι τοῦ πατέρα σας τοῦ πονετικοῦ, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο παρὰ ἡ καρδιὰ ἡ δική σας, καὶ μπεῖτε μέσα νὰ ξαποστάσετε, νὰ εὐφρανθῆτε καὶ νὰ νοιώσετε τὴν ἀληθινὴ χαρά!