- Εις το τέλος της ζωής οι Δαίμονες επιτίθενται με μεγαλυτέραν σφοδρότητα εναντίον του ανθρώπου. «Ο Ευλόγιος και ο λωβός» (Ἀββᾶ Παλλαδίου)
- Είπε Γέρων... «Περί Ελεημοσύνης»
- Είπε Γέρων... «Περί Συκοφαντίας»
- Είπε Γέρων... «Περί Αγάπης»
- Είπε Γέρων... «Περί θλίψεων και δοκιμασιών»
- Είπε Γέρων... «Περί Νηστείας»
- Είπε Γέρων... Περί Εγκρατείας
- Είπε Γέρων... «Περί Μετανοίας»
- Είπε Γέρων...«Η πρός τόν Θεόν Ελπίδα»
- Είπε Γέρων... «Περί Ταπεινώσεως»
- Είπε Γέρων... «Περί Πνευματικού Αγώνος»
- Είπε Γέρων.... «Περί κατακρίσεως και καταλαλιάς»
- Είπε Γέρων... «Περί Υπομονής»
- Είπε Γέρων... «Περί Προσευχής»
Είπε Γέρων...
Ενότητες
Φωτό & Βίντεο
Δημοφιλή Άρθρα
Εορτολόγιο (νέο ημ.)
23/11 Αμφιλόχιος, Επίσκοπος Ικονίου *
ΑΓΙΟΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΚΟΝΙΟΥ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Ο Άγιος Αμφιλόχιος, υπήρξε στενός φίλος του Μεγάλου Βασιλείου και του Γρηγορίου του Θεολόγου και διετέλεσε Επίσκοπος Ικονίου.Όταν διαβάζουμε τις Επιστολές μεταξύ των αγίων αυτών ανδρών, βλέπουμε - καλύτερα σ’ αυτές, παρά στα άλλα θεολογικά τους έργα - την καλωσύνη και την αγιότητα, την αγνή φιλία και την αγάπη που ενώνει τους ανθρώπους του Θεού. Ο Μέγας Βασίλειος γράφει σε μία του Επιστολή στον Άγιο Αμφιλόχιο: "πάσα ημέρα γράμματα έχουσα της θεοσεβείας σου εορτή ημίν εστί και εορτών μεγίστη".Μεγάλη εορτή και πανήγυρη ήταν, να παίρνη γράμμα ο Μέγας Βασίλειος από τον Άγιο Αμφιλόχιο.Και δεν είναι υπερβολή ούτε απλή φιλοφροσύνη, γιατί, καθώς λέει ένας αρχαίος εκκλησιαστικός συγγραφέας, στα συγγράμματα του...
Περισσότερα »
Εορτολόγιο (παλαιό ημ.)
10/11 Ολυμπάς, Ηρωδίων, Έραστος, Σωσίπατρος, Τέ
ΑΓΙΟΙ ΟΛΥΜΠΑΣ, ΗΡΩΔΙΩΝ, ΕΡΑΣΤΟΣ, ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΣ, ΤΕΡΤΙΟΣ ΚΑΙ ΚΟΥΑΡΤΟΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΕΚ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Μέσα στο νέφος των Μαρτύρων και μέσα στο ανώνυμο πλήθος των Αγίων, η Εκκλησία με στοργή κι ευγνωμοσύνη φύλαξε όσα μπόρεσε από τα ονόματά τους. Για τους ασεβείς λέει ο Θεός· "ου μη μνησθώ των ονομάτων αυτών", μα για τους αξίους, που είναι όλοι γραμμένοι στο βιβλίο του Θεού, η θεία Γραφή λέει ότι είναι "έντιμον το όνομα αυτών".Χρέος της λοιπόν το θεωρεί η Εκκλησία να τιμά και να μνημονεύη τους Αγίους με τα ονόματά τους και να τους εγκωμιάζη. Όποιος πιστεύει πως η Εκκλησία είναι μια μεγάλη οικογένεια εκείνων που έφυγαν και εκείνων που μένουν, καταλαβαίνει την ιερή σημασία της εκκλησιαστικής αυτής πράξεως, μα και την ενί...
Περισσότερα »
Newsletter
Δωρεά Στον Σύνδεσμό Μας
Είπε Γέρων... «Περί Μετανοίας»
Παρασκευή, 31 Μαρτίου 2023 - 2114 εμφανίσεις άρθρου
ΕΙΠΕ ΓΕΡΩΝ...
«ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ»
Της Αικατερίνης Αντωνιάδου
Θεολόγου - Πολιτικού Επιστήμονος
- ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ἀξιωματικός πού πρίν ἀπό λίγο εἶχε
ὁδηγηθῆ στό δρόμο τοῦ Θεοῦ κι ἀκόμα πάλευε μέ τή συνείδησί του, ρώτησε τόν
ἐξομολόγο του, ἄν πραγματικά, ὅπως τοῦ ἔλεγαν, δεχόταν ὁ Θεός τόσο εὔκολα τήν
μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου.
-Ἄν κατά τύχη σκιστῆ κάπου ὁ μανδύας σου,
παιδί μου, τοῦ εἶπε ἐκεῖνος, τόν βγάζεις ἀμέσως καί τόν πετᾶς, σάν ἄχρηστο;
-Ὄχι, δά, ἔκανε ἐκεῖνος. Τόν ράβω καί τόν
ἐπιδιορθώνω, ὅσο βέβαια δέχεται ἐπιδιόρθωσι.
-Ἄν λοιπόν ἐσύ λυπᾶσαι
τό φόρεμά σου, κι εὔκολα δέν τό πετᾶς, πῶς δέ θά λυπηθῆ ὁ Θεός τό πλάσμα Του
καί δέ θά κάνει ὅ,τι εἶναι δυνατόν γιά νά τό διορθώση; εἶπε ὁ καλός Γέροντας κι
ἀνάπαυσε τό νέο.
- ΕΝΑΣ ΑΡΧΑΡΙΟΣ Μοναχός πῆγε στενοχωρημένος
στόν Ὅσιο Ποιμένα.
-Ἔπεσα σέ μεγάλο σφάλμα, Ἀββᾶ, τοῦ
ἐξομολογήθηκε, καί θέλω τοὐλάχιστον τρία χρόνια γιά νά μετανοήσω.
-Εἶναι πολλά, τοῦ εἶπε ὁ Ὅσιος.
-Εἶναι ἀρκετοί τρεῖς μῆνες, τότε;
-Καί τόσο εἶναι πολύ, ἀποκρίθηκε ὁ Ὅσιος. Ἐγώ
σοῦ λέγω πώς, ἄν εἰλικρινά μετανοήσης καί πάρης σταθερή ἀπόφασι νά μή
ἐπαναλάβης ποτέ τό ἴδιο σφάλμα, σέ τρεῖς μέρες σέ δέχεται ἡ ἀγαθότης τοῦ Θεοῦ.
- ΑΛΛΟΣ ΑΔΕΛΦΟΣ ρώτησε τόν ἴδιο Γέροντα, ἄν ὁ
Θεός εὔκολα συγχωρῆ τίς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου.
-Πῶς εἶναι δυνατόν νά μή συγχωρῆ, τέκνον μου,
Ἐκεῖνος πού δίδαξε τή μακροθυμία στούς ἀνθρώπους; Δέν παραγγέλει στόν Πέτρο νά
συγχωρῆ ἐκεῖνον πού τοῦ σφάλλει «ἕως
ἑβδομηκοντάκις ἑπτά» (Ματθ. ιη’, 22), δηλαδή ἐπ’ ἄπειρον; ἀποκρίθηκε ὁ Γέρων.
- ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΛΛΟΣ πάλι ζήτησε νά τοῦ ἐξηγήση τί
ἀκριβῶς εἶναι μετάνοια.
-Ἡ μή ἐπανάληψις τῆς
ἴδιας ἁμαρτίας, ἀποκρίθηκε ὁ Ὅσιος
Ποιμήν.
- ΕΝΑΣ ΑΔΕΛΦΟΣ ἐξομολογήθηκε στόν Ἀββᾶ Σισώη:
-Ἔπεσα, Πάτερ. Τί νά
κάνω τώρα;
-Σήκω, τοῦ εἶπε μέ τή
χαρακτηριστική του ἁπλότητα ὁ Ἅγιος Γέροντας.
-Σηκώθηκα, Ἀββᾶ, μά πάλι
ἔπεσα στήν καταραμένη ἁμαρτία, ὁμολόγησε μέ θλίψιν ὁ ἀδελφός.
-Καί τί σ’ ἐμποδίζει νά
ξανασηκωθῆς;
-Ὥς πότε; ρώτησε ὁ
Ἀδελφός.
-Ἕως ὅτου σέ βρῆ ὁ
θάνατος ἤ στήν πτῶσι ἤ στήν ἔγερσι. Δέν εἶναι γραμμένο «ὅπου εὑρῶ σε ἐκεῖ καί
κρινῶ σε»; ἐξήγησε ὁ Γέροντας. Μόνο εὔχου στό Θεό νά βρεθῆς τήν τελευταία σου
στιγμή σηκωμένος μέ τήν ἁγία μετάνοια.
- ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΧΟΣ πολύ εὐλαβής κι’ ἐνάρετος, εἶχε
μιά ἀδελφή στήν πόλι, πού ζοῦσε βίο ἄσωτο καί παρέσυρε πολλούς νέους στήν
ἁμαρτία. Οἱ ἀδελφοί στήν ἔρημο συχνά παρώτρυναν τό μοναχό νά πάη ὡς τήν πόλι,
νά συνετήση τήν παραστρατημένη ἀδελφή του. Ἐκεῖνος στήν ἀρχή ἐδίσταζε. Φοβόταν
τούς κινδύνους, πού κρύβει ὁ κόσμος γιά τούς νέους μοναχούς. Ὕστερα ὅμως γιά
τήν ὑπακοή ἀποφάσισε νά κατέβη.
Μόλις πλησίασε στό πατρικό του σπίτι, οἱ γείτονες πρόλαβαν καί
εἰδοποίησαν τήν ἀδελφή του. Ἡ καρδιά τῆς παραστρατημένης κόρης σκίρτησε στ’
ἀναπάντεχο ἄκουσμα. Χρόνια ἐπιθυμοῦσε νά ἰδῆ τόν ἀγαπημένο της ἀδελφό. Παράτησε
τή συντροφιά της κι ὅπως βρισκόταν τή στιγμή ἐκείνη μέσα στό σπίτι της, μέ
γυμνά πόδια καί ξέσκεπη τήν κεφαλή, ἔτρεξε στό δρόμο νά τόν ὑποδεχτῆ.
Ἀντικρύζοντας μέ τά μάτια του ἐκεῖνος τόν ξεπεσμό της, ταράχτηκε, ἔκλαψε ἡ ψυχή του.
-Δέν λυπᾶσαι τόν ἑαυτό
σου, ἀδελφή μου, τῆς εἶπε μέ θλίψι, κι ἐκείνους πού ἐξ αἰτίας σου παραστρατοῦν;
Συλλογίσου τί σέ περιμένει ὕστερα ἀπό τό θάνατο.
Τό ἁγνό πρόσωπο τοῦ
ἀδελφοῦ, ἡ σεμνή του στάσι, τά δάκρυα τῆς συμπόνοιας, πού ἔτρεχαν ἀπό τά μάτια
του, μαζί μέ τό δίκαιο ἔλεγχο, συγκλόνισαν τήν ἁμαρτωλή.
-Ὑπάρχει καί γιά μένα
σωτηρία; ψιθύρισαν τά χείλη της.
-Ὤ, ναί. Ἀρκεῖ εἰλικρινά
νά τό θελήσης.
-Πάρε με μαζί σου,
παρακάλεσε, μή μέ ἀφήνης μόνη νά παλεύω μέ τ’ ἄγρια κύματα τῆς ἁμαρτίας.
-Φόρεσε τά σανδάλια σου,
σκέπασε τήν κεφαλή σου καί ἀκολούθησέ με, εἶπε ἀποφασιστικά ὁ μοναχός.
-Ἄφησε νά ἔλθω ὅπως
εἶμαι, ἀδελφέ, γιατί ποιός ξέρει ἄν, μπαίνοντας σ’ αὐτό τό ἐργαστήρι τοῦ
σατανᾶ, θά ἔχω τή δύναμι νά ξαναβγῶ.
Ὁ μοναχός ἱκανοποιήθηκε
ἀπό τή σταθερότητά της. Χωρίς χρονοτριβή τήν ὡδήγησε ἔξω ἀπό τήν πόλι καί
τράβηξαν μαζί τό δρόμο γιά τήν ἔρημο. Σκόπευε νά τήν πάη σ’ ἕνα γνωστό του
γυναικεῖο Μοναστήρι. Καθώς περπατοῦσαν, διέκριναν ἀπό μακριά νά ἔρχεται πρός τό
μέρος τους ἕνα καραβάνι.
-Παραμέρισε λίγο, ἀδελφή
μου, τῆς εἶπε ὁ μοναχός. Κρύψου πίσω ἀπό τούς θάμνους, γιατί οἱ ἄνθρωποι πού
δέν ξέρουν πώς εἶσαι ἀδελφή μου, μπορεῖ, βλέποντάς μας μαζί, νά σκανδαλισθοῦν.
Ἐκείνη συμμορφώθηκε
ἀμέσως μέ τή σύστασί του. Ὅταν προσπέρασε τό καραβάνι, ὁ ἀδελφός τήν φώναξε νά
συνεχίσουν τό δρόμο τους. Δέν ἔδειξε νά ἄκουσε. Ἐκεῖνος πῆγε κοντά, τῆς
ξαναμίλησε, τή σκούντισε μέ τό πόδι του. Δέν ἔδειχνε σημεῖα ζωῆς. Εἶχε πεθάνει.
Εἶδε τά γυμνά της πόδια καταματωμένα καί ξεσκισμένα ἀλύπητα ἀπό τά λιθάρια του
δρόμου καί τ’ ἀγκάθια.
Ἀπαρηγόρητος ὁ μοναχός
γιά τόν αἰφνίδιο θάνατο τῆς ἀδελφῆς του γύρισε στό κελλί του. Ἡ ἀμφιβολία τόν
κατάτρωγε.
-Ἀδύνατο νά σώθηκε, τοῦ
ἔλεγε ὁ λογισμός του, ἀφοῦ δέν πρόλαβε νά κάνη ἔργα μετανοίας.
Διηγήθηκε στούς Γέροντας
στήν ἔρημο μέ κάθε λεπτομέρεια ὅλα ὅσα συνέβησαν. Ἐκεῖνοι ὥρισαν νηστεία καί
προσευχή γιά τήν ψυχή της. Ἀποκαλύφθηκε τότε σ’ ἕναν ἁγιώτατο Ἐρημίτη, πώς ὁ
Θεός δέχτηκε τή μετάνοια τῆς ἁμαρτωλῆς καί τήν κατάταξε μέ τούς δικαίους γιά
τήν αὐταπάρνησι πού ἔδειξε, ὥστε νά περιφρονήση, ὄχι μόνο τά ὑλικά πράγματα,
ἀλλά καί τό ἴδιο της τό σῶμα.
- ΕΝΑΣ ΑΔΕΛΦΟΣ παρεκάλεσε κάποιο Γέροντα νά τοῦ ἐξηγήση τί ἐννοεῖ ὁ Ψαλμωδός, ὅταν λέγη «οὐκ
ἔστι σωτηρία αὐτῷ ἐν τῷ Θεῷ αὐτοῦ» (Ψαλμ. γ’ , 2).
-Τούς λογισμούς τῆς ἀπογνώσεως ἐννοεῖ, πού σπέρνει ὁ πονηρός στό νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἐξήγησε ὁ Γέρων. Αὐτούς πού τοῦ λέγουν διαρκῶς πώς δέν ὑπάρχει πιά γι’ αὐτόν σωτηρία, ἀφοῦ ἁμάρτησε, καί ἄδικα καταφεύγει στόν Θεόν μέ τήν μετάνοια. Ἔτσι προσπαθεῖ νά τόν παρασύρη, γιά νά τόν ρίξη στόν γκρεμό τῆς ἀπελπισίας. Ἡ ψυχή ὅμως πού ποθεῖ τή σωτηρία της, ἄς ἀγωνίζεται σκληρά ν’ ἀπομακρύνη αὐτούς τούς λογισμούς.
- ΑΝ ΘΕΛΕΙ ὁ ἄνθρωπος,
μπορεῖ ἀπό τήν ἀνατολή ὡς τή δύσι τοῦ ἡλίου νά φτάση στήν ἁγιότητα, ἔλεγε ὁ Μέγας Ἀντώνιος, διδάσκοντας τούς
μαθητάς του τήν δύναμι τῆς μετανοίας.
- Ο ΑΒΒΑΣ ΜΑΡΚΟΣ ὁ Ἀσκητής γράφει τά ἑξῆς: «"Ἁμαρτία πρός θάνατον" (Α’ Ἰωαν. ε΄,16), εἶναι κάθε ἀμετανόητη ἁμαρτία. Οὔτε Αὐτός ὁ Ἀγαθός καί Φιλάνθρωπος Θεός συγχωρεῖ τόν ἀμετανόητο ἁμαρτωλό. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι αἰσθάνονται συχνά λύπην καί ἀηδία διά τάς ἁμαρτίας των, δέχονται ὅμως μέ εὐχαρίστησι τάς ἀφορμάς των».
- ΟΙ ΤΩΡΙΝΟΙ ἄνθρωποι
δέν ζητοῦν τό σήμερον, ἀλλά τό αὔριον γιά νά μετανοήσουν, ἔλεγε ἄλλος Γέρων.
- ΛΕΝΕ ΠΩΣ ἕνας ἀδελφός,
κάθε φορά πού οἱ λογισμοί του τόν ξεγελοῦσαν καί τοῦ ἔλεγαν, ἄφησε σήμερα καί
αὔριο μετανοεῖς, ἐκεῖνος ὁ σοφός ἀποκρινόταν· «Σήμερα θά δείξω μέ ἔργα τή
μετάνοιά μου· ὅσο γιά αὔριο, ἄς γίνη τοῦ Θεοῦ τό θέλημα».
- ΑΝ ΜΕ καλή μετάνοια σηκωθῆς ἀπό τήν πτῶσι
σου, λέγει κάποιος Πατήρ, μή παύσης νά λυπᾶσαι γι’ αὐτή καί νά στενάζης ὥς τό
τέλος τῆς ζωῆς σου. Ἀλλιῶς κινδυνεύεις νά ξαναπέσης στήν ἴδια ἁμαρτία. Ἡ κατά
Θεόν λύπη εἶναι χαλινάρι τῆς ψυχῆς. Τήν συγκρατεῖ ἀπό πολλά παραστρατήματα.
- ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ πῆγε μέ βαρειά καρδιά στόν
Πνευματικό του καί ἐξομολογήθηκε:
-Ὁ λογισμός μέ
βασανίζει, Γέροντα, νά ἐγκαταλείψω τόν ἀγώνα, ἀφοῦ κι’ ὕστερα ἀπό τήν ἐπιστροφή
μου στό Χριστό καί τή μετάνοιά μου, δέν μπορῶ ἀκόμη νά βγάλω ἀπό πάνω μου ὅλες
τίς ἀδυναμίες.
-Μοῦ θυμίζεις, μ’ αὐτά
πού μοῦ λές, κάτι πού συνέβη πρίν κάμποσο καιρό σ’ ἕνα φίλο μου ἀγρότη, εἶπε ὁ
Πνευματικός. Ἔλα, κάθισε ἐδῶ κοντά, παιδί μου, νά σοῦ διηγηθῶ τή μικρή του
ἱστορία.
Ὁ νέος ἄκουγε πάντοτε μ’
ἐνδιαφέρον τά χαριτωμένα αὐτοσχέδια ἀνέκδοτα τοῦ ἀγαθοῦ Γέροντα:
-Ὁ φίλος μου, πού λές,
εἶχε ἕνα χωράφι στήν ἄκρη τοῦ χωριοῦ, πού εἶχε μείνει χρόνια ἀκαλλιέργητο κι’
ἦταν πιά γεμάτο ἀγκάθια καί τριβόλια. Μιά καλή χρονιά ὅμως, σκέφτηκε νά τό
σπείρη. Ἀλλ’ ἔπρεπε πρῶτα νά καθαριστῆ. Ἔστειλε λοιπόν τό μεγάλο του γυιό νά
κάνη τή δουλειά αὐτή. Μά σάν εἶδε τό παλληκάρι ἐκεῖνα τά πελώρια ἀγκάθια καί τ’
ἀγριοβότανα, ἔπεσε σ’ ἀπελπισία.
-Δέ γίνεται νά φτιάξη
ποτέ τοῦτο τό χωράφι, ἔλεγε καί ξανάλεγε στόν ἑαυτό του. Πῶς νά ξερριζώσω τόσα
ἀγριόχορτα; Ἔτσι ἔπεισε γιά τά καλά τόν ἑαυτό του πώς ἦταν ἀδύνατο νά γίνη ἡ
δουλειά. Ξάπλωσε κάτω ἀπό ἕνα θάμνο καί κοιμήθηκε. Σάν ξύπνησε ἦταν πιά
μεσημέρι. Ἔρριξε τό νυσταγμένο βλέμμα του στήν ἀγριάδα καί τρόμαξε. Ἔμεινε
καρφωμένος στή θέσι του ὡς τό βράδυ χωρίς νά κάνη τίποτε. Τό ἴδιο καί τήν ἄλλη
μέρα καί τήν τρίτη. Χασμουριόταν, στριφογύριζε τεμπέλικα, ἔπεφτε στόν ὕπνο,
ξύπναγε. Μόνο δουλειά δέν ἀποφάσιζε νά κάνη.
-Τίποτε δέν ἔκανες τόσες
μέρες, τοῦ εἶπε θυμωμένος ὁ πατέρας του, σάν πῆγε κι’ εἶδε πώς ὁ γυιός του δέν
εἶχε βγάλει οὔτε ἕνα ἀγκάθι.
-Βαραίνει ἡ ψυχή μου,
πατέρα, ὁμολόγησε ὁ νέος, σάν γυρίζω καί βλέπω πόση δουλειά μέ περιμένει καί
δέν μπορῶ νά πάρω ἀπόφασι ν’ ἀρχίσω.
-Ἄν κάθε μέρα, παιδί
μου, καθάριζες τόση γῆ, ὅση πιάνεις μέ τό μπόï σου σάν ξαπλώνης καί κοιμᾶσαι,
θά κόντευες τώρα νά τελειώσης.
Ντροπιασμένος γιά τήν
τεμπελιά του ὁ γυιός, ἔβαλε ἀμέσως σέ πράξι τή συμβουλή τοῦ πατέρα του. Σέ λίγο
εἶδε μέ τά μάτια του πώς δέν ἦταν ἀκατόρθωτο νά καθαρίση τό χέρσο χωράφι.
Μιμήσου τον κι ἐσύ,
παιδί μου, κι’ ὅταν ξανάρθης, θά μοῦ πῆς, ἄν στ’ ἀλήθεια εἶναι τόσο δύσκολο νά
ξερριζώσης μέ ὑπομονή τά πάθη τῆς ψυχῆς σου.
Ὁ νέος ἔφυγε μέ καινούρια δύναμι ἀπό τήν ἐξομολόγησι, ἀποφασισμένος νά συνεχίση τόν καλόν ἀγώνα.
ΜΕΡΙΚΕΣ ΤΑΠΕΙΝΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
Ἀναλογίζεται κανείς, βλέποντας τά θαυμαστά της ἀποτελέσματα, τί μεγάλο
δῶρο εἶναι ἡ ΜΕΤΑΝΟΙΑ. Αὐτή ἁγιάζει τόν κλέφτη, κάνει εἰλικρινῆ τόν ψεύστη,
ἐγκρατῆ τόν πόρνο, νουνεχῆ τόν ἄφρονα καί γενικά μεταμορφώνει τήν ἐσωτερική καί
τήν ἐξωτερική ὄψη τοῦ ἀνθρώπου.
Δίνει μεγάλη ἐλπίδα καί παρηγοριά στόν ἄνθρωπο
ἡ δυνατότητα τῆς Μετανοίας. Ἐλπίδα τήν ὁποία ἀντιστρατεύεται ὁ μισόκαλος
διάβολος, πρωταρχικός ἐχθρός κάθε καλοῦ καί τῆς σωτηρίας κάθε ἀνθρώπου,
προσπαθῶντας νά φωλιάσει στήν ψυχή κάθε ἁμαρτάνοντος ἀνθρώπου, τήν ἀπελπισία.
Σήμερα, πολλοί ἄνθρωποι ἔχουν περιπέσει σ’ αὐτήν, τήν ἀπελπισίαν, μία
σοβαρή ἔνδειξη καί ἀπόδειξη τοῦ
γεγονότος, ὅτι στήν ἐποχή μας ἔχουμε δώσει μεγάλη ἐξουσία στόν διάβολο.
Οἱ ἄνθρωποι πιεσμένοι, στήν πλειοψηφία τους,
ἀπό οἰκονομικά προβλήματα καί τίς ἀπαιτήσεις ἑνός ἁδηφάγου καί ἀνάλγητου
κράτους· δοκιμασμένοι ἀπό σειρά οἰκογενειακῶν προβλημάτων καί ἀσθενειῶν τοῦ «σύγχρονου πολιτισμοῦ»· καί βιώνοντας σ’ ἕνα περιβάλλον ὑποβαθμισμένο καί
ἀπομακρυσμένο ἀπό τό φυσικό, περιέπεσαν σ’ ἕναν ἄκρατο ὑλισμό καί
καταναλωτισμό, στίς σαρκικές ἡδονές καί τόν αἰσθησιασμό, στόν ὠχαδελφισμό, στά
μέντιουμ καί τούς «μελλοντολόγους» γιά νά καταλαγιάσουν τήν ἐσωτερική ἀγωνία καί δυστυχία πού τούς
βασανίζει.
Ἡ ἀπελπισία, λοιπόν, εἶναι
ἀποτέλεσμα τῆς ἔλλειψης ψυχικῶν ἀποθεμάτων καί ὑπομονῆς πού
χαρακτηρίζουν τόν σύγχρονο ἄνθρωπο, λόγω τῆς ἀπουσίας μιᾶς Παιδείας πού νά
ἐμφυσᾶ κοινωνικές, πατριωτικές καί πρωτίστως θρησκευτικές ἀξίες. Μιᾶς ζωῆς, ἡ
ὁποία βασίζεται μόνο στόν ρεαλισμό καί τό
ἀτομικό συμφέρον καί ὄχι τήν χριστιανική διδασκαλία πού εἶναι ἡ πηγή τῆς
πραγματικῆς ἐλευθερίας καί χαρᾶς.
Ἡ μόνη «ἀποτελεσματική» λύση στό ὑπαρξιακό ἀδιέξοδο, ὅπου ἔχουν εἰσέλθει πολλοί ἄνθρωποι στήν χαλεπή καί ὑλική ἐποχή μας, εἶναι ἡ μετάνοια καί ἡ διά μέσου αὐτῆς, συμφιλίωση μας μέ τόν Δημιουργό μας, τόν Θεό.
Ἴσως μπορεῖ νά ἰσχυρισθεῖ κανείς, πώς ἐάν
κάποιος κουράζεται, δυσκολεύεται καί βαρυγκομεῖ γιά νά κόψει μιά μικρή του
ἀδυναμία ἤ ἕνα μικρό πάθος, πῶς θά μποροῦσε ν’ἀλλάξει τό σύνολο τοῦ κακοῦ του
ἑαυτοῦ καί νά ἔλθει εἰς Μετάνοια; Ἐδῶ, ἔρχεται νά παίξει ἀποφασιστικό ρόλο ἡ
προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου καί νά προκαλέσει κυριολεκτικά, θαύματα, ἡ θεία
εὐσπλαχνία.
Ἡ Μετάνοια καί
σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι συνισταμένη δύο πραγμάτων. Τῆς ἀνθρωπίνης
προσπαθείας καί τῆς θείας βοηθείας. Ἄν πραγματικά ὁ ἁμαρτωλός μπορεῖ καί ἔχει
τήν θέληση νά δεῖ τήν ἀλήθεια, νά συνειδητοποιήσει τήν ψυχική του κατάσταση καί
νά τήν παραδεχθεῖ, αὐτό θά ἑλκύσει τήν θεία Χάρη καί τότε ὁ ἀγῶνας τοῦ ἀνθρώπου
μέ τήν ἐπισκίαση καί συνέργεια τῆς θείας
χάριτος, θά ἐπιφέρουν τήν Μετάνοια καί
κατά συνέπεια τήν πολυπόθητη ψυχική λύτρωση καί σωτηρία.
Ἄς μήν
ἀπελπιζόμαστε, σέ ὅποια κατάσταση πτώσης καί ἐάν βρεθήκαμε ἤ βρισκόμαστε, ὅσο
καί ἄν τά πάθη μας μᾶς ἐμποδίζουν. Διότι· «ὅπου ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ρωμ.
ε’ , 28).
Ἄς ἐνθυμηθοῦμε
τά παρήγορα λόγια τοῦ Κυρίου μας, πρός ὅλους τούς ἀπελπισμένους, πονεμένους καί
κουρασμένους: «Δεῦτε
πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ.
ια’ , 28) καί ἀκόμη ὅτι ὁ Θεάνθρωπος
Ἰησοῦς «οὐκ ἐλήλυθε καλέσαι
δικαίους, ἀλλά ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν...». (Λουκ. ε’, 32).
Καί κάτι ἀκόμη. Μία μεγάλη παγίδα πού
χρησιμοποιεῖ πολύ συχνά στούς ἀνθρώπους καί ἰδιαίτερα στούς νέους, ὁ διάβολος,
εἶναι ἡ ἀναβλητικότητα στήν μεγάλη ἀπόφαση γιά ἀλλαγή τοῦ τρόπου ζωῆς, πρός τό
καλύτερο. Ἀφαιρεῖ ἀπό τήν μνήμη ὅτι ἡ ὥρα τοῦ θανάτου δέν καθορίζεται ἀπό τόν
ἄνθρωπο καί δέν ἀκολουθεῖ ἡλικιακή σειρά ὁπότε, συστήνει γιά σήμερα τίς ἄκρατες
ἀπολαύσεις καί τήν μετάνοια γιά... τά "γεράματα".Δυστυχῶς ἡ μέθοδος του αὐτή ἔχει μεγάλη ἐπιτυχία στήν
ἐποχή μας.
«Ἰδού
γάρ καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού γάρ ἡμέρα σωτηρίας». (Β΄Κορ. στ΄,2). Ἄς ἐκμεταλευτοῦμε ΤΩΡΑ ὅσο εἶναι καιρός τό
μεγάλο αὐτό δῶρο πού μᾶς χάρισε ὁ Θεός
κι ἄς προσπαθήσουμε μέ ἔργα καί ΚΑΡΠΟΥΣ Μετανοίας,
νά ἐπιτύχουμε τό «δεύτερο βάπτισμα». Καρπούς Μετανοίας ὡς ἀπόδειξη, τῆς ἐσωτερικῆς
μεταστροφῆς καί τῆς θελήσεώς μας γιά
προσέγγιση καί συμφιλίωση μέ τόν Πατέρα καί Θεόν μας, ὁ ὁποῖος πάντοτε
περιμένει μέ ἀγωνία καί ἀνοικτές τίς ἀγκάλες νά ἐπιστρέψουμε κοντά του. Μᾶς
περιμένει γιά νά μᾶς σφίξει μέ χαρά στήν ἀγκαλιά του· νά μᾶς ξαναφορέσει τό
δαχτυλίδι τοῦ ἀρραβῶνος τῆς αἰωνίου ζωῆς· νά σφάξει τόν Μόσχο τόν Σιτευτόν καί
νά κάνει μεγάλο γλέντι καί τραπέζι σέ ὅλους, ἐπειδή· «ὁ υἱός μου νεκρός ἦν καί ἀνέζησε, ἀπολωλώς
ἦν καί εὑρέθη» καί διότι, πολύ «ΧΑΡΑ ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» ὅπως ἀκριβῶς μᾶς λέγει ὁ Εὐαγγελιστής, στήν Παραβολή
τοῦ Ἀσώτου. (Λουκ. ιε’,7
& 24)