Λεόντιος, Όσιος * - 11/12
Ο ΑΓΙΟΣ ΛΕΟΝΤΙΟΣ, ΟΣΙΟΣ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Όσιος Λεόντιος που μόνασε στην Αχαΐα γεννήθηκε στην Μονεμβασία της Πελοποννήσου από τον Ανδρέα και την Θεοδώρα.
Ο πατέρας του ήταν αρκετά πλούσιος και επίσημος άνδρας.
Ο βασιλιάς Ανδρόνικος Β’, ο Παλαιολόγος (1283-1328) ανέθεσε σ’ αυτόν σπουδαία θέση στην κεντρική διοίκηση του Μοριά.
Ο Λέων λοιπόν, έτσι ονομαζόταν πριν, έτυχε μεγάλης φροντίδας από τους γονείς του και σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη ξένες γλώσσες, φιλοσοφία και θεολογία.
Όταν πέθανε ο πατέρας του, επέστρεψε στη Μονεμβασία και φρόντισε τη μητέρα του.
Κατόπιν η μητέρα του αποσύρθηκε σε μοναστήρι και ο Λέων με την ευχή της παντρεύτηκε.
Υπήρξε πρότυπο συζύγου, οικογενειάρχη και κοινωνικού ευεργέτη.
Έπειτα όμως ήλθαν και οι μεγάλες δοκιμασίες.
Πέθανε η γυναίκα του, κατόπιν τα παιδιά του και έτσι ο ίδιος αποφάσισε να γίνει μοναχός.
Έγινε λοιπόν μοναχός με το όνομα Λεόντιος και πήγε κοντά σ’ έναν έμπειρο ασκητή, τον Μενίδη, μένοντας μαζί του για αρκετό χρονικό διάστημα.
Στη συνέχεια πήγε στο Άγιον Όρος, όπου έλαβε αρκετά μεγάλη ασκητική εμπειρία και επέστρεψε πάλι στην Πελοπόννησο.
Εκεί διάλεξε τόπο διαμονής του το βουνό που βρίσκεται κοντά στο Αίγιο και από ’κει πήγαινε σε πόλεις της Αχαΐας και κήρυττε τον Θείο λόγο.
Κοντά του πήγαν και άλλοι ζηλωτές της αγγελικής ζωής, που αργότερα, πολλοί απ’ αυτούς διέπρεψαν στον ιερό κλήρο.
Ο Λεόντιος απεβίωσε ειρηνικά και η φήμη της αρετής του παρέμεινε και μετά τον θάνατο του.
Οι δε αδελφοί Παλαιολόγοι, Θωμάς και Θεόδωρος, προς τιμήν του οσίου, έκτισαν Μονή στον τόπο της ασκήσεώς του, στο όνομα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ.
Απολυτίκιον.
Ήχος α’. Τον τάφον σου Σωτήρ.
Ασκήσει λαμπρυνθείς, ως χρυσός εν χωνεία, λαμπρύνεις Μοναστών, τους χορούς επομένους, τοις θείοις σου διδάγμασι, θεοφόρε Λεόντιε, όθεν σήμερον, την φωτοφόρον σου μνήμην, εορτάζοντες, υπέρ ημών σε πρεσβεύειν, αιτούμεν προς Κύριoν.
Κοντάκιον.
Ήχος πλ. δ’. Ως απαρχάς της φύσεως.
Τω της σοφίας προσελθών κρατήρι πάνσοφε, και απολαύσας μυστικώς του θείου νέκταρος, ανεξάντλητον γεγένησαι θείον ρείθρον, πελαγίζον αμβροσίας νάμα ήδιστον, τοις πιστώς σου εκτελούσι τα μνημόσυνα και βοώσί σοι, χαίροις Πάτερ Λεόντιε.
Μεγαλυνάριον.
Φρόνημα ανδρείον αναλαβών, τον λέοντος δίκην, ωρυόμενον καθ’ ημών, όπλοις εγκρατείας, Λεόντιε καθείλες, εξ ου της επηρείας, καμέ απάλλαξον.